News:

Η Συνευωχία ξανά στο Διαδίκτυο

Main Menu

Άγια Λείψανα

Started by βίκυ, 27 November, 2007, 12:16:20 AM

Previous topic - Next topic

βίκυ

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ!
  ΧΤΕΣ ΕΙΧΑ ΜΙΑ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΜΙΑ ΦΙΛΗ, Η ΟΠΟΙΑ ΜΕ ΕΙΠΕ ΠΩΣ ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΜΑΣ ΦΟΙΤΗΤΗ, ΤΗΝ ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΣΤΑ ΑΓΙΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΚΛΠ . ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΑΥΤΟ ΘΑ ΗΘΕΛΑ, ΑΝ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΜΕ ΠΕΙ ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΣΤΑ ΑΓΙΑ ΛΕΙΨΑΝΑ, ΜΕ ΠΟΙΑ ΛΟΓΙΚΗ, ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΟΚ... ΔΕΝ ΘΕΤΩ ΘΕΜΑ ΠΙΣΤΕΩΣ Η΄ΟΧΙ, ΑΠΛΑ ΘΑ ΘΕΛΑ ΝΑ ΑΚΟΥΣΩ ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ, ΔΙΟΤΙ ΚΑΛΟ ΕΙΝΑΙ-ΘΕΩΡΩ-ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΔΙΝΟΝΤΑΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ, ΝΑ ΨΑΧΝΟΜΑΣΤΕ Κ ΕΜΕΙΣ ΓΙΑΤΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΣΕ ΚΑΤΙ....

ρωμηός

Για το ζήτημα αυτό, υπάρχει σχετική αναφορά στο βιβλίο του Παναγιώτη Τρεμπέλα, Δογματική τ. Γ΄στις σελίδες 399 -402. Όποιος το έχει εύκαιρο ας μας μεταφέρει κάποια βασικά στοιχεία για το ζήτημα των ιερών λειψάνων! Αύριο θα το έχω και γω μαζί μου στη δουλειά, ώστε να το περάσω ολόκληρο το επίμαχο απόσπασμα!

ρωμηός

Α, επίσης σχετική αναφορά κάνει και ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης στη Δογματική του, στη σελίδα 25!

ρωμηός

Θα ξεκινήσω με το πληρέστερο Δογματικό εγχειρίδιο που κυκλοφορεί για να δούμε μερικά πράγματα για τα άγια λείψανα και τη διδασκαλία της Εκκλησίας.

Η προς τα άγια λείψανα τιμή

Παναγιώτου Τρεμπέλα

1. Η προς τους μάρτυρας και τους αγίους τιμή εξεδηλώθη ιδιαιτέρως εις τα λείψανα αυτών και εις οιαδήτινα αντικείμενα ή είδη ενδυμάτων χρησιμοποιηθέντα υπ' αυτών. Ούτως αναφέρεται εν τω Μαρτυρίω του Πολυκάρπου, ότι ο ιερός ούτος ανήρ ανέλαβε να αποβάλει τα ιμάτια του μέχρι της στιγμής, καθ' ην ητοιμάσθη η μέλλουσα να δεχθεί αυτόν πυρά, αποφεύγων να πράξει τούτο πρότερον «διά το αεί έκαστον των πιστών σπουδάζειν, όστις τάχιον του χρωτός αυτού άψηται». Όταν δε το τίμιον σώμα του μάρτυρος κατεκάη, οι πιστοί περισυνέλεξαν «τα τιμιώτερα λίθων πολυτελών και δοκιμώτερα υπέρ χρυσίον οστά αυτού και απέθεντο αυτά, όπου και ακόλουθον ην», ίνα επισυναγόμενοι κατά την επέτειον του θανάτου του επιτελώσι «την του μαρτυρίου αυτού ημέραν γενέθλιον». Περί δε Ιγνατίου του Θεοφόρου ιστορείται, ότι ριφθέντος τούτου εις βρώσιν τοις θηρίοις, «μόνα τα τραχύτερα των αγίων αυτού λειψάνων περιελείφθη, άτινα εις την Αντιόχειαν απεκομίσθη και εν λίνω κατετέθη θησαυρός ατίμητος». Και κατά την μαρτυρίαν του Χρυσοστόμου τα άγια ταύτα λείψανα εδέξαντο οι Αντιοχείς «μετά στεφάνων», ου μόνον δ' αυτοί, «αλλά και πάσαι αι εν μέσω πόλεις από της Ρώμης» μέχρι της Αντιοχείας «παρέπεμπον εγκωμιάζουσαι τον στεφανίτην, ανυμνούσαι τον αγωνοθέτην, καταγελώσαι του διαβόλου». Εξ ετέρου ο μεν Ευσέβιος πληροφορεί ημάς, ότι τον του αδελφοθέου «Ιακώβου θρόνον» διεφύλαττον επιμελώς οι διάδοχοι τούτου, αποδεικνύοντες ούτως «οίον περί τους αγίους άνδρας του θεοφιλούς ένεκεν οι τε πάλαι και οι εις ημάς έσωζόν τε και αποσώζουσι σέβας». Αλλά και ο Αμβρόσιος μαρτυρεί περί του ότι οι Χριστιανοί περισυνέλεγον ευλαβώς μετά του αίματος και τους ήλους και τα τιμωρητικά όργανα, τα χρησιμοποιηθέντα υπό των δημίων προς τελείωσιν των μαρτύρων(1).

2. Αι τοιαύται δε εκδηλώσεις, αι και εις πολυαρίθμους άλλας περιστάσεις σημειωθείσαι, θα έδει να χαρακτηρισθώσιν ως όλως φυσικαί, διότι έχουσι τα προηγούμενα αυτών εν αυτή τη Βίβλω, υπό των οποίων και ενεθαρρύνθησαν εις αυτάς οι αρχαίοι Χριστιανοί. Εντεύθεν δε και χρονολογούνται ου μόνον από των νεωτέρων, αλλά και από των παλαιοτάτων χριστιανικών χρόνων. Τα εκ της Γραφής δ' ερείσματα και προηγούμενα των προς τα ιερά λείψανα εκδηλώσεων τούτων απαριθμούνται και εκτίθενται τόσον εν ταις Αποστολικαίς Διαταγαίς, όσον και υπό των Πατέρων Μ. Βασιλείου και Κυρίλλου Ιεροσολύμων. Ούτω κατά τας Αποστολικάς Διαταγάς «των παρά Θεώ ζώντων» τεθνεώτων «ουδέ τα λείψανα άτιμα», ως εμφαίνεται τούτο εκ του ότι «Ελισαίος ο προφήτης μετά το κοιμηθήναι αυτόν νεκρόν ήγειρε πεφονευμένον υπό πειρατών Συρίας· έψαυσε γάρ το σώμα αυτού των Ελισαίου οστέων και αναστάς έζησε». Εγένετο δε τούτο, ως παρατηρεί Κύριλλος ο Ιεροσολύμων, «ίνα μη μόνον των δικαίων αι ψυχαί τιμηθώσιν», αλλά και τα σώματα αυτών· επιπλέον δε, ίνα «πιστευθή ότι έγκειται εν τοις των δικαίων σώμασι δύναμις», αφού «το σώμα του προφήτου το νεκρόν επετέλεσε ψυχής έργον και το τελευτήσαν και κείμενον ζωήν παρέσχε τω τελευτήσαντι και παρασχόν ζωήν, αυτό ομοίως έμεινεν εν νεκροίς». Χωρούσαι δε αι Αποστολικαί Διαταγαί και επί άλλην εκ της Γραφής περίπτωσιν δεικνύουσαν, ότι παρά τας δια του Μωϋσέως διατάξεις περί λειψάνων και νεκρών σωμάτων καθιστώντων ακαθάρτους τους εφαπτομένους αυτά, των δικαίων τα λείψανα ουδένα και εν αυτή τη Π.Δ. μετέδιδον μολυσμόν, σημειούσι: «Και Μωσής και Ιησούς του Ναυή επεφέροντο τα λείψανα Ιωσήφ, μολυσμόν ουχ ηγούμενοι τούτο». Προσθέτει δε σχετικώς και ο Μ. Βασίλειος, ότι, «ότε ιουδαϊκώς απέθνησκον, βδελυκτά ην τα θνησιμαία· ότε δε υπέρ Χριστού ο θάνατος τίμια τα λείψανα των οσίων αυτού». Και υπό μεν της μωσαϊκής νομοθεσίας «ελέγετο τοις ιερεύσι και τοις Ναζωραίοις το Ου μιανθήσεσθε επ' ουδενί τεθνηκότι· και το Εάν τις άψηται νεκρού ακάθαρτος έσται έως εσπέρας και το Πλυνεί εαυτού τα ιμάτια. Νυνί δε ο αψάμενος οστέων μάρτυρος λαμβάνει τινά μετουσίαν αγιασμού εκ της τω σώματι παρεδρευούσης χάριτος»(2).

3. Ο δε Ιεροσολύμων Κύριλλος επάγει και εξήγησίν τινα της τοιαύτης χάριτος, η οποία από τα λείψανα των αγίων εκπορεύεται, παρατηρών ότι «έγκειταί τις δύναμις τω των αγίων σώματι δια την εν τοσούτοις έτεσιν ενοικήσασαν εν αυτώ δικαίαν ψυχήν, ης υπηρέτημα γέγονεν», τουθ' όπερ υπενθυμίζει και την βεβαίωσιν του θείου Παύλου, κατά την οποίαν και «τα σώματα ημών μέλη Χριστού εστι» και «ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος εστιν»(3). Επί πλέον ο Κύριλλος αναφέρεται και εις τα «σουδάρια και σημικίνθια» των Αποστόλων, «τα έξωθεν όντα» του σώματος αυτών και μόνων εφαπτόμενα αυτού, άτινα εκ της επαφής ταύτης προσελάμβανον τοσαύτην δύναμιν και χάριν, ώστε «των σωμάτων απτόμενα των νοσούντων ήγειρε τους ασθενείς». Ο δε θείος Χρυσόστομος την αυτήν του Ελισαίου αφήγησιν της Γραφής υπενθυμίζων παρατηρεί συναφώς, ότι ου μόνον τα σώματα, «αλλά και αυταί αι θήκαι των Αγίων πνευματικής εισι πεπληρωμέναι χάριτος». Διότι, εάν πριν ή το Άγιο Πνεύμα επισκηνώσει εν τη Εκκλησία του Χριστού, κατ' αυτούς τους χρόνους της Π.Δ. επί Ελισαίου «συνέβαινε τούτο και θήκης νεκρός αψάμενος του θανάτου τα δεσμά διέρρηξε και προς ζωήν επανήλθε πάλιν, πολλώ μάλλον νυν ότε δαψιλεστέρα η χάρις, ότε πλείων η του Πνεύματος ενέργεια εστι», επόμενον είναι εκείνος, όστις «μετά πίστεως» θα εκτείνη την χείρα, ίνα έλθη εις επαφήν προς θήκην περιέχουσαν Άγια Λείψανα «πολύν εκείθεν επισπάσασθαι δύναμιν»(4).

4. Της τοιαύτης άλλως τε δυνάμεως και χάριτος η εκπόρευσις διεπιστούτο και επεβεβαιούτο υπό της πληθύος των θαυμάτων, άτινα ελάμβανον χώραν διά της μετά πίστεως προσελεύσεως εις τους τάφους των μαρτύρων και αγίων και της ευλαβούς επαφής και προσκηνήσεως αυτών. Περί των θαυμάτων τούτων έχομεν αυθεντικάς μαρτυρίας παρεχομένας υπό επισήμων και μεγάλων της εκκλησίας πατέρων, οίοι ο Αμβρόσιος, ο Αυγουστίνος, οι Καππαδόκαι και ο Χρυσόστομος.

α) Ούτως ο μεν Αμβρόσιος εις επιστολήν τού τινα(5) επικαλείται την πείραν των προς ους επιστέλλει ταύτην σημειών, ότι «εγνωρίσατε πλείστους, ακόμη δε και δια των ιδίων σας οφθαλμών είδετε πολλούς, οίτινες ηλευθερώθησαν εκ των δαιμόνων, επί πλέον δε οίτινες ερχόμενοι, όπως εγγίσωσι τα ιμάτια των αγίων, αιφνιδίως εθεραπεύθησαν εκ πάντων των συνεχόντων αυτούς δεινών. Τα θαύματα των παλαιών καιρών ανενεώθησαν, αφ' ότου δια της ελεύσεως του Κυρίου Ιησού εξεχύθη επί της γης δαψιλεστέρα χάρις. Έχετε ίδει πλείστους θεραπευθέντας υπό μόνης της προσπεσούσης επ' αυτών σκιάς των αγίων. Πόσαι οθόναι κυκλοφορούν από χειρός εις χείρα! Πόσα ενδύματα τεθέντα επί αγίων λειψάνων απέβησαν ιαματικά δια μόνης της επαφής και περιζήτητα υπό πάντων. Πάντες ζητούν να εγγίσουν αυτά, έστω και ελαφρώς, όστις δε επέτυχε τούτου, εθεραπεύθη ευθύς».

β) Επιβεβαιών την μαρτυρίαν ταύτην του Αμβροσίου, την εξ' αφορμής της διανοίξεως των λειψάνων των αγίων Γερβασίου και Προτασίου δοθείσαν, αναφέρει και ο Αυγουστίνος διάφορα θαύματα γενόμενα υπό της χάριτος των ως άνω αγίων λειψάνων, έν εκ των οποίων υπήρξε και η θεραπεία τυφλού τινος, γενομένη εν Μεδιολάνοις «κατά την συρροήν των πιστών εις τα σώματα των μαρτύρων Προτασίου και Γερβασίου»(6).

γ) Εξάλλου Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός αναφερόμενος εις την πείραν, την οποίαν είχον οι ακροαταί του περί της δυνάμεως, της εκπορευομένης εκ των αγίων λειψάνων του Κυπριανού, παρατηρεί: «Τα δε λοιπά παρ' υμών αυτών προσθετέον, την των δαιμόνων καθαίρεσιν, την των νόσων κατάλυσιν, την του μέλλοντος πρόγνωσιν, α πάντα δύναται Κυπριανού και η κόνις μετά της πίστεως, ως ίσασιν οι πεπειραμένοι και το θαύμα μέχρις ημών παραπέμψαντες και τω μέλλοντι παραδώσοντες χρόνω». Και αλλαχού δε πάλιν ομιλών περί των αποστόλων και των λοιπών «υπέρ Χριστού σφαγίων, οί πυρί και σιδήρω και θηρσί και τυράννοις προθύμως αντηγωνίσαντο», διακηρύττει ότι παρ' αυτών «δαίμονες ελαύνονται και νόσοι θεραπεύονται» και τούτο «τα σώματα μόνον ίσα δύνανται ταις αγίαις ψυχαίς ή επαφώμενα ή τιμώμενα· ων και ρανίδες αίματος μόνον και μικρά σύμβολα πάθους, ίσα δρώσι τοις σώμασι»(7).

δ) Γρηγόριος ο Νύσσης δε προς επικύρωσιν της βεβαιώσεως αυτού, ότι εγνώριζεν, «ως ισχύουσι τα λείψανα» των μαρτύρων, και ότι αυτός εθεάσατο «της παρρησίας αυτών της προς Θεόν εναργείς αποδείξεις», αφηγείται την θεραπείαν στρατιώτου χωλού εκ των ιερών λειψάνων των Αγίων Τεσσαράκοντα(8).

ε) Αλλ' ο ιδιαιτέρως εξάρας τας εκ των αγίων λειψάνων και των θηκών αυτών εκρεούσας χάριτας και δυνάμεις υπήρξεν ο θείος Χρυσόστομος. Ούτως ο θείος Πατήρ διακηρύττει, ότι «ουχί μόνον τα οστά των μαρτύρων, αλλά και οι τάφοι αυτών και αι λάρνακες πολλήν βρύουσι την ευλογίαν». Αλλαχού δε χαρακτηρίζει τα των αγίων σώματα ως αδαμαντίνου τείχους ασφαλέστερον οχύρωμα τειχίζον την πόλιν και «καθάπερ σκόπελοί τινες υψηλοί προβεβλημένοι πανταχόθεν, ουχί μόνον τας των αισθητών και ορωμένων εχθρών προσβολάς αποκρούοντα, αλλά και τας των αοράτων διαμόνων επιβουλάς και πάσαν του διαβόλου μεθοδείαν ανατρέποντά τε και διαλύοντα» ευκολώτατα. Επί πλέον δε «κάν ο κοινός ημίν οργίζεται δεσπότης δια το πλήθος των αμαρτημάτων, δυνησόμεθα ταύτα προβαλλόμενοι τα σώματα ταχέως αυτόν ίλεων ποιήσαι τη πόλει». Και εις άλλην δε πάλιν περίπτωσιν τονίζων την δύναμιν, την οποίαν έχουσι τα οστά των αγίων παρατηρεί, ότι αύτη «δαίμονας παρίστησι και βασανίζει και των δεσμών εκείνων των πικροτάτων απολύει τους δεδεμένους». Και καθ' όν χρόνον ουδέν εκ των ορατών και αισθητών επίκειται «ταις πλευραίς του δαίμονος, φωναί και σπαραγμοί, μάστιγες, βάσανοι» ακούονται και σημειούνται, «του δαίμονος ου φέροντος την θαυμαστήν δύναμιν εκείνην». Ούτως οι «τα σώματα φορέσαντες» άγιοι «των ασωμάτων κρατούσι δυνάμεων, και η κόνις και τα οστά και η τέφρα τας αοράτους εκείνας διαξαίνει φύσεις»(9).

στ) Τέλος, ο Μέγας Βασίλειος, πεπεισμένος περί του ότι «ο αψάμενος οστέων μάρτυρος λαμβάνει τινά μετουσίαν αγιασμού εκ της τω σώματι παρεδρευούσης χάριτος», εις τον λόγον αυτού εις την μάρτυρα Ιουλίτταν διακηρύττει περί «του τιμίου σώματος» αυτής, ότι «εν τω καλλίστω προτεμενίσματι της πόλεως κείμενον αγιάζει μεν τον τόπον, αγιάζει δε τους εις αυτόν συνιόντας»(10).

Υποσημειώσεις:

(1) Μαρτύρ. Πολυκ. 13 και 18 ΒΕΠ. 3,24 και 26. Μαρτύρ. Ιγνατίου περί το τέλος ΒΕΠ. 2,341. Χρυσ. εις τον Θεοφόρον Ιγνάτιον § 5 Μ. 50,594. Ευσεβ. Εκκλ. Ιστ. VII 19 Μ. 20,681. Αμβροσίου, Exhort. Virginit. κεφ. 2 § 9 M.L. 16,354: «Nos legimus martyris clavos, et multos quidem, ut plura fuerint vulnera quam membra... Colligimus sanguinem triumphalem, et cruces lignum».

(2) Αποστ. Διαταγ. ΣΤ΄30, 5, ΒΕΠ 2,116, Δ΄ΒΑσιλ. ιγ΄ 21, Κυριλ. Ιεροσολ. Κατηχ. 18, § 16, Μ. 33, 1036, 1037, Εξοδ. ιγ΄ 19, Λευϊτ. ια΄ 39, 40, Μ. Βασ. ομιλία εις τον Ψαλμ. ριε΄ § 4, Μ. 30, 112.

(3) Κυριλ. Ιερ. ένθ. ανωτ. Α΄ Κορ. στ΄ 15 και 19. Εις το αυτό χωρίον αναφέρεται και ο Ιερεμίας (ένθ' ανωτ.) δια να θέση εν συνεχεία το ερώτημα: «Πώς ουν ου τιμητέον τους εμψύχους ναούς του Θεού; Ούτοι ζώντες εν παρρησία τω Θεώ παρεστήκασι· πηγάς ημίν σωτηρίους ο Χριστός πολλάς ανέωξεν... Αλλά και τα τούτων άγια λείψανα πολυτρόπως τας ευεργεσίας πηγάζουσι. Και μηδείς απιστείτω. Ει γαρ εξ ακροτόμου πέτρας ύδωρ εν ερήμω επήγασε, και εκ σιαγόνος όνου ύδωρ τω Σαμψών διψώντι, εκ μαρτυρικών λειψάνων τοιαύτα γίνεσθαι άπιστον

(4) Κυρίλ. Ιερος. ένθ' ανωτ. Χρυσ. Εγκώμ. εις Ιγνάτιον τον Θεοφόρον § 5, Μ. 50, 595.

(5) XXII § 9, P. L. 16, 1064.

(6) De civit. XXII 8 § 2 M. L. 41, 701 «Miraculum quod Mediolani factum est... quando inluminatus est caesus... res gesta est concurrente ad corpora martyrum Protasii et Gervasii». Εν συνεχεία δε αναφέρονται και άλλα θαύματα.

(7) Γρηγ. Ναζ. Λόγος 24, εις ιερομ. Κυπριανόν § 18, Μ. 35, 1192. Του αυτού λόγος 4 κατά Ιουλιανού Α § 69, Μ. 35, 589.

(8) Λόγος Α΄ εις τους Τεσσαράκοντα μάρτυρας, Μ. 46, 784.

(9) Χρυσ. Εις μάρτυρας ομιλία, Μ. 50, 664. Του αυτού εις μάρτυρας Αιγυπτίους, § 1, M. 50, 694, 695. Του αυτού εις την Β΄ Κορ. ομιλ. 26, § 5, Μ. 61, 583.

(10) Μ. Βασ. ομιλία εις τον ψαλμόν ριε΄ § 4, Μ. 30, 112. Του αυτού εις την μάρτυρα Ιουλίτταν § 2, Μ. 31, 241. Και ο Κριτόπουλος ομιλών περί της τιμής, την οποίαν «απονέμει η Εκκλησία τοις αγίοις λειψάνοις» διεξηγεί τον λόγον της απ' αυτών εκπορευομένης χάριτος ως εξής: «Επειδή οι εθνικοί ... επονείδιστον και εφύβριστον ηγούντο τον υπέρ Χριστού θάνατον, ο Θεός... τίμιον και ένδοξον θέλων αποδείξαι τον τοιούτον τρισόλβιον θάνατον, άτε δη υπέρ του Μονογενούς αυτού Υιού γενόμενον, επέθηκε τοις λειψάνοις των υπέρ εκείνου θανόντων χάριν και δωρεάν του παναγίου Πνεύματος... Ότι δε αληθώς χάρις του Παναγίου Πνεύματος προσετέθη τοις αγίοις λειψάνοις, μαρτυρούσι πολλοί των αρχαιοτάτων της Εκκλησίας συγγραφέων, και σοφοί και άγιοι, τα δια των αγίων λειψάνων γενόμενα θαύματα, οίον δαιμόνων φυγάς και ποικίλλων νοσημάτων θεραπείαν» (Κεφ. ιστ΄ Ι. Καρμίρη, Τα Δογματικά ΙΙ σελ. 547).



Πηγή: Παναγιώτου Τρεμπέλα, Δογματική τ. Γ΄, εκδ. Σωτήρος (τρίτη έκδοσις), Αθήναι 2003, σελ. 399 – 402.

ρωμηός

Νομίζω ότι στα περισσότερα ερωτήματά σου Βίκυ θα βρεις απάντηση μέσα από το κείμενο αυτό το αειμνήστου Καθηγητού Παναγιώτη Τρεμπέλα!
Έτσι, λοιπόν, αναφορικά με το «πότε». Είναι κατάδηλο ότι τιμή προς τα λείψανα των αγίων είναι αρχαιοτάτη συνήθεια και πίστη της Εκκλησίας. Τις ρίζες αυτής της πίστεως, παρά τις εξ αντιθέτου διατάξεις της Π.Δ., τις βρίσκουμε και πριν από την έλευση του Χριστού στη ζωή του Ισραηλιτικού λαού. Αλλά κι μετά από την έλευση του Χριστού, η ιδία πίστη εξακολουθεί να υπάρχει. Γι' αυτό και βλέπουμε από τους πρώτους κιόλας αιώνες (αγ. Πολύκαρπος) να τιμώνται τα λείψανα των αγίων.

Αναφορικά δε με το ερώτημά σου «με ποια λογική», θα έλεγα ότι βαρύνουσα σημασία έχει ο λόγος του Αποστόλου Παύλου: «τα σώματα ημών μέλη Χριστού εστι» και «ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος εστιν»! Η βασική αυτή πίστη της Εκκλησίας για το σώμα (που φανερώνεται σε όλο το μεγαλείο της στη ανάσταση του σώματος και στην εντεύθεν απόλαυση της ουρανίου και θείας αιωνιότητος, καθόσον εκεί ενώνεται πάλι μετά της ψυχής) διαλύει κάθε απόπειρα αποπνευματοποιήσεως και α-σαρκοποιήσεως (ας μου επιτραπεί ο όρος) του ανθρώπου. Το Άγιο Πνεύμα καθαγιάζει «σύνολο» τον άνθρωπο, ο οποίος σύγκειται εκ σώματος και ψυχής. Το σώμα του θεωθέντος και δοξασθέντος αγίου, δεν εξαιρείται από τον αγιασμό και τον δοξασμό. Θεώνεται και το σώμα και η ψυχή, δηλαδή ο άνθρωπος! Αυτή η βασική πίστη της Εκκλησίας επιτρέπει αφενός μεν να τιμούμε τα λείψανα των αγίων, αφ' ετέρου δε εξηγεί και τα θαύματα και την αφθαρσία των λειψάνων αυτών!

Επομένως, η τιμή και η προσκύνηση των λειψάνων (όπως και των εικόνων άλλωστε) δεν είναι απλά παράδοση αλλά στηρίζεται σε βασικά και κομβικά σημεία της πίστεως μας και της διδασκαλίας της Εκκλησίας.

Παρόλο που το λεπτομερέστατο και πατερικά τεκμηριωμένο κείμενο του αειμνήστου καθηγητή, υπερ-αρκεί για να απαντηθούν οποιαδήποτε ερωτήματά μας, ας μου επιτραπεί να προσθέσω μερικά ακόμα αποσπάμαστα από έργα άλλων θεολόγων.

Περιμένουμε βέβαια και τον Στάμποζ (άμποτε τελειώσει με τα uploads & downloads) να μας δώσει πιο ακριβείς και τεκμηριωμένες απαντήσεις!

ρωμηός

Περί των Αγίων και των ιερών Λειψάνων

του Βασιλείου Γιαννοπούλου

Η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος δεν ασχολήθηκε ειδικά με τη διερεύνηση και τη διατύπωση της πίστεως της Καθολικής Εκκλησίας για τους Αγίους, τις πρεσβείες των Αγίων, και τα ιερά Λείψανα. Εντούτοις στα Πρακτικά της βρίσκουμε αρκετά στοιχεία που, παρά τον περιπτωσιολογικό τους χαρακτήρα, μας επιτρέπουν να μορφώσουμε σαφή εικόνα για ορισμένες όψεις της διδασκαλίας της εκκλησιαστικής παραδόσεως γι' αυτά. Άλλωστε, το δόγμα περί των ιερών εικόνων, και ειδικότερα η αγιαστική ιδιότητα και η τιμητική τους προσκύνηση, βρίσκεται σε στενή σχέση προς τα δόγματα περί των Αγίων και των ιερών τους Λειψάνων. Και στις δύο περιπτώσεις η σχετική διδασκαλία της Εκκλησίας επηρεάζεται από την αποδοχή εκ μέρους της τής δυνατότητας αγιασμού της ύλης, κατά μετοχή και μέθεξη στην αγιότητα του Θεού, η οποία δικαιολογείται από το γεγονός της προσλήψεως από το Λόγο της ανθρώπινης φύσεως και της θεώσεώς της ασυγχύτως και ατρέπτως, και συναρτάται προς την εσχατολογική εκλάμπρυνση και δόξα των δικαίων, ώστε να αποβούν «σύμμορφοι τω σώματι της δόξης» του Χριστού(1) .

Οι ακραίοι Εικονομάχοι, όπως έχουμε και άλλου παρατηρήσει, διέκριναν ριζικά μεταξύ αγίου και βέβηλου, ακτίστου και κτιστού. Η ύλη παρέμεινε γι' αυτούς κτιστή και δεν υπήρχε καμμία δυνατότητα να αποκτήσει θείες ιδιότητες και ειδικότερα να γίνει κοινωνός της αγιότητας του Θεού. Γι\' αυτό και την απόδοση από τους Εικονοφίλους των χαρακτηρισμών θείος και άγιος σε πρόσωπα ή πράγματα, εκτός από το Θεό, την εκλάμβαναν ως τεκμήριο της θεοποιήσεώς τους από τους Εικονοφίλους, τη δε τιμητική προσκύνηση τους ως ειδωλολατρία(2) .

Ο Ιωάννης Δαμασκηνός είχε ορθώς κατανοήσει τα κίνητρα των Εικονομάχων, όταν έλεγε ότι η πολεμική τους κατά των ιερών εικόνων κατευθυνόταν από την εχθρότητα τους κατά των Αγίων(3) . Πράγματι, κατά το βιογράφο του αγίου Νικήτα, ο Κωνσταντίνος ο Ε\' δεν ονόμαζε αγία την Παρθένο Μαρία (4) . Η είδηση αυτή επιβεβαιώνεται από το παραδιδόμενο με το όνομα του Ιωάννου Δαμασκηνού έργο Adversus Constantinum Cabalinum (5) και από το Βίο του αγίου Στεφάνου του Νέου (6) . Κατά τον Γεώργιο τον Μοναχό ο Κωνσταντίνος Ε\' «θεσμόν επί λαού καθολικόν» εξέδωσε, με τον οποίο απαγόρευε την προσωνυμία της Παρθένου «Θεοτόκος» και «αγία», καθώς και την επίκληση των πρεσβειών της (7) . Αλλά και ο Μιχαήλ ο Τραυλός (820-829), σύμφωνα με όσα παραδίδει ο Συνεχιστής του Θεοφάνους, «εθέσπισε μή τινι των γεγραμμένων εικόνων, καν ει που γραφόμεναι τύχοιεν, την άγιος φωνήν εγχαράττεσθαι, ως ουκ άλλω τινί ταύτην αρμόζει επιγράφεσθαι ή τω Θεώ» (8) .

Κατά τους ακραίους Εικονομάχους, λοιπόν, οι Άγιοι ήσαν κοινοί άνθρωποι και επομένως όχι μόνο δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν εκείνους που τους επικαλούνται αλλά και οι ίδιοι έχουν ανάγκη του θείου ελέους. Ο πατριάρχης Νικηφόρος αναφέρει ότι ο «Κοπρώνυμος» «ήχθετο λίαν και ηγανάκτει επί τη του ονόματος (Θεοτόκος) επικλήσει, όπερ ην Χριστιανοίς σύνηθες... Έπειτα παραχαράσσει και παραποιείται όσα επί τω ονόματι αυτής επεκέκλητο, και εν λιταίς προς τον τεχθέντα εξ αυτής και δεήσεσιν εν άσμασιν αεί ανεφώνουν υπέρ της του κοινού παντός σωτηρίας οι δεόμενοι ... Και τέλεον ταις πρεσβείαις αυτής απαναίνεται, εξ ων τοις δεχομένοις αικία ου μικρά ή δίκη επήρτητο. Και τι χρη τα καθέκαστον λέγειν, μηδέ μνήμην οπωσούν του ονόματος εγγίνεσθαι πώποτε» (9) .

Η άρνηση της αγιότητας των Αγίων με το σκεπτικό ότι άγιος είναι μόνο ο Θεός καταστρέφει τη γέφυρα που συνδέει τους Αγίους με το Θεό. Έτσι οι Άγιοι παραμένουν κτιστοί, δημιουργήματα, και επομένως δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν εκείνους που επικαλούνται τη βοήθεια τους. Η απόρριψη της «μεσιτείας» της Θεοτόκου και των Αγίων οδήγησε το εικονομαχικό κατεστημένο στην επιβολή καινοτομιών και τροποποιήσεων στη λειτουργική και λατρευτική πράξη της Εκκλησίας. Ορισμένες εορτές και λατρευτικές εκδηλώσεις καταργήθηκαν. Οι «ακολουθίες» συντομεύθηκαν, λόγω αφαιρέσεως των ύμνων εκείνων, στους οποίους γινόταν επίκληση των πρεσβειών της Θεοτόκου και των Αγίων (10) . Περιττή θεωρούσαν και την «κατάθεση» αγίων Λειψάνων κατά τον εγκαινιασμό των ιερών ναών. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις τα κατατεθέντα σεπτά Λείψανα απομακρύνθηκαν από τα ιερά Θυσιαστήρια, θεωρούμενα άνευ αξίας, αφού σε τίποτα γι' αυτούς δεν διέφεραν από τα οστά των κοινών ανθρώπων.

Η μη αποδοχή από τους ακραίους Εικονομάχους της δυνατότητας καθαγιασμού της ύλης είχε ως επακόλουθο τη μη διαστολή μεταξύ κοινού-βεβήλου και αγίου, με αποτέλεσμα: α) την περιφρόνηση έναντι του μοναχισμού β) την αθέτηση της διδασκαλίας της Εκκλησίας ότι με τις προσευχές, τις νηστείες και τη συμμετοχή στη λατρευτική πράξη της Εκκλησίας επιτυγχάνεται η ηθική πρόοδος και ο αγιασμός του πιστού γ) το σφετερισμό ιερών σκευών και λοιπών εκκλησιαστικών ειδών (11) δ) την «αρπαγή» ιερών ναών και μονών και τη μεταποίηση τους σε κοσμικά «καταγώγια» (12) κ.λπ.

Τις παραπάνω ακραίες εικονομαχικές θέσεις και ενέργειες δεν ήταν δυνατόν να υιοθετήσει η σύνοδος της Ιερείας. Η σύνοδος εκείνη αρκέσθηκε στην υιοθέτηση των θέσεων της Εικονομαχίας που αφορούσαν μόνο τις ιερές εικόνες. Την αγιότητα των εικόνων απέρριπτε με το επιχείρημα ότι δεν αγιάζονται με κάποια ειδική ευχή «ίνα εκ τούτου προς το άγιον εκ του κοινού» μετενεχθούν, με αποτέλεσμα να παραμένουν ύλη «κοινή και άτιμος» (13) . Η διδασκαλία της όμως περί των Αγίων βρίσκεται σε πλήρη εναρμόνιση προς τη διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας.
Κατά τη σύνοδο, λοιπόν, της Ιερείας «οι τω Θεώ ευαρεστήσαντες Άγιοι και παρ' αυτού τιμηθέντες τω αξιώματι της αγιότητος ζώσιν αεί Θεώ καν ενθένδε μετέστησαν» (14) . Στην προσπάθεια της δε να δικαιολογήσει το ανεπίτρεπτο, ανάρμοστο, και ασεβές της εξεικονίσεως από τους Εικονοφίλους της Θεοτόκου και των Αγίων, έθετε το ερώτημα: «Πως δε και την πανύμνητον μητέρα του Θεού, εν η επεσκίασε το πλήρωμα της Θεότητος, δι' ης ημίν έλαμψε το φως το απρόσιτον, την υψηλοτέραν των ουρανών και αγιωτέραν των Χερουβίμ, εν τη χυδαία του Έλληνος τέχνη γράφειν κατατολμώσιν; Ή πάλιν τους μέλλοντας συμβασιλεύειν τω Χριστώ, συγκαθέδρους τε γίνεσθαι και κρίνειν την οικουμένην (15) , και συμμόρφους της δόξης αυτού έσεσθαι (16) , ων, ως τα λόγιά φασιν, ουκ ην άξιος ο κόσμος (17) , ουκ εντρέπονται τη του Έλληνος αναγράψασθαι τέχνη; Ου θεμιτόν γαρ τοις ελπίδα αναστάσεως κεκτημένοις Χριστιανοίς δαιμονολατρών εθνών έθεσι χρήσθαι και τους τοιαύτη μέλλοντας δόξη φαιδρύνεσθαι αγίους (18) εν αδόξω και νεκρά ύλη καθυβρίζειν. Ημείς γαρ παρά των αλλότριων ου δεχόμεθα τας αποδείξεις της καθ' ημάς πίστεως. Και γαρ των δαιμόνων θεολογούντων τον Ιησούν (19) , επετίμα αυτοίς, απαξιών υπό δαιμόνων μαρτυρείσθαι» (20) . Ισχυριζόταν δηλαδή η σύνοδος της Ιερείας ότι δεν πρέπει να εξεικονίζονται η Θεοτόκος και οι Άγιοι, επειδή: 1) η χρήση εικόνων αποτελεί συνήθεια «δαιμονολατρών εθνών» και αντιβαίνει στη φύση και στην πνευματικότητα του Χριστιανισμού 2) η οποιαδήποτε χρησιμότητα των εικόνων δεν αντισταθμίζει τον μέγα κίνδυνο της πτώσεως δι' αυτών στην ειδωλολατρία και επομένως είναι απόβλητες, σύμφωνα άλλωστε και με το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, ο οποίος διέταξε τα δαιμόνια να σιωπήσουν, μολονότι στην περίπτωση εκείνη ορθώς θεολογούσαν υπέρ αυτού (21) και 3) η εξεικόνιση των ηρώων της πίστεως, σύμφωνα με την ειδωλολατρική συνήθεια, αποτελεί «βλασφημία» και βεβήλωση αυτών.

Σε άλλο σημείο του όρου της η σύνοδος της Ιερείας δογμάτιζε: «Ει τις ουχ ομολογεί άπαντας τους απ' αιώνος και μέχρι του νυν αγίους, προ νόμου και εν νόμω και εν χάριτι τω Θεω ευαρεστήσαντας, τίμιους είναι ενώπιον αυτού ψυχή τε και σώματι (22) , και τας τούτων ουκ εξαιτείται προσευχάς, ως παρρησίαν εχόντων υπέρ του κόσμου πρεσβεύειν, κατά την εκκλησιαστικήν παράδοσιν, ανάθεμα» (23) .

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι κατά τη σύνοδο της Ιερείας, η οποία στο σημείο τούτο διερμήνευε ορθώς τη διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας: α) Όσοι ευαρέστησαν το Θεό, τιμήθηκαν από αυτόν με το αξίωμα της αγιότητας β) οι Άγιοι «ζώσιν αεί τω Θεώ, καν ενθένδε μετέστησαν», και είναι «τίμιοι» ενώπιον του Θεού «ψυχή τε και σώματι» γ) οι Άγιοι μέλλουν να δοξασθούν, να γίνουν σύμμορφοι του δοξασθέντος σώματος του Χριστού, και να αναδειχθούν σε συγκαθέδρους και συμβασιλείς του Χριστού και δ) η Θεοτόκος, «εν η επεσκίασε το πλήρωμα της Θεότητος» και «δι' ης έλαμψε το φως το απρόσιτον», είναι υψηλότερα (κατά τη δόξα) των ουρανών και αγιοτέρα των Χερουβίμ. Το σημείο εκείνο, το οποίο πρέπει να υπογραμμίσουμε, είναι η πίστη της Καθολικής Εκκλησίας ότι και οι Άγιοι βρίσκονται στη λεγόμενη Μέση Κατάσταση των ψυχών, αφού δεν έχουν λάβει το πλήρωμα της εσχατολογικής δόξας των δικαίων στη Βασιλεία των Ουρανών. Αυτό όμως δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα και για τη Θεοτόκο (24) . Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος σε γραπτή «εκφώνηση»-δήλωσή της, στην οποία θα αναφερθούμε και πάλι στη συνέχεια, έλεγε: «Ασπαζόμεθα δε και τας κυριακάς και αποστολικάς και προφητικάς φωνάς, δι' ων τιμάν και μεγαλύνειν εδιδάχθημεν, πρώτα μεν την κυρίως και αληθώς Θεοτόκον, την ανωτέραν πασών των ουρανίων δυνάμεων τας τε αγίας και αγγελικάς δυνάμεις, τους τε μακαρίους και πανευφήμους αποστόλους, προφήτας τε τους ενδόξους και τους καλλινίκους και υπέρ Χριστού αθλήσαντας μάρτυρας και τους αγίους και θεοφόρους διδασκάλους και πάντας τους οσίους άνδρας• και εξαιτείσθαι τας τούτων πρεσβείας, ως δυναμένας ημάς οικειώσαι τω παμβασιλεί των όλων Θεώ, φυλάττοντας δηλαδή τας αυτού εντολάς και εναρέτως βιούν προαιρουμένους» (25) . Στο σημαντικό αυτό επίσημο κείμενο της Συνόδου η Θεοτόκος διακρίνεται, θα λέγαμε, από όλη την άλλη λογική τόσο την πνευματική (άγγελοι), όσο και την υλική (άνθρωποι) δημιουργία. Η διάκριση αυτή αφήνει ερωτηματικά για το αν η Θεοτόκος βρίσκεται στη Μέση Κατάσταση, και ειδικότερα για το αν η Θεοτόκος προγεύεται των αγαθών της Αιώνιας Ζωής, όπως οι Άγιοι, ή απολαμβάνει την πλήρη μακαριότητα όπως οι άγγελοι. Εάν, βέβαια, δεχθούμε ότι: α) Μέση Κατάσταση είναι η περίοδος που διανύει η ψυχή από την έξοδό της από το σώμα ως την επανένωση της με αυτό, κατά την «κοινή ανάσταση», οπότε και οι δίκαιοι, «ψυχή τε και σώματι» θα απολαύσουν την αρμόζουσα στον καθένα τους μακαριότητα σ' όλη την πληρότητα της, και β) το σώμα της Θεοτόκου «μετέστη εις ουρανούς» μεν, δεν αναστήθηκε όμως ακόμη, αλλά θα αναστηθεί κατά την «κοινή ανάσταση» όλου του ανθρωπίνου γένους, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να συναποδεχθούμε ότι και η Θεοτόκος, ως προς το σημείο αυτό, ανήκει στη Μέση Κατάσταση.

Στην κατάσταση, στην οποία βρίσκονται οι Άγιοι, αναφέρεται και το «Συνοδικόν Θεοδώρου Ιεροσολύμων», το οποίο η Σύνοδος της Νικαίας (787) επικύρωσε. Το σημείο του «Συνοδικού» που μας ενδιαφέρει έχει ως έξης: «Αι ψυχαί αυτών (=των Αγίων) εν χειρί Θεού πεφήνασιν, ως γέγραπται. Ζωή γαρ ων ο Θεός και φως, και οι εν χειρί Θεού όντες άγιοι, εν ζωή και φωτί υπάρχουσι και δια τούτο τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος των οσίων αυτού» (26) .

Συνεχίζεται

ρωμηός

Συνοψίζοντες τα λεχθέντα, παρατηρούμε ότι, κατά την αρχαία παράδοση της Καθολικής Εκκλησίας, Άγιοι είναι τα πρόσωπα εκείνα, τα οποία κατά ιδιαίτερο τρόπο ευαρέστησαν το Θεό, οι δε ψυχές τους βρίσκονται «εν χειρί Θεού» και «εν ζωή και φωτί». Ευαρέστησαν δε το Θεό, από τον όποιο και τιμήθηκαν με το «αξίωμα της αγιότητος», με το να αναδειχθούν σε «θεράποντας» και σε «ευδοκίμους και φίλους του Θεού». Τούτο δε το πέτυχαν, σύμφωνα με τον Γερμανό Κωνσταντινουπόλεως, «πράξεσί τε αγαθαίς και τω κηρύγματι της αληθείας και υπομονή των υπέρ αυτού παθημάτων» (27) .
Η ενδιαφέρουσα άποψη ότι οι Άγιοι τιμήθηκαν από το Θεό με το «αξίωμα της αγιότητος» αποκλείει τη δυνατότητα να συναριθμήθηκαν στους Αγίους πρόσωπα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν άξιοι του αξιώματος αυτού, πλην όμως δεν δίνει απάντηση στο ερώτημα• πως η Εκκλησία γνωρίζει εκείνους που ο Θεός έχει αναδείξει Αγίους; Η αναγνώριση της αγιότητας των Αγίων από την Εκκλησία είναι ένα θέμα ευρύ και οπωσδήποτε δύσκολο. Δεν είναι δυνατόν δε να ασχοληθούμε εδώ με αυτό, αφού άλλωστε οι πηγές μας δεν αναφέρουν κάτι το σχετικό (28) . Φαίνεται όμως ότι η Εκκλησία σε ορισμένες περιπτώσεις «κατ' άκραν οικονομίαν» συναριθμούσε στους Αγίους επώνυμα κυρίως πρόσωπα (πατριάρχες, αυτοκράτορες κ.λπ.), παραπέμποντας στη λήθη κάποιες ενέργειες τους, οι οποίες μάλλον τους καθιστούσαν παράδειγμα προς αποφυγήν. Ας θυμηθούμε την περίπτωση του Ιουστινιανού, ο οποίος διεκδικούσε το δικαίωμα να ρυθμίζει ο ίδιος τα εκκλησιαστικά πράγματα, ακόμη και τα δογματικά ζητήματα, και ο οποίος λίγο προ του θανάτου του, με σχετικό διάταγμα, επέβαλε τον Αφθαρτοδοκητισμό (29) . Σε λόγους «τακτικής» μάλλον οφείλεται και η συναρίθμηση στους Αγίους αδιάκριτα όλων των επισκόπων που πήραν μέρος στις Οικουμενικές Συνόδους (30) . Η εισαγωγή της κάθε νέας Οικουμενικής Συνόδου στο Εορτολόγιο της Εκκλησίας απέβλεπε στην αναγνώριση της οικουμενικότητας της και στην αποδοχή του δόγματος της. Για τον ίδιο λόγο, όσοι συνεργούσαν σε Οικουμενική Σύνοδο στη διατύπωση της ορθόδοξης πίστεως ονομάζονταν Πατέρες και Άγιοι, ενώ οι αντιτασσόμενοι υποβάλλονταν σε ανάθεμα. Η Δ\', λ.χ., Οικουμενική Σύνοδος στον Όρο της αποφαίνεται: «Ορίζομεν... προλάμπειν μεν της ορθής και αμωμήτου πίστεως την έκθεσιν των τιη\' αγίων και μακαρίων Πατέρων των εν Νικαία... συναχθέντων..., κρατείν δε και τα παρά των ρν\' αγίων Πατέρων...». Ομοίως και η ΣΤ\': «...ταις αγίαις και οικουμενικαίς πέντε Συνόδοις εν άπασιν ευσεβώς συνεφώνησε• φαμέν δη τη των τριακοσίων δέκα και οκτώ εν Νικαία συνελθόντων αγίων Πατέρων... και τη μετ' αυτήν εν Κωνσταντινουπόλει των εκατόν πεντήκοντα θεοφόρων ανδρών... ομοίως και τη εν Εφέσω... [των] διακοσίων θεσπέσιων ανδρών, και τη εν Χαλκηδόνι των εξακοσίων τριάκοντα θεοπνεύστων Πατέρων... και τη τελευταία τούτων πέμπτη αγία Συνόδω». Η Ζ\' όμως Οικουμενική δεν μιμήθηκε στο σημείο αυτό τις προηγούμενες Συνόδους. Αυτή έβλεπε την Οικουμενική Σύνοδο μάλλον ως εκκλησιαστικό θεσμό και όχι ως συνάθροιση Πατέρων. Έτσι, λοιπόν, στον Όρο της λέγει ότι έπεται «ταις αγίαις οικουμενικαίς Συνόδοις, ήτοι «τη εν τη... Νικαία... συναθροισθείση, τη... εν τη... βασιλίδι πόλει», «τη εν Εφέσω, τη εν Χαλκηδόνι» κ.ο.κ. Νομίζουμε ότι η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος ακολουθεί στην προκειμένη περίπτωση τη «δογματική ακρίβεια», ενώ οι προηγούμενες εφαρμόζουν την αρχή της «οικονομίας». Είναι γνωστό ότι σημαντικός αριθμός επισκόπων-μελών Οικουμενικών Συνόδων αργότερα υπαναχώρησαν και τάχθηκαν ενάντια προς τη Σύνοδο, στην οποία μετείχαν και είχαν αποδεχθεί το δόγμα της, μερικοί μάλιστα από αυτούς έχουν καταδικασθεί ως αιρετικοί. Η συναρίθμηση στους Αγίους, πάντως, όλων ανεξαιρέτως των επισκόπων που πήραν μέρος σε Οικουμενική Σύνοδο (γιατί μόνο των επισκόπων ή των εκπροσώπων των επισκόπων, όταν πολύ σημαντική για την επιτυχία της κάθε Συνόδου υπήρξε και η συμβολή του αντιστοίχου αυτοκράτορα και των συμμετασχόντων σ' αυτή «αρχόντων»;) και η επίκληση των πρεσβειών τους τείνει να μεταβάλει την Οικουμενική Σύνοδο σ' ένα είδος «προβατικής κολυμβήθρας» (31) , μέσα στην οποία αποπλένονται όλες οι αμαρτίες των «εισερχομένων» και μάλιστα και όσες πρόκειται να διαπραχθούν στο μέλλον.
Η τέλεση της Μνήμης των Αγίων, η ανέγερση επ' ονόματι αυτών ιερών ναών, η κατασκευή προς τιμή τους εικόνων και η τιμητική προσκύνηση αυτών, και των Λειψάνων τους, δεν αποτελούν αυτοσκοπό . Οι Άγιοι δεν έχουν ανάγκη από τη δική μας αναγνώριση και την απόδοση σ' αυτούς τιμής, ούτε αποκτούν την αγιότητα ή επί πλέον αγιότητα, επειδή εμείς τους τιμάμε ως Αγίους και επικαλούμαστε τις πρεσβείες τους.
Βέβαια οι Άγιοι δικαιούνται να τους απονέμεται σεβασμός και τιμή, διότι αυτοί ανάλωσαν τη ζωή τους για τη δόξα του Τριαδικού Θεού, την επικράτηση των αρχών του Ευαγγελίου και την καθίδρυση και εμπέδωση της Εκκλησίας του Χριστού. Εμείς είμαστε τα «εν Χριστώ» τέκνα τους, και αυτοί είναι οι πνευματικοί μας πατέρες. Υπήρξαν «ταμεία Θεού και καθαρά καταγώγια» αλλά και του «αγίου Πνεύματος ακηλίδωτα έσοπτρα». Τώρα δε στον ουρανό οι ψυχές τους αγρυπνούν «δια παντός υπεράνω των νοητών αυτής (=της Εκκλησίας) επάλξεων» και έρχονται αρωγοί στις ανάγκες του βίου των πιστών με τις πρεσβείες τους προς τον Κύριο. Δεν χρειάζεται να λεχθεί ότι οι Άγιοι, είτε εμείς τους το ζητήσουμε αυτό είτε όχι, δέονται στο Θεό υπέρ όλων των ανθρώπων. Αν δέονταν μόνο υπέρ των κατά σάρκα συγγενών τους και υπέρ εκείνων που τους επικαλούνται, μάλλον δεν θα ήσαν άξιοι της αγιότητας. Προστιθέμενες όμως οι δεήσεις και οι πρεσβείες των Αγίων στις δικές μας προσευχές και δεήσεις διαμέσου αυτών προς τον Κύριο, πιστεύεται ότι έτσι οι δεήσεις μας γίνονται περισσότερο αποτελεσματικές. Κατά την επιστολή του Ιακώβου, «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργούμενη» (32) . Άλλωστε και ο Παύλος ζητούσε υπέρ αυτού τις δεήσεις, τις προσευχές, των πιστών (33) . Ο Ιάκωβος μάλιστα προτρέπει τους πιστούς: «Προσεύχεσθε υπέρ αλλήλων, όπως ιαθήτε» (34) . Η αποτελεσματικότητα των δεήσεων υπέρ τρίτων είναι, επομένως, διδασκαλία της αγίας Γραφής. Διδασκαλία της πατερικής και συνοδικής παραδόσεως είναι και η αποτελεσματικότητα των πρεσβειών της Θεοτόκου και των Αγίων, η οποία θεμελιώνεται στην ειδική θέση και σχέση που βρίσκονται αυτοί απέναντι στο Θεό.
Η απόδοση τιμής στους Αγίους, στα ιερά Λείψανα και στις σεπτές εικόνες αποτελεί πρωτίστως τιμή, δόξα και προσκύνηση του Θεού, υπέρ της δόξας του ονόματος του οποίου ανάλωσαν τη ζωή τους οι Άγιοι, γι' αυτό δε και τιμήθηκαν από το Θεό με το «αξίωμα της αγιότητος». Ο πατριάρχης Γερμανός στην επιστολή του Προς Θωμάν Κλαυδιουπόλεως με σαφήνεια περισσή δηλώνει ότι η απονεμόμενη στους Αγίους τιμή ανατρέχει στον Χριστό, επικαλούμενος υπέρ της απόψεως του αυτής τη ρήση του Μ. Βασιλείου: «Η προς τους αγαθούς των ομοδούλων τιμή απόδειξιν έχει της προς τον κοινόν Δεσπότην εύνοιας» (35) . Εάν η περιποίηση τιμής και η προσφορά υπηρεσιών προς έναν από τους ελάχιστους αδελφούς του Χριστού, κατά τα Κυριακά λόγια (36) , ανατρέχει στον ίδιο τον Ιησού Χριστό, πόσο βεβαιότερο είναι τούτο προκειμένου για τους Αγίους, τους «θεράποντας» και «φίλους» αυτού, οι οποίοι μάλιστα «ταμεία Θεού και καθαρά καταγώγια γεγόνασι και του αγίου Πνεύματος ακηλίδωτα έσοπτρα αλλά και αι ψυχαί αυτών εν χειρί Θεού πεφήνασιν» (37) . Επομένως, «εν αγίω Πνεύματι» οι Άγιοι δύνανται να γνωρίζουν το περιεχόμενο των δεήσεων μας προς αυτούς. Το άγιο Πνεύμα επίσης είναι αυτό, το οποίο χορηγεί στους Αγίους, στα ιερά Λείψανα και στις σεπτές εικόνες την αγιαστική και τη θαυματουργική ιδιότητα και αυτό εγγυάται την τελεσφόρηση των πρεσβειών των Αγίων υπέρ ημών.
Η απονομή της τιμής που αρμόζει στους Αγίους αποτελεί καθήκον για μας. Η εκτέλεση όμως αυτού του καθήκοντος ωφελεί τους εκτελούντες αυτό και όχι εκείνους για τους οποίους εκτελείται. Η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος στη γνωστή «εκβόηση» - γραπτή δήλωση της - έλεγε ότι πρέπει να επικαλούμαστε «τας τούτων (=των Αγίων) πρεσβείας, ως δυναμένας ημάς οικειώσαι τω παμβασιλεί των όλων Θεώ, φυλάττοντας δηλαδή τας αυτού εντολάς και εναρέτως βιούν προαιρουμένους» (38) . Οι πρεσβείες, λοιπόν, των Αγίων, ιδιαίτερα δε της Θεοτόκου, δύνανται να μας οικειώσουν με το Θεό, να μας συμφιλιώσουν δηλαδή ή καλύτερα να μας φέρουν κοντά στο Θεό, και να μας προδιαθέσουν φιλικά προς αυτόν, αφού ο Θεός είναι φίλος προς όλους τους ανθρώπους, αγαπά και αυτούς ακόμη τους αμαρτωλούς και αναμένει τη μετάνοια τους. Η τελευταία, βέβαια, πρόταση: «φυλάττοντας... προαιρουμένους», δημιουργεί κάποιες ερμηνευτικές δυσκολίες. Εκ πρώτης όψεως ο αναγνώστης σχηματίζει τη γνώμη ότι, κατά τη Σύνοδο, οι πρεσβείες των Αγίων δύνανται να μας «οικειώσουν» με το Θεό, εφόσον βέβαια φυλάττουμε τις εντολές του και επιθυμούμε διακαώς να ζούμε εναρέτως. Αλλά, εάν φυλάττουμε τις εντολές του Θεού και προαιρούμασθε να βιώνουμε εναρέτως, τότε οι πρεσβείες των Αγίων ίσως δεν μας είναι απαραίτητες. Νομίζουμε ότι δεν ήταν αύτη η σκέψη της Συνόδου. Όπως προκύπτει από την όλη διδασκαλία της, αυτός που αγαπά και σέβεται τους φίλους του Θεού, για την προς το Θεό φιλία τους, που τιμά τη Μνήμη τους και επικαλείται τις πρεσβείες τους, δεν μένει στους τύπους, αλλά καταβάλλει κάθε προσπάθεια να εφαρμόσει στη ζωή του τις παραινέσεις αυτών και να μιμηθεί το παράδειγμα τους, προκειμένου να καρποφορήσει η προσπάθεια του για την ηθική εξομοίωση του με το Θεό. Για την καρποφορία της προσπάθειας του αυτής έχει πολύτιμο συνεργό τις πρεσβείες των Αγίων, οι όποιες γι' αυτόν υλοποιούνται στη μετοχή και στην κοινωνία της χάριτος, της ευλογίας και του αγιασμού των Αγίων που απορρέουν από το Θεό και διαπορθμεύονται σ' αυτόν μέσω της προσκυνήσεως των ιερών Λειψάνων και των εικόνων τους και με τη συμμετοχή του στις ιερές Ακολουθίες και τις λοιπές προσκυνηματικές εκδηλώσεις, που τελούνται και πραγματοποιούνται από την Εκκλησία προς τιμή και μνήμη των Αγίων. Έχοντας δε τη χάρη και την ευλογία του αγίου Πνεύματος είναι ευχερέστερη η ηθική τελείωση του και ο «αγιασμός».
Η Προς Εβραίους επιστολή εντέλλεται: «Διώκετε... τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (39) . Για τον αγιαστικό χαρακτήρα των σεπτών και αγίων εικόνων έχουμε κάνει ήδη λόγο. Όσον αφορά στα ιερά Λείψανα, παραθέτουμε τη θέση της Ζ\' Οικουμενικής Συνόδου από την Ανασκευή του όρου της συνόδου της Ιερείας: «Ασπαζόμεθα και τα σεβάσμια αυτών (=των Αγίων) λείψανα, προς το μετέχειν ημάς της αυτών αγιότητος» (40) [/color] . Αλλά και το Συνοδικόν Θεοδώρου Ιεροσολύμων αναφέρει: «Πηγάς σωτηρίους ο Δεσπότης Χριστός τα των αγίων ημίν παρέσχετο λείψανα, πολυτρόπους τας ευεργεσίας τοις ασθενούσι πηγάζοντα, μύρον ευωδίας βρύοντα, και δαίμονας απελαύνοντα• και ως φησιν ο μέγας διδάσκαλος και της αθανασίας επώνυμος, τα των μαρτύρων οστά νόσους φυγαδεύουσιν, ασθενείς θεραπεύουσιν, τυφλοίς το βλέπειν χαρίζονται, λεπρούς καθαίρουσι, πειρασμούς και ανίας διαλύουσι, και ταύτα δια Χριστού του εν αυτοίς ενοικήσαντος...» (41) . Την αγιαστική ιδιότητα των ιερών Λειψάνων ομολογούσε η αρχαία Εκκλησία έμπρακτα με την κατάθεση σε ειδικό σημείο της Αγίας Τράπεζας Λειψάνων Αγίων κατά τον εγκαινιασμό των ιερών ναών. Την παράδοση αυτή αθέτησαν οι ακραίοι Εικονομάχοι, όπως έχουμε γνωρίσει. Η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος, με τον ζ΄ κανόνα της, διέτασσε την «κατάθεσιν λειψάνων μετά της συνήθους ευχής» στους ναούς εκείνους, οι οποίοι «καθιερώθησαν εκτός αγίων λειψάνων μαρτύρων» από τους Εικονομάχους.
Οι ακραίοι Εικονομάχοι απέρριπταν, όπως έχουμε ειπεί, τις πρεσβείες των Αγίων με το επιχείρημα ότι δεν δύνανται να βοηθήσουν, όσους τους επικαλούνται, αφού άλλωστε δεν τους βλέπουν και ούτε τους ακούν και επομένως ούτε τα αιτήματα τους είναι σε θέση να μεταβιβάσουν στο Θεό. Όλοι δε οι Εικονομάχοι συμφωνούσαν ότι η μόνη αρεστή στους Αγίους τιμή και η επωφελής για μας είναι η μίμηση του θεάρεστου βίου τους, και η συμμόρφωση μας προς τις ηθικές τους προτροπές (42) . Η μίμηση του θεάρεστου βίου των Αγίων αποτελεί, θα λέγαμε, καθήκον κάθε χριστιανού και σε καμμία περίπτωση δεν σημαίνει απομάκρυνση από το απόλυτο «παράδειγμα» του Ιησού Χριστού, το αιώνιο και ακατάλυτο πρότυπο των χριστιανών, σύμφωνα με τους λόγους του αποστόλου Πέτρου: «Ότι και Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσι αυτού» (43) . Τούτο προκύπτει και από τους λόγους του Παύλου. «Μιμηταί μου γίνεσθαι, καθώς κάγώ Χριστού» (44) . Οι Άγιοι υπήρξαν αναμφιβόλως μιμητές του Χριστού. Ο μιμούμενος, επομένως, τους Αγίους, μιμείται τον Χριστό. Μίμηση ενός Αγίου ασφαλώς και δεν σημαίνει απλώς τη συμμετοχή στην τελούμενη από την Εκκλησία προς τιμή του εορτή, ούτε την προσκύνηση των ιερών Λειψάνων και των εικόνων του. Τον Άγιο μιμείται και τιμά «κατ' αξίαν» ο χριστιανός, όταν έχει στη μνήμη του το παράδειγμα του, και τις ηθικές παρακαταθήκες του και προσπαθεί να τις εφαρμόσει στη ζωή του, ώστε να αποβεί και ο ίδιος, όπως και ο τιμώμενος Άγιος, «ακηλίδωτον έσοπτρον» του αγίου Πνεύματος. Η άποψη αυτή δεν είναι εύρημα των Εικονομάχων, είναι διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας. Η τέλεση της Μνήμης των Αγίων, η προβολή προς προσκύνηση των ιερών Λειψάνων, η αναζωγράφηση (εξεικόνιση) των σεπτών προσώπων τους, καθώς και σκηνών του βίου και του μαρτυρίου τους, στις περιπτώσεις των Μαρτύρων, είναι μέσα, τρόποι, δια των οποίων η Εκκλησία επιδιώκει να οδηγήσει το λογικό ποίμνιο της σε μετάνοια και σε επίγνωση της τηρήσεως των εντολών του Θεού.
Η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος στην Ανασκευή του όρου της συνόδου της Ιερείας, αναφερόμενη στην παρακάτω «χρήση» από έργο του Αμφιλοχίου Ικονίου: «Ου γαρ τοις πίναξι τα σαρκικά πρόσωπα των αγίων δια χρωμάτων επιμελές ημίν εντυπούν, ότι ου χρήζομεν τούτων, αλλά την πολιτείαν αυτών δι' αρετής εκμιμείσθαι» (45) , διατύπωσε τις πολύ ενδιαφέρουσες θέσεις που ακολουθούν, τη γνώση των οποίων θεωρούμε ιδιαίτερα χρήσιμη: «Επιμελές γαρ ημίν τας αρετάς των αγαθών ανδρών εκλέγεσθαι και τας πράξεις αυτών μιμείσθαι και την πολιτείαν αυτών ζηλούν. Το δε ναούς αυτοίς (στους Αγίους) αναδείμασθαι διηνεκώς, ή εν εικόνι τούτους αναστηλούν, καταφρονούντας της τούτων αρετής, ουκ επαινετόν. Ουδείς γαρ αν επαινέσειεν, ει ίδοι άνδρα τας αρετάς των αγίων αποκρουόμενον, και ημέρα τη ημέρα εικόνας τούτων ανατιθέμενον, ή ναούς έγείροντα πλείστους, ή σκεύη ιερά κατασκευάζοντα, και τον εαυτού ναόν (46) ταις ενθέοις αρεταίς μη κατακοσμούντα. Έφη γαρ ο Θεός δια Ησαΐου του προφήτου προς τους ούτω διακειμένους• "εάν (προσ)φέρητέ (μοι) σεμίδαλιν, μάταιον θυμίαμα, βδέλυγμά μοι εστί" (47) . Και "όταν τας χείρας (υμών) εκτείνητε πρός με, αποστρέψω τους οφθαλμούς αφ' υμών και εάν πληθύνητε την δέησιν, ουκ εισακούσομαι υμών". Αλλά τι ποιήσετε; "Λούσασθε, καθαροί γένεσθε, aφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών, μάθετε καλόν ποιείν εκζητήσατε κρίσιν, ρύσασθε αδικούμενον, κρίνατε ορφανώ και δικαιώσατε χήραν" (48) . Όταν ουν ταύτα κατορθώσωμεν, τότε και τα παρ' ημών προσφερόμενα δεκτά παρά τω Θεώ, είτε άγιοι ναοί είσιν, είτε ιερά σκεύη, είτε και σεπταί εικόνες. Ούτως ουν αρμόδιόν εστίν εκλέγεσθαι ημάς προς μνήμην αγίων τας τούτων αρετάς και κατά το δυνατόν εκμιμείσθαι... συν τούτοις δε, καθά είρηται, και το ναούς εγείρειν και εικόνας ανατυπούν και ιερά σκεύη τω Θεώ προσφέρειν των αξιεπαινέτων εστί• δει γαρ και ταύτα ποιήσαι "κακείνα μη αφιέναι", ο αληθής λόγος ημάς εκδιδάσκει (49) . Ου γαρ αν τις αρετήν κτήσασθαι δύναιτο, εάν μη εν ταις αυλαίς του Κυρίου παροδεύη... Το δε σταυρούς πολλούς εγχαράττειν εν ενί οικίσκω και καταφρονείν των εντολών του Χριστού και της μιμήσεως των παθημάτων αυτού των ανοήτων εστίν "άνευ γαρ των έργων η πίστις νεκρά" (50) . Φησί γαρ ευαγγελικώς ο Κύριος• "Ου πας ο λέγων μοι, Κύριε Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ' ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς" (Ματθ. 7.21)» (51) .
Τα ανωτέρω είναι, οπωσδήποτε, κατανοητά και δεν χρειάζονται ιδιαίτερο σχολιασμό. Πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι: α) Η ανέγερση ναών, η χορήγηση των απαιτουμένων χρημάτων για την προμήθεια ιερών σκευών και την κατασκευή εικόνων κ.τ.δ. είναι μεν ενέργειες αξιέπαινες, πλην όμως εάν κάποιος αρκείται σ' αυτά, έχοντας τη γνώμη ότι εκπλήρωσε στο ακέραιο το χρέος του ως χριστιανού, απέχει πολύ από το να είναι συνειδητός χριστιανός, β) Επιδίωξη σταθερή κάθε χριστιανού πρέπει να είναι η κατακόσμηση του εαυτού του, θεωρώντας τον ως «ναόν του Θεού», με τις ένθεες χριστιανικές αρετές, γ) Η αληθινή μίμηση του Χριστού και των Αγίων είναι εφικτή μόνο σ' εκείνους που ζουν «εν ταις αυλαίς του Κυρίου». Αυλή Κυρίου είναι ο κάθε χριστιανικός ναός. Αυτός που μετέχει στο αγιαστικό, το λατρευτικό και το μυστηριακό έργο της Εκκλησίας και ζει όπως η Εκκλησία του διδάσκει, μπορεί να πραγματώσει το χριστιανικό ηθικό ιδεώδες. «Η γαρ αγία του Θεού Καθολική Εκκλησία», σύμφωνα με όσα παρατηρεί η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος, σ' ένα άλλο σημείο της Ανασκευής του όρου της Ιερείας, «εκ διαφόρων και ποικίλων πραγμάτων τους εν αυτή γεννηθέντας έλκει προς μετάνοιαν και επίγνωσιν της των εντολών του Θεού τηρήσεως, και πάσας τας αισθήσεις ημών σπεύδει καθοδηγείν προς δόξαν του επί πάντων Θεού, και δι' ακοής και οράσεως την επανόρθωσιν ποιείται, αυτά τα πεπραγμένα επ' όψεσι των προσερχόμενων προτιθείσα» (52) .
Η χορεία των ιερών προσώπων της πίστεως συνθέτει ένα ευρύτατο σύνολο ηθικών προτύπων, τα οποία θα μπορούσε να λεχθεί, καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις των ανθρώπων. Έτσι η Εκκλησία, όταν θέλει, λ.χ., να θεραπεύσει ή να αποτρέψει κάποιον από την πλεονεξία και τη φιλαργυρία, προβάλλει ενώπιον του τις περιπτώσεις του Ματθαίου (53) και του Ζακχαίου (54) • όταν θέλει να διορθώσει τον «έρωτι πορνικώ κατεχόμενον», του θυμίζει το παράδειγμα του Ιωσήφ του Παγκάλου (55) και της Σωσάννας• όταν πάλι θέλει να απαλλάξει κάποιον άλλον από το πάθος της φιλαρέσκειας και την αγάπη προς την «αβροδίαιτον ζωήν», του υποδεικνύει τις περιπτώσεις του Ηλία, του Ιωάννου του Προδρόμου, αλλά και του Μ. Βασιλείου (56) κ.λπ.
Πάντα, επομένως, όσα τελούνται και διδάσκονται στο χώρο της Καθολικής Εκκλησίας είναι καλά και ωφέλιμα, αφού δεν μπορεί παρά να είναι καρπός φωτισμού του αγίου Πνεύματος, το οποίο κατοικεί στην Εκκλησία, την περιφρουρεί και την οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν» (57) . Μόνο εκείνοι, οι οποίοι δεν κατανοούν την «οικονομία» της Εκκλησίας και τον ειδικό σκοπό των όσων αυτή επιτελεί, τα αμφισβητούν και τα διαβάλλουν. Είναι όμως δυνατόν κάποτε να διαπιστωθούν στην πράξη περιπτώσεις «τυπολατρίας», μονομερειών, υπερβολών ή και καταχρήσεων γύρω από την τιμή των Αγίων και την προσκύνηση των ιερών Λειψάνων και των εικόνων. Αυτό όμως δεν δικαιολογεί τις γενικεύσεις ή τη διατύπωση μομφών ή και κατηγοριών σε βάρος των «ασθενών τη πίστει», ή συλλήβδην σε βάρος της Ορθοδοξίας από το χώρο κυρίως του Προτεσταντισμού. Σε περιπτώσεις δε «ασθενών τη γνώσει» οφείλουν οι «έχοντες γνώσιν» (58) να τους στηρίζουν και να τους καθοδηγούν, ώστε και αυτών η πίστη να αποβαίνει «κατ' επίγνωσιν».



Πηγή: Βασιλείου Γιαννοπούλου (Καθηγητού Θεολογικής Σχολής Αθηνών), Οικουμενικές Σύνοδοι και η Διδασκαλία τους, εκδόσεις Μαυρομμάτη, Αθήνα 1996, σελ.155-169.



(1) Φιλ. 3,23. Ρωμ. 8,29.
(2) Ο πάπας Γρηγόριος σε επιστολή του Προς τον Λέοντα Γ\' τον ψέγει, επειδή έλεγε ότι οι εικόνες «ειδώλων τόπον αναπληρούσι και ότι οι προσκυνούντες αυτάς, ειδωλολάτραι» (Μansi 12, 959D), αλλά και επειδή εξέβαλε «εκ των εκκλησιών την ευλογίαν και τον αγιασμόν των μαρτύρων», των οποίων την τιμή εκλάμβανε ως απόδειξη της θεοποιήσεώς τους (Μansi 12, 966BCD). Ας σημειωθεί ότι η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος εκφώνησε ειδικό «ανάθεμα» εναντίον εκείνων που έλεγαν «ότι ως Θεοίς οι Χριστιανοί ταις εικόσι προσέρχονται» (Μansi 13, 128Ε).
(3) Κατά των διαβαλλόντων ..., λόγος A\', PG 94, 1249Β.
(4) Acta Sanctorum, April I, XXIII.
(5) PG 95, 361A, 337CD.
(6) PG 100, 1144B.
(7) Γεωργίου Μοναχού, Χρονικόν, εκδ. De Boor, II, Lipsiae, σελ. 751: «Και γαρ εις τοσαύτην απόνοιαν και παραπληξίαν εξώκειλεν ως και θεσμόν επί λαού καθολικόν εκθέσθαι, μη λέγεσθαί τινα των θεραπόντων Κυρίου το παράπαν άγιον... μηδέ της Μαρίας επικαλείσθω τις πρεσβείαν, ου γαρ δύναται βοηθείν τινι, μηδ' αυ πάλιν Θεοτόκον αυτήν ονομαζέσθω». Ο δε Ιωάννης Ζωναράς προσθέτει: «Εις τοσούτον δ' εξηνέχθη θεομαχίας ως και των αγίων λείψανα παραδιδόναι πυρί, και το άγιος κελεύσαι μήτε επί της Θεοτόκου λέγεσθαι» (PG 134, 1333C βλ. και 1328C). Ο Θεοφάνης αναφέρει ότι ο Κωνσταντίνος ο Ε΄, λίγο προ του θανάτου του, «πανταχού μεν τας πρεσβείας της αγίας Παρθένου και Θεοτόκου και πάντων των αγίων εγγράφως ως ανωφελείς και αγράφως απεκήρυξε» και ότι απειλούσε με θάνατο όσους επικαλούνταν σε βοήθεια τη Θεοτόκο και τους Αγίους (PG 108, 885Β• βλ. και 892CD).
(8) Θεοφάνους, Χρονογραφία, PG 108, 1008C.
(9) Αντιρρ. Β\', PG 100, 341CD.
(10) Ο Γρηγόριος Ρώμης στην α\' επιστολή του Προς Λέοντα βασιλέα τον Ίσαυρον, έγραφε: «συ τους καλώς βλέποντας απετύφλωσας και ενεπόδισας, καν εις ουδέν αυτό έχης. Και απαίδευτους εποίησας, και τον καλόν δρόμον των ανθρώπων ενέκοψας και των ευχών αυτούς απεστέρησας, και αντί αγρυπνιών και προσεδρείας και σπουδής της προς Θεόν, εις ύπνους και νυσταγμούς και αμελείας τους ταπεινούς λαούς κατέρραξας και απεκεφάλισας» (Μansi 12, 966Α).
(11) Οι Εικονομάχοι σφετερίζονταν συχνά διάφορα πολύτιμα ιερά σκεύη, ιερά Ευαγγέλια και αλλά κειμήλια της Εκκλησίας και αφιερώματα, με το πρόσχημα ότι ήσαν «ένζωδα», έφεραν δηλ. εικόνες. Τούτο ανάγκασε και αυτή τη σύνοδο της Ιερείας να λάβει ειδικές αποφάσεις προς εξάλειψη αυτού του φαινομένου (Μansi 13, 329DE, 332BDE).
(12) Βλ. Μansi 13, 329. Η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος εξέδωσε τους κανόνες ιβ\' και ιγ\', με τους οποίους στηλιτεύει το φαινόμενο της αχρειώσεως και βεβηλώσεως των ιερών αφιερωμάτων κ.λπ. Περί αυτού κάνουμε ειδικότερο λόγο στη συνέχεια.
(13) Μansi 13, 269D.
(14) Μansi 13, 276D.
(15) Πρβλ. 1 Κορ. 4,8• 6,2-3. Εφεσ. 2,6. 2 Τιμ. 2,12. Κατά τους Πατέρες δεν θα κρίνουν οι Άγιοι τον κόσμο αλλά απλώς θα είναι το «κριτήριον», το μέτρο, βάσει του οποίου θα κριθούν οι λοιποί άνθρωποι (Βλ. Β. Γιαννόπουλου, Σύγχρονες αιρέσεις. Α\' Χιλιαστικές αιρέσεις, Αθήνα 1992, σελ. 129-130).
(16) Ρωμ. 8,29. Φιλ. 3,21.
(17) Εβρ. 11,38.
(18) Μαρκ. 13,43: «Τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών». Βλ. και Φιλ. 3,21.
(19) Μαρκ. 1, 24-25.
(20) Μansi 13, 277CDE.
(21) Μαρκ. 1, 23-25.
(22) Η σύνοδος της Ιερείας θεωρούσε και τα σώματα των Αγίων «τίμια», επομένως δε σεπτά και άγια. Σεπτά και άγια πρέπει να θεωρούσε η σύνοδος εκείνη και τα ιερά Λείψανα. Είναι γεγονός ότι αυτή απέφυγε να κάνει άμεση αναφορά στα ιερά Λείψανα, μάλλον επειδή δεν επιθυμούσε να έλθει σε ρήξη προς τους ακραίους Εικονομάχους, οι οποίοι επηρεάζονταν από το περιβάλλον του αυτοκράτορα. Όταν όμως ομολογεί τους «απ' αιώνος και μέχρι του νυν αγίους, τίμιους είναι ενώπιον» του Θεού και κατά την ψυχή και κατά τα σώματα τους, έμμεσα πλην σαφώς συνομολογεί και την τιμιότητα των ιερών τους Λειψάνων.
(23) Μansi 13, 348D. Το «ανάθεμα» τούτο της συνόδου της Ιερείας αργότερα σβήσθηκε από τα πρωτότυπα Πρακτικά της. Η Ζ\' Οικουμενική Σύνοδος σχετικώς παρατηρεί: «Όθεν και μετά την έκδοσιν αυτών ταύτην, και την των πρεσβειών ευπρόσδεκτον τω Θεώ προσαγωγήν απεβάλοντο, λειώσαντες ταύτην εκ τούδε αυτών του συγγράμματος (εννοεί τον όρο της συνόδου της Ιερείας)• και τούτο ίσασι πάντες» (Μansi 13, 349Α).
(24) Για τις θέσεις της ορθόδοξης θεολογίας για τη Θεοτόκο βλ. Ανδ. Θεοδώρου, Η Κόρη της Βασιλείας, Εν Αθήναις 1977. Και Αμ. Σπουρλάκου-Ευτυχιάδου, Η Παναγία Θεοτόκος τύπος χριστιανικής αγιότητος, Αθήναι 1990, όπου και πλούσια σχετική βιβλιογραφία.
(25) Μansi 13, 132BC.
(26) Μansi 12, 1143Β.
(27) Μansi 13, 101D.
(28) Βλ. Στ. Παπαδοπούλου, Διαπίστωση και διακήρυξη της αγιότητας των Αγίων, Κατερίνη 1990.
(29) Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης απέρριψε την αγιότητα του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Α\', επειδή περιέπεσε στην αίρεση του Αφθαρτοδοκητισμού. Η αναγραφή της Μνήμης του στις 2 Αυγούστου προήλθε, κατά τη γνώμη του, από λάθος των αντιγραφέων των χειρόγραφων Μηναίων. Στην πραγματικότητα ισχυρίζεται ο ιερός Πατήρ, πρόκειται για τη Μνήμη του αυτοκράτορα Ιουστίνου (βλ. Μηναίο Νοεμβρίου, στην ημερομηνία 15). Δεν έχει όμως δίκαιο στο σημείο τούτο ο άγιος Νικόδημος. Τόσο η σύνοδος της Εκκλησίας της Ρώμης επί Αγάθωνος, όσο και η ΣΤ Οικουμενική Σύνοδος συναριθμούν τον Ιουστινιανό Α\' στους Αγίους.
(30) Βλ. Β. Γιαννόπουλου, Οικουμενικοί Σύνοδοι, σελ. 1052-1065.
(31) Ιω. 5,7 και εξής.
(32) Ιακ. 5,16.
(33) 2 Κορ. 1,11• Εφεσ. 6,18• Φιλ 1,19.
(34) Ιακ. 5,16.
(35) Μansi 13, 124C. Βλ. και Συνοδικόν Θεοδώρου Ιεροσολύμων. «Η γαρ προς τους ευγνώμονας των ομοδούλων τιμή απόδειξιν έχει της εις τον κοινόν Δεσπότην εύνοιας» (Μansi 12, 1143Β).
(36) Συνοδικόν Θεοδώρου Ιεροσολύμων, Μansi 12, 1143Β. 224.
(37) Ματθ. 25,40-45.
(38) Μansi 13, 132C.
(39) Εβρ. 1,14.
(40) Μansi 13, 364D.
(41) Μansi 12, 1143BC.
(42) Βλ. Μansi 13, 300ABD• 301D• 312Α- και Β. Γιαννοπούλου, Χριστολογικαί αντιλήψεις, σελ. 91-92.
(43) 1 Πέτρ. 2,21.
(44) 1 Κορ. 11,1.
(45) Μansi 13, 301D.
(46) Πρβλ. 1 Κορ. 3,16• 3,17• 6,19. 2 Κορ. 6,16.
(47) Ησ. 1,13.
(48) Ησ. 1,15-17.
(49) Λουκ. 11,42: «Ταύτα δε έδει ποιήσαι, κακείνα μη αφιέναι».
(50) Βλ. Ιακ. 2,17: «Η πίστις, εάν μη έχη έργα νεκρά εστι καθ' εαυτήν»• και 2,20: «Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστιν».
(51) Μansi 13, 304Β-305Α.
(52) Mansi 13, 360Β.
(53) Λουκ. 5,27-30.
(54) Λουκ. 19, 1-10.
(55) Γεν. 39, 7-20.
(56) Μansi 13, 360CDE.
(57) Ιω. 16, 13-14.
(58) 1 Κορ. 8,1 εξ.

ρωμηός

Ίσως αυτό το κείμενο είναι υπερβολικά μεγάλο για το φόρουμ μας (και θα αρπάξω καμιά σφαλιάρα για το μπαχαλοφέρσιμό μου) αλλά καλό είναι να το διαβάσουμε με την ησυχία μας. Περιέχει βέβαια μια πιο γενική θεώρηση του ζητήματος της τιμής προς τους αγίους αλλά μπορεί να μας δώσει πολλά ερεθίσματα για διάλογο.

Είναι τεράστιο, το ξέρω...αλλά κανείς δεν πέθανε ποτέ από το διάβασμα...

ρωμηός

Ένα άλλο απόσπασμα που μπορούμε να διαβάσουμε προέρχεται από τη δυσνόητη (μερικές φορές) γραφίδα του αειμνήστου //παπαΓιάννη%20Ρωμανίδη.

Τα Ιερά Λείψανα

Ιωάννου Ρωμανίδη

Υπάρχουν δύο γενικά είδη άγιων λειψάνων, αυτά που ευωδιάζουν και αυτά που και σώζονται ολόκληρα ή σχεδόν ολόκληρα. Φαίνεται ότι τα πρώτα ανήκουν εις τους αγίους που ευρίσκοντο εις την κατάστσιν φωτισμού όταν εξεδήμησαν και τα δεύτερα εις αγίους που ευρίσκονται εις κατάστασιν δοξασμού.

Από μαρτυρίας πατέρων προκύπτει το γεγονός ότι η άκτιστος δημιουργική, συνεκτική, προνοητική, καθαρτική, φωτιστική και θεωτική ενέργεια του Θεού είναι απλή, διαιρείται αδιαιρέτως και πανταχού παρούσα ενεργεί τα πάντα εν πάσι. Έτσι ο θεούμενος εν Αγίω Πνεύματι ευρισκόμενος βλέπει ως μέλος του Σώματος του Χριστού τον Πατέρα εν τω ενσαρκωθέντι Λόγω έσωθεν. Αυτών τα σώματα διατηρούνται τοιουτοτρόπως αφού η νοερά ενέργεια τους συνεχίζει να στροφαλίζεται κυκλικώς εντός της καρδίας τους εν κοινωνία με την θεωτικήν ενέργειαν της Αγίας Τριάδος. Πιθανόν, θα ημπορούσαμεν να δούμεν τον στροφαλισμόν αυτόν με μαγνητικό αξονικό τομογράφο.

Φαίνεται ότι έχουν δίκαιον εκείνοι πού πιστεύουν ότι αι μέλαναι οπαί ευρίσκονται όχι μόνον εις το κέντρον των Γαλαξιών δίνοντες εις αυτάς την κυκλικήν τους κίνησιν, αλλά και εις μικροσκοπικά μεγέθη παντού εις το σύμπαν και αναμεσά μας και μέσα μας.

Πηγή: [/color]Ιωάννου Ρωμανίδου, Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τ.Α΄, Τετάρτη έκδοσις, Εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 25.

staboz

Quoteromios έγραψε:
Ίσως αυτό το κείμενο είναι υπερβολικά μεγάλο για το φόρουμ μας (και θα αρπάξω καμιά σφαλιάρα για το μπαχαλοφέρσιμό μου) αλλά καλό είναι να το διαβάσουμε με την ησυχία μας. Περιέχει βέβαια μια πιο γενική θεώρηση του ζητήματος της τιμής προς τους αγίους αλλά μπορεί να μας δώσει πολλά ερεθίσματα για διάλογο.

Είναι τεράστιο, το ξέρω...αλλά κανείς δεν πέθανε ποτέ από το διάβασμα...
Γράψε πέντε πράγματα σαφή, ξεκάθαρα και ουσιώδη, άνθρωπέ μου! Τί κατεβάζεις όλον αυτό το χαμό για ένα τόσο απλό θέμα;
Πού τα βρήκες; Τα σκάναρες, τα έγραψες ή τα είδες κάπου και τα μετέφερες;
Και πάντως...
Πολλοί πέθαναν από το πολύ διάβασμα! Γι᾿ αυτό και η Αγία Γραφή συνιστά αυτοσυγκράτηση:
\"υἱὲ μου, φύλαξαι, τοῦ ποιῆσαι βιβλία πολλά· οὐκ ἔστι περασμός, καὶ μελέτη πολλὴ κόπωσις σαρκός\" (Εκκλησιαστής, ιβ΄12).

Τώρα, συγγνώμην, αλλά η γραφίδα του Ρωμανίδη, τουλάχιστον εδώ, δεν είναι δυσνόητη. Βλακώδης είναι. Και δεν είναι απλά βλακώδης, είναι βλακώδης σε φρικιαστικό, σε εξοργιστικό βαθμό!
Άει στο καλό πια με τους Ρωμανίδηδές σας και όλους τους φωστήρες σας της ψευτορωμαίϊκης, νεορθόδοξης, χαζοπαραδοσιακής θεολογίας σας! Νούν δεν έχεις, άνθρωπέ μου; Τί φωτισμούς και δοξασμούς και αξονικές τομογραφίες και συμπυκνωμένες σαχλαμάρες μου κουβαλάς εδώ πέρα; Τόσο πολύ δεν μπορείς να διακρίνεις αυτό το απλό πράγμα; Και όλος αυτός ο τσιγγάνικος αχταρμάς των στροφαλισμένων στροφαλισμών είναι Ορθόδοξη δογματική και συμβολική θεολογία! Έ, πάει... παλαβώσαμε εντελώς! Ά, ξέχασα τις μελανές οπές. Τί μελανές; \"αι μέλαναι οπαί\"!  Μνήσθητί μου, Κύριε! Και πάντως αυτές σίγουρα υπάρχουν στα ψευτορωμαίικα κρανία. Γι᾿ αυτό απορρόφησαν όλη τη φαιά ουσία και μπορούν να γράφουν οι άνθρωποι τέτοιες παγκόσμιας εμβέλειας ηλιθιότητες...

Άει στο καλό πιά... (για να μην εκφραστώ Ζουραρείως με το άει σ...ρ)  έχω αγανακτήσει εδώ μέσα!
                                     Στ.

ΥΓ. Είμαι βαθύτατα λυπημένος! Όχι τόσο για τις σαχλαμάρες του Ρωμανίδη, αλλά διότι δεν υπάρχει στοιχειώδης θεολογική σκέψη που να ξεχωρίζει τη βλακεία από την ορθόδοξη θεολογία. Είχες δίκαιο που μου είπες ότι μπορεί κάποια στιγμή να τα πάρω στο κρανίο και να σηκωθώ να φύγω... Άει στο καλό παρααγανάκτησα απόψε!

ΥΓ 2ο. Αλλά σου είμαι και ευγνώμων, διότι δεν τα ήξερα αυτά τα πράγματα. Και απ᾿ ότι φαίνεται σύντομα θα μου χρειαστούν, δεδομένου ότι η ρωμανιδική κομπανία ετοιμάζεται να εκδόσει την αλληλογραφία Ρωμανίδη-Τρεμπέλα για να χτυπήσουν τον Τρεμπέλα. Είμαι ήδη έτοιμος αρκετά, αλλά κάτι τέτοια μου είναι επίσης πολύ χρήσιμα. Τουλάχιστον για να καταπραΰνης την αγανάκτησή μου, βρές μου μερικά ακόμη. Τα κριτήρια, μετά από τόσο βρίσιμο που έκανα, πιστεύω να τα κατανόησες...
Ρωμ. ε΄6-10

ρωμηός

Quote from: stabozΓράψε πέντε πράγματα σαφή, ξεκάθαρα και ουσιώδη, άνθρωπέ μου! Τί κατεβάζεις όλον αυτό το χαμό για ένα τόσο απλό θέμα;
Πού τα βρήκες; Τα σκάναρες, τα έγραψες ή τα είδες κάπου και τα μετέφερες;
Δεν γάγκωνα τη γλώσσα μου καλύτερα;;;; :wall: :wall:

Το ξέρω είναι κατεβατό τεράστιο, αλλά μιας κι έκατσα και σκάναρα είπα να το βάλω ολόκληρο. Τέλως πάντων, συγγνώμη για την κούραση που σας υπέβαλα (δεν εννοώ μόνο τον Στάμποζ)! Πάντως και μέσα απο αυτά τα κείμενα, ιδίως του Γιαννόπουλου, μου δημιουργήθηκαν κι άλλες απορίες. Γι\' αυτό δεν ήθελα να το κόψω!

Τα κείμενα δεν τα βρήκα! Άλλωστε, όπως έχω ξαναπεί, δεν εμπιστεύομαι έτοιμα κείμενα που κυκλοφορούν στο διαδύκτιο. Από βιβλία της βιβλιοθήκης μου είναι όλα, παραθέτω άλλωστε τις πηγές επακριβώς, τα οποία τα σκανάρω, τα μετατρέπω σε word, τα διορθώνω και έπειτα τα δημοσιεύω εδώ...


Quote from: stabozΤώρα, συγγνώμην, αλλά η γραφίδα του Ρωμανίδη, τουλάχιστον εδώ, δεν είναι δυσνόητη. Βλακώδης είναι. Και δεν είναι απλά βλακώδης, είναι βλακώδης σε φρικιαστικό, σε εξοργιστικό βαθμό!
Άει στο καλό πια με τους Ρωμανίδηδές σας και όλους τους φωστήρες σας της ψευτορωμαίϊκης, νεορθόδοξης, χαζοπαραδοσιακής θεολογίας σας! Νούν δεν έχεις, άνθρωπέ μου; Τί φωτισμούς και δοξασμούς και αξονικές τομογραφίες και συμπυκνωμένες σαχλαμάρες μου κουβαλάς εδώ πέρα; Τόσο πολύ δεν μπορείς να διακρίνεις αυτό το απλό πράγμα; Και όλος αυτός ο τσιγγάνικος αχταρμάς των στροφαλισμένων στροφαλισμών είναι Ορθόδοξη δογματική και συμβολική θεολογία! Έ, πάει... παλαβώσαμε εντελώς! Ά, ξέχασα τις μελανές οπές. Τί μελανές; \"αι μέλαναι οπαί\"!  Μνήσθητί μου, Κύριε! Και πάντως αυτές σίγουρα υπάρχουν στα ψευτορωμαίικα κρανία. Γι᾿ αυτό απορρόφησαν όλη τη φαιά ουσία και μπορούν να γράφουν οι άνθρωποι τέτοιες παγκόσμιας εμβέλειας ηλιθιότητες...

Άει στο καλό πιά... (για να μην εκφραστώ Ζουραρείως με το άει σ...ρ)  έχω αγανακτήσει εδώ μέσα!
                                     Στ.
Απίστευτος!!!! χεχεχε

Το ότι έβαλα το επίμαχο κομμάτι του Ρωμανίδη, δεν σημαίνει ότι το ενστερνίζομαι κιόλας!!! Ο Ρωμανίδης είναι μια ιδιαίτερη (μάλλον πειραγμένη περίπτωση)! Αρκετοί ισχυρίζονται ότι ήταν και δια Χριστόν Σαλός!!! (Τώρα φαντάζομαι θα έχετε αφήσει το :sfiri: και θα αρπάξατε :shoot2: :guns:  χεχε)


Quote from: stabozΥΓ. Είμαι βαθύτατα λυπημένος! Όχι τόσο για τις σαχλαμάρες του Ρωμανίδη, αλλά διότι δεν υπάρχει στοιχειώδης θεολογική σκέψη που να ξεχωρίζει τη βλακεία από την ορθόδοξη θεολογία. Είχες δίκαιο που μου είπες ότι μπορεί κάποια στιγμή να τα πάρω στο κρανίο και να σηκωθώ να φύγω... Άει στο καλό παρααγανάκτησα απόψε!
Έτσι θα πάτε και στον παράδεισο!!! Αν μας υπομείνετε μέχρι τέλους, βέβαια!!!


Quote from: stabozΥΓ 2ο. Αλλά σου είμαι και ευγνώμων, διότι δεν τα ήξερα αυτά τα πράγματα. Και απ᾿ ότι φαίνεται σύντομα θα μου χρειαστούν, δεδομένου ότι η ρωμανιδική κομπανία ετοιμάζεται να εκδόσει την αλληλογραφία Ρωμανίδη-Τρεμπέλα για να χτυπήσουν τον Τρεμπέλα. Είμαι ήδη έτοιμος αρκετά, αλλά κάτι τέτοια μου είναι επίσης πολύ χρήσιμα. Τουλάχιστον για να καταπραΰνης την αγανάκτησή μου, βρές μου μερικά ακόμη. Τα κριτήρια, μετά από τόσο βρίσιμο που έκανα, πιστεύω να τα κατανόησες...
Κάτι τέτοια;;;; Τέτοια υπάρχουν πολλά!!! Καλά αυτό είναι σταγόνα στον ωκεανό!!!

ρωμηός

Η τιμή και ο σεβασμός των Αγίων και των Ιερών Λειψάνων

Χρήστου Ανδρούτσου

Εκδηλούται δε η προς τους αγίους τιμή πολυειδώς και δη εν εορταίς καθιερωμέναις εις μνήμην αυτών, εν ανεγέρσει ναών επ' ονόματι αυτών, εν τη τιμή των εικόνων και των λειψάνων αυτών και εν τη επικλήσει αυτών...

Ομοίως δε ουδέ έν χωρίον της Γραφής είνε κατά της τιμής των λειψάνων και των εικόνων των αγίων... Εν δε τη Παραδόσει αι υπέρ των λειψάνων και υπέρ των εικόνων μαρτυρίαι είναι πολλαί και ποικίλαι. Αι Εκκλησίαι ενεκαινίζοντο δια καταθήκης ιερών λειψάνων εν τοις θυσιαστηρίοις, τα δε οστά του ιερού Ιγνατίου περισυνάγονται7, οι δε Πατέρες Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Αμβροσιος, Χρυσόστομος, Ιερώνυμος, ποιούνται λόγον περί θαυμάτων ενεργηθέντων εκ των αγίων λειψάνων.

Μη τις δ' είπη ενιστάμενος ότι η προς τα λείψανα και προς τας εικόνας τιμή είνε ειδωλολατρεία• ως ήδη ο ιερός Αυγουστίνος παρετήρησε και η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος εθέσπισεν, ο εις τα λείψανα και εις τας εικόνας ασπασμός, προσκύνησις σχετική ων, δεν αναφέρεται εις αυτά καθ' εαυτά θεωρούμενα, αλλ' ως εκ της σχέσεως αυτών προς τα άγια πρόσωπα ο σεβασμός αναφέρεται εις το πρωτότυπον.

Πηγή: Χρήστου Ανδρούτσου, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, Εκδ. Αστήρ, έκδοση Δευτέρα, Αθήνα 1956, σελ. 424-426

ρωμηός

Κάλλιστος Ware

Επειδή οι Oρθόδοξοι πιστεύουν πώς το σώμα αγιάζεται και μεταμορφώνεται μαζί με την ψυχή, γι\' αυτό δείχνουν έναν άπειρο σεβασμό στα ιερά λείψανα των αγίων. Όπως οι Ρωμαιοκαθολικοί, έτσι κι αυτοί πιστεύουν πώς h χάρη του θεού, που είναι παρούσα στα σώματα των αγίων κατά τη διάρκεια της ζωής τους, παραμένει ενεργός στα λείψανα τους όταν πεθάνουν, και πως ο Θεός χρησιμοποιεί αυτά τα λείψανα ως αγωγό της θείας δύναμης και όργανα ιάσεων. Σε μερικές περιπτώσεις τα σώματα των αγίων έχουν κατά θαυματουργικό τρόπο διατηρηθεί άφθαρτα, αλλά και εκεί, που αυτό δεν συμβαίνει, οι Ορθόδοξοι δείχνουν έναν τεράστιο σεβασμό στα οστά τους. Αυτός ο σεβασμός των αγίων λειψάνων δεν είναι αποτέλεσμα άγνοιας και δεισιδαιμονίας, αλλά καρπός μιας πολύ ανεπτυγμένης θεολογίας του σώματος.

Πηγή: Κάλλιστου Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, εκδ. Ακρίτας, γ΄έκδοση, Αθήνα 2001, σελ. 371

staboz

Ελπίζω να μην κατάλαβες το αντίθετο. Όταν είπα μου χρειάζονται και άλλα, εννοούσα βλακώδη ρωμανιδικά κείμενα. Το σημειώνω, επειδή βλέπω ότι συνεχίζεις να δημοσιεύεις κείμενα περί ιερών λειψάνων. Αξιόλογα μεν, άχρηστα δέ.
                                    Στ.
Ρωμ. ε΄6-10

ρωμηός

Κατάλαβα κατάλαβα!!!

Απλά πρόσθεσα κι αυτά τα δύο, μιας που είχα ήδη κάνει τον κόπο να τα σκανάρω και να τα διορθώσω. Ε, να μην πάει στα χαμένα η προσπάθεια!!!

Αυτά ήταν και τα τελευταία! Σίγουρα είναι άχρηστα, αφού και μόνο το πρώτο του Τρεμπέλα να άφηνα, θα είμασταν εντάξει. Απλά, έτσι για βιβλιογραφία!!! Εξάλλου, σας είπα, ήδη μέσα από το κείμενο του Γιαννόπουλου ειδικά, εμένα μου γεννήθηκαν απορίες...αλλά εν ευθέτω  χρόνο αυτά!!!

staboz

QuoteΑρκετοί ισχυρίζονται ότι ήταν και δια Χριστόν Σαλός!!!
Έτσι μόνον μπορούν να εξακολουθούν να προσκυνούν το είδωλό τους, ψευτοχωνεύοντας το γεγονός ότι, ιερεύς ών, και μάλιστα εισαγωγέας της ψευτορωμαίικης παράδοσης (δηλαδή παραμυθολογίας και κουτορνιθολογίας) κυκλοφορούσε χωρίς ράσα (εξ ού και ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης του απαγόρευε να λειτουργεί), και επιπλέον κατέβηκε υποψήφιος βουλευτής με την Εθνική Παράταξη, το πιο ακροδεξιό κόμμα που εμφανίστηκε ποτέ στην Ελλάδα.

Τέλος πάντων άς μην γράψω και άλλα, είναι αείμνηστος πλέον ο άνθρωπος και αφημένος, όπως όλοι μας, στο έλεος του Θεού.
                                        Στ.
Ρωμ. ε΄6-10

αρχονταρις

AΓΑΠΗΤΗ βικυ θα προσπαθησω  να  ψελισω λιγε  σκεψης  στην   απορια σου.  δεν πιστευωμε στα  αγια λειψανα.     Στα προτωχριστιανικα  χρονια  ετελειτω   η ευχαριστεια  στης  κατακομβες  και επανω  στους ταφους των Αγιων  μαρτηρων της πιστεως  μας, δια τουτο  αρχοτερα  στην Αγια  τραπεζα των ιερων  ναων στα εγκενια τοποθετουν Ο επισκοπος  αγια λειψανα και εξακολουθητε. αρα  ναι  ειναι παραδοση  αλλα  ευλογιμενη παραδοση.ευχαριστω.

staboz

Quote from: romiosΚατάλαβα κατάλαβα!!!

Απλά πρόσθεσα κι αυτά τα δύο, μιας που είχα ήδη κάνει τον κόπο να τα σκανάρω και να τα διορθώσω. Ε, να μην πάει στα χαμένα η προσπάθεια!!!

Αυτά ήταν και τα τελευταία! Σίγουρα είναι άχρηστα, αφού και μόνο το πρώτο του Τρεμπέλα να άφηνα, θα είμασταν εντάξει. Απλά, έτσι για βιβλιογραφία!!! Εξάλλου, σας είπα, ήδη μέσα από το κείμενο του Γιαννόπουλου ειδικά, εμένα μου γεννήθηκαν απορίες...αλλά εν ευθέτω  χρόνο αυτά!!!
Κατάλαβες, κατάλαβες!!! Όμως δεν βρήκες τίποτε ακόμα. Και κόντευα να ξεχάσω το θέμα, αλλά εμφανίστηκε σήμερα ο αρχοντάρης (και καλώς ήρθε πρώτα-πρώτα ο Χριστιανός, 40ός στη σειρά και καλορίζικος) και το ξαναθυμήθηκα. Άντε να δούμε καμμιά σταγόνα από τον ωκεανό που είπες...
                                       Στ.
Ρωμ. ε΄6-10

ρωμηός

Αχ, ναι το ξέχασα!!! Καλά να βρω...αλλά είναι τόσα πολλά!!! Τέλος πάντων, θα φέρω αύριο στη δουλειά το βιβλίο του και θα σας απαριθμήσω αρκετά σε ξεχωριστό θέμα!

Υγ. Μπορέσατε να κάνετε τίποτα με την τη σφραγίδα που σας έστειλα;

arhaggelos

::hi:: Κατ\'αρχήν καλώς μας ήλθες αρχοντάρη ::hi::
Μπορείς να μου εξηγήσεις τι εννοείς όταν λες δεν πιστεύουμε στα αγια λείψανα;
Στην υπαρξή τους;
Στην αγιότητά τους;

Προσωπικά δεν πιστεύω πως θα τα έβαζαν στην Αγία Τράπεζα μόνο και μόνο απο παράδοση,
κάθε τι στη λειτουργική πράξη-τάξη έχει τη σημασία του. Όπως δεν μπορούμε να λέμε πως ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων έγινε στα πρωτοχριστιανικά χρόνια και επικράτησε μέχρι σήμερα απο παράδοση, έτσι δεν μπορορούμε να πούμε πως και τα άγια λείψανα μπαίνουν στην αγία Τράπεζα απο παράδοση.
Φυσικά και πιστεύουμε στην Αγιότητα των λειψάνων Βίκυ μου, στην Θεϊκή χάρη που φέρουν, την αγιαστική και θαυματουργική τους δύναμη (κατα Θεϊκή δωρεά). Ένας Άγιος του Θεού που αγωνίστηκε και ίσως έδωσε και τη ζωή του για το Χριστό, δεν ανταμείβεται μόνο ψυχικά, η δωρεά του Θεού φαίνεται και στο σώμα του. Πολλές φορές είναι τόσο έκδηλη η χάρη του Θεού, πάνω στα σώματα των Αγίων, που τα βλέπουμε άφθαρτα. Το φθαρτό σωμα που αγωνίστηκε, γίνεται άφθαρτο, προγεύεται και αυτό (μαζί μετην ψυχή) την Παραδείσια κατάσταση, μέχρι να γίνει η τελική κρίση και η τέλεια απόλαυση και ανάπαυση των Αγίων (Ψυχή τε και σώματι). Δεν δοξάζεται μόνο το Πνεύμα αλλά και η ύλη.
Με το σώμα μας αμαρτάνουμε και με το σώμα μας αγιαζόμαστε. Μ\' αυτό πονάμε, νηστεύουμε, δακρίζουμε για τις αμαρτίες μας, προσκυνούμε Τον Κύριο, μεταλαμβάνουμε το Άγιο Σώμα και Αίμα Του.... Θα τοποθετούσαμε τα λείψανα ενός αγίου στην Αγία τράπεζα απο παράδοση; Αυτό κατά την τυαπεινή μου άποψη είναι κοροϊδία προς τον Θεό  και τον Άγιό του, την εικόνα του Θεού που έφτασε στο καθ\'ομοίωσιν.
Που Θα μπορούσε να τοποθετηθεί το Πανάχραντο σώμα του κυρίου;;; Ποιό υλικό μπορεί να κρατήσει  το Αυλο;;; Μα φυσικά αυτό που ξεπέρασε την ύλη με τη χάρη Θεού, αυτό που είναι εικόνα Θεού, το αγιασμένο σώμα των Αγίων του Θεού, του εν αγίοις αναπαυόμενου.

staboz

QuoteΥγ. Μπορέσατε να κάνετε τίποτα με την τη σφραγίδα που σας έστειλα;
Έστειλα απάντηση.
Ρωμ. ε΄6-10

arhaggelos

Φίλε αρχοντάρη, θέλω να επισημάνω πως η αναφορά σου για τα πρωτοχριστιανικά χρόνια είναι πολλή σωστή, όντως οι πρώτοι Χριστιανοί τελούσαν τη Θεία Ευχαρηστία πάνω στους τάφους των μαρτύρων, τους οποίους τους χρησιμοποιούσαν ως Αγία Τράπεζα. Παίρνοντας έναυσμα απο την τοποθέτησή σου θα ήθελα να συμπληρώσω πως, οταν δεν ήταν δυνατόν να τελούν την ευχαριστία στους τάφους, χρησιμοποιούσαν ένα τραπέζι που πάνω του έφερε Άγια Λείψανα, ονομάζεται αντιμήνσιον (απο το ελληνικό \"αντί\" και το λατινικό \"mensa\" που σημαίνει τράπεζα) και σημαίνει \"αντί της Αγίας τράπεζας\". Ακόμη και σήμερα υπάρχει το αντιμήνσιον για τις περιπτώσεις που τελείται η Θεία Λειτουργία σε Ναούς μη εγκαινιασμένους ή σε στρατόπεδα ή στο ύπαιθρο.

Αρχοντάρη χαίρομαι που είσαι πηγή σκέψης και  προβληματισμού, Διακρίνω σ\' εσένα ένα ανήσυχο πνεύμα που πιστεύω πως θα μας οδηγήσει σε πολύ όμορφες συζητήσεις, προς Δόξαν Θεού!!!

Σου εύχομαι να συνεχίσεις έτσι,  δημιουργικά!!!!

staboz

Επειδή έγραψα μερικά αγανακτισμένος εναντίον του Ρωμανίδη, ήθελα να συμπληρώσω κάτι για λόγους δικαιοσύνης.
Ο Ρωμανίδης ήξερε γράμματα. Εννοώ θεολογικά γράμματα. Έπιανε λεπτές και ουσιαστικές θεολογικές έννοιες.

Όμως από ένα σημείο και μετά κόλλησε ο νους του σε δύο θέματα. Το ένα ήταν η Ρωμηοσύνη και όλα τα σχετικά. Το άλλο η Εκκλησία ως θεραπευτήριο ψυχασθενών και η μετοχή σ᾿ αυτήν μόνο των κεκαθαρμένων.

Από κεί και πέρα αποδιοργανώθηκε εντελώς η σκέψη του και οδηγήθηκε από την μία πτώση στην άλλη, με αποκορύφωμα την υπογραφή των δύο ΚΟΙΝΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ με τους Αντιχαλκηδόνιους (Μονοφυσίτες), που ουσιαστικά αποτελούν προδοσία της πίστεως.
                                    Στ.
Ρωμ. ε΄6-10

ρωμηός

Μιας και μόλις το διάβασα και βρήκα μια σχετική αναφορά του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, είπα να τη συμπληρώσω εδώ. Μετάφραση δεν νομίζω πως είναι αναγκαία. Είναι σχετικά εύκολο το κείμενο!
 
\"...ἀλλὰ καὶ τῶν ἁγίων μαρτύρων ἡμῖν τὰ λείψανα κεχάρισται, καὶ τὰς ψυχὰς αὐτὸς λαβών, «δικαίων γάρ, φησί, ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ», τὰ σώματα ἡμῖν τέως κατέλιπεν ἱκανὴν παράκλησιν καὶ παραμυθίαν ἵνα παρὰ τοὺς τάφους τῶν ἁγίων τούτων γινόμενοι, εἰς ζῆλον καὶ μίμησιν διεγειρώμεθα καὶ διὰ τῆς ὄψεως ὑπόμνησιν λαμβάνωμεν τῶν αὐτοῖς κατορθωμένων καὶ τῶν ἐπὶ τοῖς κατορθώμασιν ἀμοιβῶν τῶν ἀποκειμένων. 7.2 Μέγα γὰρ ὄφελος ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς ἐντεῦθεν προσγίνεται ἐὰν νήφωμεν·....οὗτοι οἱ ἅγιοι οἱ πρὸς τὸν τῶν οὐρανῶν βασιλέα τὴν παρρησίαν κτησάμενοι διὰ τῶν οἰκείων παθημάτων τὰ μέγιστα ἡμᾶς ὀνήσουσι, μόνον ἐὰν ἡμεῖς τὰ παρ\' ἑαυτῶν εἰσφέρωμεν· τότε γὰρ μάλιστα καὶ ἡ παρ\' αὐτῶν προστασία ὠφελῆσαι ἡμᾶς δυνήσεται, ἐὰν μὴ ῥᾳθυμῶμεν ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ σπουδάζωμεν τῇ προσεδρείᾳ καὶ τῇ περὶ τὸν βίον ἐπιμελείᾳ τὴν φιλανθρωπίαν ἐφ\' ἑαυτοῖς ἐπισπάσασθαι τοῦ δεσπότου. 7.5 Ὡς πρὸς ἰατροὺς τοίνυν πνευματικοὺς ἐπὶ τούτους συνεχῶς καταφεύγωμεν. Διὰ γὰρ τοῦτο τὰ σώματα αὐτῶν κατέλιπεν ἡμῖν ὁ ἀγαθὸς δεσπότης, ἵν\' ἐνταῦθα παραγενόμενοι καὶ τῇ τῆς ψυχῆς διαθέσει ταῦτα περιπτυσσόμενοι μεγίστην ἐντεῦθεν λαμβάνωμεν τὴν ἰατρείαν καὶ τῶν ψυχικῶν καὶ τῶν σωματικῶν ἀρρωστημάτων. Ἐὰν γὰρ μετὰ πίστεως παραγενώμεθα, κἂν ψυχικὸν ἔχωμεν πάθος κἂν σωματικόν, κατάλληλον τὴν θεραπείαν δεξάμενοι οὕτως ἐπαναστρέψομεν.\"

(Ιω. Χρυσόστομος, Ζ΄Κατήχησις προς Νεοφωτίστους, ΕΠΕ, τομ. 30ος, σ.σ.472-476)

ρωμηός

Διαβάζοντας σήμερα κάτι από τον ιερό Χρυσόστομο, βρήκα μια εξαίσια αναφορά στα άγια λείψανα και είπα να τη μεταφέρω:

Κείμενο
\"Καθάπερ γὰρ τὰ νάματα τῶν πηγῶν βρύοντα, οὐκ εἴσω τῶν οἰκείων κόλπων κατέχεται ἀλλ\' ὑπερβλύζει καὶ ἐπερχεῖται, οὕτω δη καὶ ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις, ἡ τοῖς οστέοις παρακαθημένη καὶ τοῖς ἁγίοις συνοικοῦσα, καὶ εἰς ἑτέρους πρόεισι τοὺς μετὰ πίστεως ἐφεπομένους αὐτῇ, καὶ ἀπὸ ψυχῆς εἰς σώματα, καὶ ἀπὸ σωμάτων εἰς ἰμάτια, καὶ ἀπὸ ἰματίων εἰς ὑποδήματα καὶ ἀπὸ ὑποδημάτων εἰς σκιὰς ἐκτρέχει. Διὰ τοι τοῦτο οὐ τὰ σώματα ἐνήργει μόνοντῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ἀλλὰ καὶ τὰ σουδάρια καὶ τὰ σιμικίνθια, καὶ οὐ τὰ σουδάρια μόνον καὶ τὰ σιμικίνθια ἀλλὰ καὶ αἱ σκιαὶ τοῦ Πέτρου τῶν ζώντων δυνατώτερα εἰργάζοντο\". (Ιω. Χρυσοστόμου, ΕΠΕ τ. 33ος, σελ. 52)

Μετάφραση:
\"Γιατί όπως τα νερά των πηγών αναβλύζουν και πλημμυρίζουν, έτσι ακριβώς και η χάρη του Πνεύματος, που παρακάθεται στα οστά και συγκατοικεί με τους Αγίους, πηγαίνει και σε άλλους που με πίστη ακολουθούν, και τρέχει από την ψυχή στα σώματα, και από τα σώματα στα ενδύματα, και από τα ενδύματα στα υποδήματα και από τα υποδήματα στις σκιές. Γι\'αυτό λοιπόν δεν ενεργούσαν θαύματα μόνον τα σώματα των Αγίων Αποστόλων αλλά και τα σουδάρια και τα μανδήλιά τους και όχι μόνον τα σουδάρια και τα μανδήλιά τους  αλλά και οι σκιές του Πέτρου ενεργούσαν πιο δυνατά από τους ζωντανούς.\"