Μία ερώτηση από τό κατά Μάρκον.

Started by Iaspis, 05 February, 2010, 03:15:20 AM

Previous topic - Next topic

Iaspis

«46 Καὶ ἔρχονται εἰς ῾Ιεριχώ. καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ ἀπὸ ῾Ιεριχὼ καὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ καὶ ὄχλου ἱκανοῦ, ὁ υἱὸς Τιμαίου Βαρτιμαῖος τυφλὸς ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν. 47 καὶ ἀκούσας ὅτι ᾿Ιησοῦς ὁ Ναζωραῖός ἐστιν, ἤρξατο κράζειν καὶ λέγειν· υἱὲ Δαυῒδ ᾿Ιησοῦ, ἐλέησόν με. 48 καὶ ἐπετίμων αὐτῷ πολλοὶ ἵνα σιωπήσῃ· ὁ δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 49 καὶ στὰς ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε· φωνήσατε αὐτόν· καὶ φωνοῦσι τὸν τυφλὸν λέγοντες αὐτῷ· θάρσει, ἔγειρε· φωνεῖ σε. 50 ὁ δὲ ἀποβαλὼν τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν. 51 καὶ ἀποκριθεὶς λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· τί σοι θέλεις ποιήσω; ὁ δὲ τυφλὸς εἶπεν αὐτῷ· ραββουνί, ἵνα ἀναβλέψω. 52 καὶ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ὕπαγε, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. καὶ εὐθέως ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει τῷ ᾿Ιησοῦ ἐν τῇ ὁδῷ. » (Μαρκ. 10, 46-52)

«46 Και έρχονται στην Ιεριχώ. Και ενώ έβγαινε από την Ιεριχώ αυτός και οι μαθητές του και αρκετό πλήθος, ο γιος του Τιμαίου, ο Βαρτίμαιος, ένας τυφλός ζητιάνος, καθόταν δίπλα στο δρόμο. 47 Και όταν άκουσε ότι ο Ιησούς ο Ναζαρηνός είναι, άρχισε να κράζει και να λέει: «Γιε του Δαβίδ, Ιησού, ελέησέ με». 48 Και πολλοί τον επιτιμούσαν για να σωπάσει. Εκείνος όμως πολύ περισσότερο έκραζε: «Γιε του Δαβίδ, ελέησέ με». 49 Και τότε στάθηκε ο Ιησούς και είπε: «Φωνάξτε τον». Και φωνάζουν τον τυφλό λέγοντάς του: «Έχε θάρρος, σήκω, σε φωνάζει». 50 Εκείνος, αφού πέταξε το πανωφόρι του, αναπήδησε και ήρθε προς τον Ιησού. 51 Και του απεύθυνε το λόγο ο Ιησούς και του είπε: «Τι θέλεις να σου κάνω;» Ο τυφλός τότε του απάντησε: «Ραβουνί, να ξαναδώ». 52 Και ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε, η πίστη σου σε έχει σώσει». Και ευθύς ξαναείδε και τον ακολουθούσε στο δρόμο. »


Μού κάνει εντύπωση πού ο Κύριος ερωτά έναν τυφλό ζητιάνο πού Τόν παρακαλεί νά τόν ελεήσει «τί σοι θέλεις ποιήσω; », δηλαδή «Τι θέλεις να σου κάνω;».
Γιατί δηλαδή ο Κύριος πού εκτός από τό ότι  είναι παντογνώστης τού θελήματός μας, δέν θεωρεί δεδομένο καί βέβαιο ότι ένας τυφλός ζητιάνος θέλει νά βρεί τό φώς του, καί ερωτά τόν άνθρωπο «τί σοι θέλεις ποιήσω; ».
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

Iaspis

Ἔλαβα μὲ μύνημα τὴν παρακάτω ἐρμηνεία ἀπὸ τὸν ΙΩΑΝΝΗ.  Τὸν εὐχαριστῶ!

QuoteΑδελφέ μου αγαπητέ, επειδή μόλις είδα πως κανείς τόσους μήνες δεν σου απάντησε,πέρνω το θάρρος να σου απαντήσω εγώ... Αν σε ικανοποιείσει η απαντησή μου δημοσιευσέ τη.
Ο Κύριος όπως πολύ καλά γνωρίζεις εις όλην την Ιεράν Γραφήν ουδέποτε έκανε κάτι με το ζόρι εις άνθρωπο. Ακόμη κι αν είχε μεγάλη ανάγκη! Σε αυτό λοιπόν το σημείο ο Κύριος βεβαιότατα γνωρίζει τι θέλει ο τυφλός! Απλώς με την ερώτηση που του κάνει θέλει να τον κάνει να συνειδητοποιήσει την καταστασή του ως τυφλού σε όλο του το βάθος κι όχι μόνο στο επιφανειακό <<ΕΙΜΑΙ ΑΠΛΑ ΤΥΦΛΟΣ>>! Το σημαντικότερο ομως είναι ότι με αυτήν την ερώτηση τονίζει την ελεύθερη βουληση του ανθρώπου με το να εκφράσει δηλαδη από μόνος του την επιθυμία του για ίαση!
Είναι παρόμοιο με το γεγονός που περιγράφεται στο κατα Ιωάννην με τον παράλυτο που ο Κύριος τον ρωτά: <<Θέλεις υγιείς γενέσθαι;>>
Αν το διαβάσει αυτο κάποιός ορθολογιστής θα πει: << Μα καλά είναι σοβαρή ερώτηση αυτή που κάνει στον παράλυτο ο Χριστός? Αν θέλει να γίνει υγιείς? Ποιός ανθρωπος δεν θέλει την υγειά του ?>> Κι όμως αυτο δείχνει ότι ο Χριστός ακόμη και στα πιο αυτονόητα πράγματα ρωτάει μην εκβιάζοντας την ελευθερη βούληση του ανθρώπου! Ακόμη και στο θέμα της υγείας!
Εἲμαστε λοιπὸν τυφλοὶ άδελφέ μου, καὶ ὅσο τὸ «βλέπουμε», τὸ συνειδητοποιοῦμε καὶ τὸ παραδεχόμαστε, τόσο ἐπικαλούμεθα τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μᾶς ὀδηγήσει ἀπὸ τὸ σκοτάδι τοῦ ἑαυτοῦ μας, στὴν πόρτα τῆς ἀδελφικῆς ἐν Χριστὼ ἀγάπης! Τὴν Ἐκκλησία!
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)