Προφητείες και άλλα θαυμαστά

Started by Βασιλείου Μάριος, 21 June, 2007, 02:52:29 AM

Previous topic - Next topic

Βασιλείου Μάριος

Μεταθανάτια προφητεία
του Οσίου Νείλου του Μυροβλύτου
(Πιστόν αντίγραφον απο το βιβλίον «Ευαγγελικός Κήπος», της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου).

Ο Όσιος Νείλος έζησε τον 16ο αιώνα. Κατήγετο από ένα χωρίον της Τριπόλεως της Πελοποννήσου. Ασκήτευσεν εις το Άγιον Όρος και εκοιμήθη την 12ην Νοεμβρίου του έτους 1651. Εκ του τάφου του Οσίου ανέβλυσεν ευωδέστατον μύρον δι\' αυτό και ονομάζεται μυροβλήτης.

Κατά το 1900 έτος βαδίζοντες προς τον μεσασμόν του 8ου αιώνος άρυται ο κόσμος του καιρού εκείνου, να γίνεται αγνώριστος. Όταν πλησίαση ο καιρός της ελεύσεως του Αντίχριστου θα σκοτιστεί η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη τα της σαρκός και θα πληθυνθή σφόδρα η ασέβεια και η ανομία. Τότε έρχεται ο κόσμος να γίνεται αγνώριστος, μετασχηματίζωνται αι μορφαί των ανθρώπων και δεν θα γνωρίζωνται οι άνδρες από τας γυναίκας δια της αναίσχυντου ενδυμασίας και των τριχών της κεφαλής· οι τότε άνθρωποι θα αγριέψουν και θα γενούν ωσάν θηρία από την πλάνην του Αντίχριστου. Δεν θα υπάρχει σεβασμός εις τους γονείς και γεροντότερους η αγάπη θα εκλείψη οι δε Ποιμένες των Χριστιανών, Αρχιερείς και Ιερείς, θα είναι τότε άνδρες κενόδοξοι, παντελώς μη γνωρίζοντες την δεξιάν οδόν από την αριστεράν, θα αλλάξουν τα ήθη, αι παραδόσεις των Χριστιανών και της Εκκλησίας. Η σωφροσύνη θα απολεσθή από τους ανθρώπους και θα βασιλεύση η ασωτεία. Το ψεύδος και η φιλαργυρία θα φθάσουν εις τον μέγιστον βαθμόν, και ουαί εις τους θησαυρίζοντας αργύρια.

Αι πορνείαι, μοιχείαι, αρσενοκοιτίαι, κλοπαί και φόνοι, θα πολιτεύωνται, εν τω καιρώ εκείνω και δια την ενέργειαν της μεγίστης αμαρτίας και ασελγείας, ο άνθρωποι θέλουν στερηθή την χάριν του Αγίου Πνεύματος όπου έλαβον εις το Άγιον Βάπτισμα ως και την τύψιν της συνειδήσεως.
Αι Εκκλησίαι δε του θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών Ποιμένων και αλλοίμονον τότε εις τους εν τω κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι όποιοι θα στερηθούν τελείως την πίστιν, διότι θα αναχωρούν από τον κόσμον εις τα ιερα Καταφύγια δια να εύρουν ψυχικήν ανακούφισιν των θλίψεών των και παντού θα ευρίσκουν εμπόδια και στενοχώριας. Κα πάντα ταύτα γεννήσονται δια το ότι ο Αντίχριστος θέλει κυρίευση τα πάντα, και γεννήσεται εξουσιαστής πάσης της Οικουμένης και θα ποιή τέρατα και σημεία κατά φαντασίαν, θέλη δε δώση πονηράν σοφίαν εις τον ταλαίπωρον άνθρωπον, δια να εφεύρη, να ομιλή ο εις προς τον άλλον, από την μίαν άκραν της γης, έως την άλλην, τότε θα πέτανται στον αέρα ως πτηνά και διασχίζοντες τον βυθόν της θαλάσσης ως ιχθύες.

Και ταύτα πάντα ποιούντες οι δυστυχείς άνθρωποι, διαβιούντες εν ανέσει, μη γνωρίζοντες οι ταλαίπωροι ότι ταύτα εστί πλάνη του Αντίχριστου. Και τόσον θα προοδεύση την επιστήμην κατά φαντασίαν ο πονηρός, ώστε αποπλανήσαι τους ανθρώπους και μη πιστεύη εις την ύπαρξιν του τρισυπόστατου Θεού.
Τότε βλέπων ο Πανάγαθος Θεός την απώλειαν του ανθρωπίνου γένους, θέλει κωλοβώση τας ημέρας, δια τους ολίγους σωζόμενους διότι θέλει πλανήσαι ει δυνατόν και τους εκλεκτούς. Τότε αιφνιδίως θέλει έλθη η δύστομος ρομφαία και θα θανάτωση τον πλάνον και τους οπαδούς αυτού.
Πηγή: http://www.pigizois.gr/pneumatikoi_l...sios_nilos.htm

Αλήθεια, πόσο μακριά να είμαστε απ΄το να επαληθευτεί ολόκληρη η προφητεία;
[b][font=arial]Χωρίς στρουμφάκι, δεν γίνεται δουλειά εδώ μέσα![/font][/b]

Βασιλείου Μάριος

ΠΕΡΙ ΕΞOΔΟΥ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΑΕΡΙΩΝ ΤΕΛΩΝΙΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΟΒΕΡΑΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ

Το παρόν κείμενο εκδιδόμενο υπό του Πατρός Λαζάρου Ιερομόναχου της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου σκοπόν έχει να φωτίση πάντα χριστιανόν ορθόδοξον να γνωρίση τι είναι αρεστόν ενώπιον του Αγίου Θεού. Και πράττοντας αυτά, θα αξιωθή της βασιλείας των Ουρανών.

1. ΦΟΒΕΡΑ ΟΠΤΑΣΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΙΔΕΝ ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΗΤΑΝ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΠΙ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΛΕΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΟΦΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 9ον ΑΙΩΝΑ

Ο Άγιος Βασίλειος ο νέος ήταν πνευματικός Πατέρας του οσίου Γρηγορίου, ο οποίος είχε επίσης πολλά άλλα πνευματικά τέκνα μεταξύ των οποίων ήταν και μια ευλαβέστατη γυναίκα ονομαζόμενη Θεοδώρα η οποία υπηρετούσε τον Άγιο Βασίλειο σε όλη της τη ζωή. Έφθασε δε ο καιρός του θανάτου της και απέθανεν εντός ολίγων ημερών.
Εγώ δε( Ο Γρηγόριος) ευρισκόμενος σε απορία ζητούσα να μάθω και ενοχλούσα τον Άγιο για να μου ειπή εάν εσώθη η Θεοδώρα και που ευρίσκεται. Ο Άγιος Βασίλειος μετά τις πολλές μου ενοχλήσεις, μου είπεν: \" Τέκνον μου Γρηγόριε αύτη τη νύχτα πορεύομαι πρός την Θεοδώρα και έλθε και συ μαζί μού για να την ιδής.\"
Εγώ ασπάσθηκα την δεξιά του χείρα και πορεύθηκα να κοιμηθώ. Και γενόμενος σε έκσταση ευρέθηκα σε ένα ανηφορικό και στενό μέρος, και εκεί βλέπω ωραιότατα παλάτια εξαστράπτοντα και κτυπόντας την πόρτα παρουσιάσθηκαν δύο γυναίκες και μου λέγουν. Αυτά τα παλάτια είναι του πατρός Βασιλείου ο οποίος πριν από λίγο πέρασεν από εδώ και πήγε να ιδή την Θεοδώρα η οποία βρίσκεται εδώ.
Ακούωντας δε η Θεοδώρα το όνομα της, έτρεξε στην πόρτα, μ\' ενηγκαλίσθη και μου λέγει:
\" Ώ! τέκνον μου Γρηγόριε! Πως ήλθες εδώ; Μήπως απέθανες και ήρθες εδώ;
Εγω της αποκρίθηκα:
\" Δεν απέθανα αλλά ευρίσκομαι ακόμη στο σώμα μου στον μάταιο εκείνο κόσμο. Οι ευχές όμως του πνευματικού μας Πατρός Βασιλείου με έφεραν εδώ να σε δω όπου πολύ επιθυμούσα και τον ενοχλούσα κάθε ημέρα για να μάθω πού ευρίσκεσαι, και εάν εσώθης. Και σε παρακαλώ να μου πής πέρι του χωρισμού της ψυχής από το σώμα, πόσους πόνους έχει και πως επέρασες από τα φοβερά τελώνια του αέρος, και τις εξετάσεις των πονηρών δαιμόνων. Διότι κι εγω μέλλω εντός ολίγου και κάθε άνθρωπος στο τέλος της ζωής του να διέλθωμεν. \"
Και απεκρίθη η Θεοδώρα και του λέγει:
\" Ώ! τέκνον μου Γρηγόριε πως θα σου διηγηθώ τον φόβο και τον τρόμον εκείνης της ώρας του χωρισμού της ψυχής από του σώματος; Πως θα σου εξηγήσω τους πόνους και τις οδύνες του χωρισμού της ψυχής; Σου παριστάνω τέκνο μου να τεθή άνθρωπος γυμνός επάνω σε κάρβουνα και να διαλύεται εώς ότου εξέλθη η ψυχή του. Τόσον δριμείς και ανυπόφοροι είναι οι πόνοι του χωρισμού της ψυχής του αμαρτωλού όπως εγώ• του δε δίκαιου τέκνον μου Γρηγόριε δεν γνωρίζω.
Όταν βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και ψυχομαχούσα έβλεπα γύρω μου τα πονηρά πνεύματα των δαιμόνων• άλλους μεν σαν μαύρους σκύλους, και εγαύγιζαν, άλλους δε σαν ταύρους μουγκρίζοντας και λυσσόντας στρέφοντας τα άγρια και άσχημα πρόσωπα τους κατ\' απάνω μου και με φοβέριζαν. Εγώ δε έστρεφα τα μάτια μου σε άλλο μέρος για να μην βλέπω την άσχημη μορφή τους και τον θόρυβο που έκαναν• αλλά ήταν αδύνατο, τέκνο μου Γρηγόριε να αποφύγω.
Και ενώ ήμουν σε τόσην στεναχώρια βλέπω ξαφνικά δύο νέους αστραπόμορφους με χρυσά μαλλιά, και στάθηκαν στα δεξιά του κρεβατιού μου, και ο ένας απ\' αυτούς άρχισε να φοβερίζη τους φοβερούς εκείνους δαίμονες λέγοντας:
\" Φύγετε παμμίαροι και αγριοπρόσωποι διότι δεν έχετε να κερδήσετε τίποτε α\' αυτή την ψυχή.\"
Αυτοί δε έφεραν τις αμαρτίες μου όσας εποίησα από τα νιάτα μου, είτε σε λόγια, είτε σε πράξεις και εφώναζαν όλα τ\' αμαρτήματα μου ακόμη και όσα δεν έπραξα•
εγώ δε με φόβω και τρόμω επρόσμενα το θάνατο και εξαιφνής ήλθεν ο θάνατος σαν ένας νέος χονδρός και οργισμένος, σαν λιοντάρι, φορτωμένος διάφορα εργαλεία και είπαν σ\' αυτόν οι Άγγελοι• λύσαι τις αρθρώσεις του σώματος και μην της δώσης πολλούς πόνους διότι τ\' αμαρτήματα της είναι λίγα• τότε άρχισεν από τα πόδια και έλυε τις αρθρώσεις του σώματος μου, και τότε αισθανόμουν οτι νεκρωνόταν το σώμα μου, και τελικά ο τύρρανος εκείνος γέμισε ενα ποτήρι με πικρό περιεχόμενο, μου το πότισε και ευθής εξήλθεν η ψυχή μου από το σώμα μου, τότε την παράλαβαν οι δύο Άγγελοι και εγώ θαύμαζα για τα γινόμενα, διότι δεν ήξερα οτι συμβαίνουν αυτά στον καιρό του θανάτου στον ταλαίπωρο άνθρωπον.
Και οι Άγγελοι εξέταζαν τα καλά έργα που έκαμα στη ζωή μου, αν νήστευσα, αν πήγαινα εκκλησία και αν στεκόμουν με φόβο Θεού, αν τάϊσα τους πεινώντες, αν επισκέφθηκα ασθενείς, αν δεχόμουν ξένους στο σπίτι μου, αν έδωκα το καλό παράδειγμα στους άλλους, αν υπέμεινα βρισιές, αν απέφευγα όρκους, αν δεν βλασφημούσα, αν δεν καλλοπιζόμουν, και πολλά άλλα, τα εζύγισαν αυτά με τις αμαρτίες μου οι δε δαίμονες έτριζαν τα δόντια τους σε μένα και ορμούσαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων, και να με ρίξουν στον άχαρον Άδην.
Ξαφνικά ήλθεν ο πνευματικός μου Πατέρας Βασίλειος και είπε πρός τους Αγγέλους:
\" Κύριοι μου επειδή αυτή η ψυχή με υπηρέτησεν στη ζωή μου, παρακάλεσα τον Κύριον να την συγχωρέση και να τη σώση από τα χέρια των δαιμόνων, και οι Άγγελοι πετώντας αμέσως ανεβαίναμεν στον ουρανό ανατολικά, και ανεβαίνοντας συναντήσαμεν:


1ον. Το τελώνιο της καταλαλιάς.
Εδώ υπήρχε μιά σύναξις μαύρων, και μας σταμάτησαν, και λυσσόντας σαν σκύλλοι ζητούσαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων. Και μάρτυς μου ο Κύριος τέκνον μου Γρηγόριε, μου εφανέρωσαν όσους κατέκρινα στη ζωή μου και όχι μόνο τ\' αληθινά αλλά με συκοφαντούσαν και έλεγαν πολλά ψέματα εναντίων μου. Οι δε Άγγελοι καταφρονήσαντες αυτούς, και πετώντας τις πτέρυγες τους ανεβαίναμεν στον ουρανό.


2ον. Τελώνιο της ύβρεως.
Και ανεβαίνοντας λίγο συνατήσαμε το τελώνιο της ύβρεως, και εδώ πολυαγωνιζόμενοι οι Άγγελοι, με τις ευχές του Πατρός μας Βασιλείου, αναχωρίσαμεν και συνομιλούντες οι Άγγελοι έλεγαν• αληθινά μεγάλην ωφέλειαν βρήκε αυτή η ψυχή από τον Άγιον Βασίλειον.


3ον. Τελώνιον του φθόνου.
Και ανεβαίνοντας εφθάσαμεν στο τελώνιο του φθόνου, και μη έχοντας τίποτα οι δαίμονες εναντίων μου επεράσαμεν ανενόχλητοι• αν και έτριζαν τα δόντια τους, οι αγριοπρόσωποι εκείνοι μαύροι να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων• και έτσι περάσαμε το τελώνιο τούτο.


4ον. Τελώνιον του ψεύδους.
Και ανεβαίνοντας, σε πολύ ύψος φθάσαμεν στο τελώνιο του ψεύδους όπου εκεί πολύ πλήθος δαιμόνων με άσχημα πρόσωπα έτρεχαν κατ\' απάνω μου, κραυγάζοντας και λυσσόντας έφεραν πολλές αποδείξεις, και είχαν γραμμένα πολλές ανόητες λέξεις που έλεγα στην παιδική μου ηλικία μέχρι και τα πρόσωπα που τα έλεγα και ζητούσαν απολογία από τους Αγγέλους. Και οι Άγγελοι πληρώσαντες από τα του Αγίου Βασιλείου αναχωρήσαμεν.


5. Το τελώνιο του θυμού και της οργής.
Και ανεβαίνοντας εφθάσαμεν στο τελώνιο του θυμού και της οργής, όπου εκεί πλήθος μαύρων λυσσόντας σαν σκύλλοι δάγκωναν ο ένας τον άλλον και κατατρώγονταν αναμεταξύ τους και σαν αγριόχοιροι ορμόντας εναντίων μου, έκαμναν τα σχήματα και τα καμώματα που έκανα όταν θυμονόμουν και όταν εκρατούσα έχθρα και μνησικάκουν με κανένα• και εδώ πληρώνοντας από τα του Αγίου Βασιλείου αναχωρήσαμεν.


6. Τελώνιον υπερηφάνειας.
Και ανεβαίνοντας λίγον οι Άγγελοι εφθάσαμεν στο τελώνιο της υπερηφάνειας και ψάχνοντας πολλά οι δαίμονες δεν βρήκαν τίποτα να με κατηγορήσουν διότι ήμουν φτωχή και περνώντας ανενόχλητοι φθάσαμεν στο τελώνιο της βλασφημίας.


7ον. Τελώνιον της βλασφημίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της βλασφημίας, και αμέσως όταν μας είδαν οι δαίμονες έτρεξαν κατ\' απάνω μας τρίζοντας τα δόντια και βλασφημούντες, εγώ έτρεμα από τον φόβο μου και μου έλεγαν οτι βλασφήμησα τρείς φορές στη νεότητα μου• οι δε Άγγελοι έφεραν απόδειξη οτι εξομολογήθηκα και αναχωρήσαμεν αφήνοντας τους δαίμονες άπρακτους.

8ον. Τελώνιον της φλυαρίας και αστειολογίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιον της αστειολογίας και φλυαρίας και ζητούσαν οι δαίμονες να δώσω απολογίαν για τα αισχρόλογα, τις αστειολογίες και άσεμνα τραγούδια που έλεγα στη νεότητα μου και απορούσα πως τα θυμούνταν, ενώ εγώ από την πολυκαιρία τα ξέχασα• και πληρώνοντας οι Άγγελοι ανεχωρήσαμεν.


9ον. Τελώνιον του τόκου και δόλου.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο του τόκου και του δόλου που εξετάζει τους τοκογλύφους και δόλιους, και χωρίς να βρουν τίποτα οι δαίμονες να αποδείξουν αναχωρήσαμεν.


10ον. Τελώνιον της οκνηρίας και του ύπνου.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της οκνηρίας όπου οι δαίμονες με εξέτασαν αν κοιμώμουν πολύ και βαριόμουν να σηκωθώ να προσευχηθώ ή να πάω στην εκκλησία ή αν μπορούσα να κάμω κανένα καλό και αμελούσα• και χωρίς να βρούν τίποτα αναχωρήσαμεν ανενόχλητοι.


11ον. Τελώνιον της φιλαργυρίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της φυλαργυρίας στο οποίο υπήρχε πολύ σκοτάδι και ομίχλη• και εξετάζοντας οι δαίμονες και αφού δεν βρήκαν τίποτα επειδή ήμουν φτωχή, φύγαμεν ανενόχλητοι.


12ον. Τελώνιον της μέθης.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μέθης, και ορμόντας οι δαίμονες σαν λύκοι αρπακτικοί κατ\' απάνω μας, εξέταζαν το κρασί που ήπια σ\' όλη μου τη ζωή• και με κατηγορούσαν οτι στο τάδε σπίτι ήπιες τόσα ποτήρια, στον τάδε γάμον εμέθυσες και όσα μου έλεγαν ήσαν αληθινά• και πληρώνοντας οι Άγγελοι αναχωρήσαμεν και ανεβαίνοντας οι Άγγελοι έλεγαν αναμεταξύ τους:
\"Μεγάλον κίνδυνον έχει η ψυχή εώς ότου περάσει τα ακάθαρτα τελώνια του αέρος\"
και εγώ τους λέγω:
\" Ναι κύριοι μου, και νομίζω πως κανείς από τους ζωντανούς ανθρώπους δεν θα γνωρίζη το τι συμβαίνει μετά τον χωρισμό της ψυχής από τους δαίμονες του αέρος, και αλλοίμονο στους αμελείς το τι τους περιμένει•\" και οι Άγγελοι αποκρίθηκαν και είπαν:
\" Οι αγίες Γραφές αναλαμβάνουν όλα αυτά, αλλά οι ταλαίπωροι ανθρώποι σκοτεισμένοι από την πολυτέλεια, τροφές και ηδονές του κόσμου, τυφλόνονται και δεν πιστεύουν οτι θα πεθάνουν και δεν φροντίζουν να κάμνουν καλά έργα για την ψυχή τους• και αλλοίμονο στους αμελείς διότι τους αρπάζουν οι δαίμονες και τους ρίπτουν στον σκοτεινόν Άδην μέχρι της κρίσεως οπότε θα δικασθούν και θα απολάβη ο κάθε ένας οτι έπραξε.\"

13ον. Τελώνιον της μνησικακίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μνησικακίας που εξετάζει αυτούς που έχουν έχθρα, και δεν συγχωρούν τους αδελφούς τους. Και ορμόντας οι δαίμονες κατ\' απάνω μου, εξέταζαν τα κατάστιχα τους , να βρούν κανένα πταίσιμο να με αρπάξουν• και χωρίς να βρούν φώναξαν σαν λυσσασμένα σκυλιά οτι ξεχάσαμεν να τα γράψουμεν, και αναχωρήσαμεν ανεβαίνοντας,
και ρώτησα τους Αγγέλους πως γνωρίζουν οι δαίμονες τις αμαρτίες των ανρθώπων, και μου αποκρίθηκαν οι Άγγελοι:
\" Δεν γνωρίζεις, οτι μετά το βάπτισμα κάθε χριστιανός λαμβάνει έναν Άγγελο σαν φύλακα να τον φυλάει, και να τον οδηγή στο καλό, και να γράφη τα καλά του έργα• ομοίως δε τον ακολουθή και ένας διάβολος και γράφη τις κακές του πράξεις, και τις αναγγέλλει στο κάθε τελώνιο που ανήκει η αμαρτία και γι\' αυτό γνωρίζουν οι δαίμονες, και όταν η ψυχή χωρίση από το σώμα και ανέρχεται στους ουρανούς την εξετάζουν δαίμονες σε κάθε τελώνιο και τούτο γίνεται στους ορθόδοξους χριστιανούς μόνο, στους δε απίστους και ασεβείς δεν υπάρχει καμιά εξέτασις.\"


14ον. Τελώνιον της μαγείας και γοητείας.
Ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μαγείας και γοητείας. Εδώ οι δαίμονες ήσαν σαν άγρια ζώα• άλλοι είχαν μορφή σκύλλου, άλλοι σαν βόδια, άλλοι σαν φίδια, με άσχημη μορφή, αλλά με θείαν χάρην όταν με εξέτασαν δεν βρήκαν τίποτα,
και ανεβαίνοντας ρώτησα τους Άγγελους με τι τρόπον μπορούν να σβήσουν από τα κατάστιχα των δαιμόνων τα αμαρτήματα των ανθρώπων,
και οι Άγγελοι μου αποκρίθησαν:
\" Συγχωρούνται τα αμαρτήματα οταν ο άνθρωπος μετανοήση και εξομολογηθή στον πνευματικόν και κάμη τον κανόνα που του έβαλεν τότε εξαλείφονται τα αμαρτήματα από τα κατάστιχα των δαιμόνων• και λυσσώντας οι δαίμονες τους πολεμούν για να τους ρίψουν σε νέα αμαρτήματα. Γι\' αυτό η εξομολόγηση και η μετάνοια γίνονται αιτίες να συγχωρηθούν οι ανθρώποι και να περάσουν ελεύθερα τα εναέρια τελώνια. Αλλά πολλοί ανθρώποι λέγουν οτι τα εξομολογούνται στον Θεό• και άλλοι πάλι ζητούν να εύρουν πνευματικόν συγκαταβατικόν για να αποφύγουν τον κανόνα• Αλλά αυτή δεν είναι μετάνοια αλλά πονηρία και ο Θεός ου μυκτηρίζεται. Και όπως στην ασθένεια του σώματος εκλέγουμεν τον καλύτερον ιατρόν, έτσι πολύ περισσότερον στην ασθένεια της αθάνατης ψυχής να εκλέγουμε τον θεοφοβούμενον και αυστηρόν πνευματικό, και να τον έχει κανείς μέχρι τέλους της ζωής• αλλιώς πλανούνται οι ανθρώποι και δεν μπορούν να περάσουν τα τελώνια του αέρος.\"


15ον. Τελώνιον της γαστριμαργίας και πολυφαγίας.
Αυτά καθώς μου έλεγαν φθάσαμε στο τελώνιο της γαστριμαργίας και πολυφαγίας, όπου οι δαίμονες ήσαν πολύ χονδροί σαν τους χοίρους, δυνατοί και άγριοι, και έτρεξαν κατ\' απάνω μου, γαυγίζοντας, και μου φανέρωσαν τις πολυφαγίες που έκαμνα απο μικρήν ηλικία μέχρι που γέρασα, και οτι δεν νήστευα Τετάρτη και Παρασκευή μέχρι και τις 40στάς χωρίς εγκράτεια• και οι Άγγελοι φέρνοντας τα καλά μου έργα για πληρωμή αναχωρήσαμεν.


16ον. Τελώνιο της ειδωλολατρίας.
Και φθάσαμεν στο τελώνιο της ειδωλολατρίας και διαφόρων αιρέσεων, και χωρίς να βρούν τίποτα οι δαίμονες αναχωρίσαμεν.


17ον. Τελώνιον της αρσενοκοιτίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της αρσενοκοιτίας• και ο πρώτος αυτών καθόταν σαν φοβερός δράκωντας αλλάσωντας μορφές πότε σαν αγριόχοιρος, πότε σαν ποντικός, πότε σαν θηριόψαρο και τριγύρω αυτού βρώμα και ανυπόφορη δυσσωδία και επλάγιαζε ασχημονώντας. Και επειδή δεν βρήκε τίποτα εναντίων μου, αναχωρήσαμεν,
και μου έλεγαν οι Άγγελοι οτι πολλοί φθάνουν μέχρι εδώ ανεμπόδιστα, και για την αισχρήν αυτήν πράξιν, καταγκρεμίζονται στον σκοτεινόν και άχαρον Άδην.


18ον. Τελώνιον των χρωματοπροσώπων.
Και μιλώντας φθάσαμεν στο τελώνιο το οποίον εξετάζει άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι καλλωπίζουν τα πρόσωπα τους με διάφορα χρώματα, και μυρωδικά και δεν ευχαριστούνται με το κάλλος που τους έδωσεν ο Θεός. Εγώ είχα χρωματισθή δυό φερές στη ζωή μου και οι δαίμονες εξέταζαν να με κρατήσουν οι Άγγελοι όμως επάλευαν με πολύν κόπον φέρνοντας τις καλές μου πράξεις, και κερδίζοντας αναχωρίσαμεν.


19ον. Τελώνιον της μοιχείας.
Ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μοιχείας το οποίον εξετάζει τους μοίχους και μοιχαλίδας• δηλαδή τους παντρεμένους οι οποίοι πηγαίνουν σε ξένες γυναίκες και μολύνουν το στεφάνι τους. Επίσης εδώ στο τελώνιον αυτό εξετάζονται και οι παρά φύσιν πράξαντες με τις γυναίκες τους. Αλλά επειδή εγώ δεν είχα ευθύνη από αυτά αναχωρίσαμεν χωρίς πρόβλημα.


20ον. Τελώνιον του φόνου και της εκτρώσεως.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στους τελωνάρχες του φόνου οι οποίοι εξετάζουν τους φονιάδες, μέχρι και τις γυναίκες που αποβάλλουν από την κοιλία τους βρέφη και μέχρι και αυτούς που αποφεύγουν την τεκνογονία• και από εδώ με την χάρην του Θεού αναχωρήσαμεν χωρίς πρόβλημα.


21ον. Τελώνιον της κλοπής.
Και ανεβαίνοντας λίγο φθάσαμεν στο τελώνιο της κλοπής που εξετάζει τους κλέφτες και εξετάζοντας με καλά οι δαίμονες δεν βρήκαν τίποτα και αναχωρίσαμεν ανεμπόδιστα.


22ον. Τελώνιον της πορνείας.
Και ανεβαίνοντας πολύ ψηλά φθάσαμεν στην θύρα του Ουρανού, όπου βρίσκεται το τελώνιο το οποίον εξετάζει τους πόρνους. Ο αρχηγός τους καθώταν σε υψηλό θρόνο και φορούσεν φόρεμα ραντισμένο με αφρούς και αίματα κάθε ακαθαρσίας πλυμμηρισμένον, το οποίον έγινε αυτό από τις ακαθαρσίες της πορνείας. Και ωρμόντας οι δαίμονες κατ\' απάνω μου με εκατηγορούσαν και έλεγαν πολλά ψέματα, και ετόλμησαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων και να με ρίψουν στον άχαρον Άδην. Οι δε Άγγελοι αντίλεγαν σ\' αυτούς, οτι είχα εξομολογηθή και παραίτησα από πολύν καιρόν αυτά. Και λέγοντας ψέματα οι δαίμονες έλεγαν οτι δεν τα εξομολογήθηκα ούτε κανόνα έλαβα από πνευματικόν, και οι Άγγελοι αναχώρησαν, τρίζοντας οι ακάθαρτοι δαίμονες τα δόντια τους.
Και προχωρόντας μου λένε οι Άγγελοι οτι πολύ λίγοι περνούν από αυτό το τελώνιο. Οι περισσότεροι άνθρωποι που έρχονται μέχρι εδώ πέφτουν στον σκοτεινόν και άχαρον Άδην.


23ον. Τελώνιον της ασπλαχνίας.
Και ανεβαίνοντας λίγο φθάσαμεν στο τελώνιο της ασπλαχνίας, το οποίο εξετάζη τους σκληρόκαρδους και ανελεήμονες και εξετάζοντας με οι δαίμονες και χωρίς να με βρουν άσπλαχνη διότι ελεούσα τους φτωχούς, και καταντροπιασθέντες οι δαίμονες, αναχωρήσαμεν απ\' αυτούς.

(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...)
[b][font=arial]Χωρίς στρουμφάκι, δεν γίνεται δουλειά εδώ μέσα![/font][/b]

Βασιλείου Μάριος

(...ΣΥΝΕΧΕΙΑ)

Η πύλη του Ουρανού.
Και ανεβαίνοντας χαρούμενοι φθάσαμεν στην πύλη του Ουρανού, η οποία ακτινοβολούσε και έλαμπε σαν καθαρό χρυσάφι και είχεν υπερθαύμαστην ωραιότητα, που δεν μπορεί γλώσσα ανθρώπου να την διηγηθή. Ο θυρωρός, ήταν ενας αστραπόμορφος νέος με χρυσά μαλιά και μας δέχθηκε χαρούμενος δοξάζωντας τον Θεόν διότι περάσαμε τα εναέρια τελώνια των δαιμόνων.
Και περνώντας την πύλη του ουρανού είδαμεν πλήθος αστραπόμορφων νέων οι οποίοι ακτινοβολούσαν σαν τον ήλιο και χαίρονταν όλοι και ευφραίνονταν, για την σωτηρία μου• εμείς πορευθήκαμεν με αγαλλίαση και χαράν ανεκλάλητον για προσκύνησιν του αστραπόμορφου θρόνου του Θεού, και Σωρήρα Ημών Ιησού Χριστού. Και είδαμεν σύννεφα όχι σαν τα συνηθισμένα τα οποία παραμέριζαν για να περάσουμεν. Και είδαμεν άλλο σύννεφο λευκό και χρυσόμορφο από το οποίο εξέρχονταν αστραπές και παραμέρισε κι αυτό όπως τα άλλα και περνόντας αισθανθήκαμεν γλυκύτατην ευωδία από τον θρόνο του αοράτου Θεού. Και είδαμεν στο άμεσον ύψος αστραποβόλο τον θρόνο του Παντάνακτος Θεού. Εκεί είναι η χαρά των δικαίων και η Αιώνια αγαλλίαση. Κ\' είδαμεν εκεί πλήθος άπειρον αστραπόμορφων νέων, που φορούσαν πολύτιμα φορέματα με χρυσές ζώνες.
Φθάσαμεν απέναντι του θρόνου του Θεού, και οι Άγγελοι που με κρατούσαν άρχισαν να ψάλλουν και κλίνοντας τα γόνατα προσκυνήσαμεν τρείς φορές την Παναγίαν Τριάδα, και μαζύ με ημας όλο το πλήθος των Αγίων Αγγέλων που ήταν γύρω του θρόνου του Θεού. Κ\' ευθέως ακούστηκε φωνή γλυκύτατη και έλεγεν στους Αγγέλους οδηγήστε την ψυχήν αυτήν πρώτα στον Παράδεισον και έπειτα στα καταχθόνια του άδου καθώς κάνεται σε όλες τις ψυχές. Κ\' έπειτα αναπαύσεται την στην κατοικία του δούλου μου Βασίλειου που με παρακάλεσεν.
Και συνοδεύοντας με οι Άγγελοι με έφεραν στον Παράδεισον όπου είδα τις κατοικίες των δικαίων όπου έλαμπαν σαν ακτίνες του ήλιου των οποίων η κατοικία εκάστου διέφερεν κάθε ενός ανάλογα των έργων του. Εκεί είδαμεν τον κόλπον του Αβραάμ όπου αναπαύονται τα τέκνα των ορθόδοξων χριστιανών όσα έζησαν στον κόσμο αναμάρτητα. Εκεί αναπαύονται οι ψυχές των 12 Πατριαρχών και όλων των Αγίων και φαίνονταν σαν να ήταν με σώματα, αλλά χέριν ανθρώπου δεν μπορεί να τους πιάση.
Όταν επισκεφθήκαμεν όλες τις κατοικίες των Αγίων οι Άγγελοι με έφεραν στις φοβερές κολάσεις του Άδη όπου κατοικούν οι αμαρτωλοί• και είδα τις σκοτεινές φυλακές όπου είναι κλεισμένες οι ψυχές των αμαρτωλών ώς η άμμος της θάλασσας και σκεπάζονταν από την μαύρην ομιχλη του θανάτου• και εκεί ακούεται τέκνον μου Γρηγόριε το ουαί και αλλοίμονο και τους κατατρώγει ασταμάτητα ο μολυσμός και η βρώμα.
Αφού γυρίσαμεν όλες τις κολάσεις των αμαρτωλών, ο ένας Άγγελος μου λέγει.
\"Θεοδώρα ξέρεις οτι σήμερα ο πνευματικός σου πατέρας Βασίλειος κάμνει το τεσσαρακοστόν σου μνημόσυνο στην γη;\"
Και λέγοντας αυτό ο άγγελος με άφησαν να εμφανισθώ στην πανευφρόσυνη κατοικία του Παραδείσου, όπου εδω βρίσκονται και άλλες ψυχές των πνευματικών τέκνων του πατρός μας Βασιλείου. Εκεί βρισκόταν ωραιότατο τραπέζι ακτινοβολόντας διά των πολύτιμων λίθων που ήταν στολισμένη, και γεμάτη με διάφορα ωραιότατα οπωρικά που έτρωγαν ανθρώποι άϋλοι χωρίς παχιές σάρκες και έλαμπαν σαν ακτίνες του ήλιου τα πρόσωπα τους. Εκεί δεν διακρίνονταν οι άνδρες από τις γυναίκες. Ωραιότατοι νέοι τους κερνούσαν με ροδοκόκκινο ποτό και όσοι έπιναν χόρταναν από την γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος.
Τότε ο Άγιος Βασίλειος διέταξε την Θεοδώρα να με οδηγήση να ιδώ το ωραιότατο περιβόλι της κατοικίας του. Και οδηγόντας με η Θεοδώρα φθάσαμεν στο περιβόλι του οποίου η πόρτα και τα ψηλά τείχη ήσαν χρυσαφένια, το οποίον ήταν γεμάτο από ποικιλόμορφα δέντρα φορτωμένα από ευγευστάτους και ωραιοτάτους καρπούς άφθαρτους και αθάνατους•
και βλέπωντας αυτά εγώ έμεινα εκστατικός, η δε Θεοδώρα είπε:
\" Αυτά όλα που βλέπεις τα εχάρισεν ο Πανάγαθος Θεός του πατέρα μας Βασιλείου, για τους κόπους του και την αρετή του, για να ευφραίνεται και να αναπαύεται με όλα τα σωσμένα πνευματικά του τέκνα. Φρόντισε και συ τέκνον μου Γρηγόριε, εώς ότου βρίσκεσαι στον προσωρινόν κόσμο, να κάμης τις εντολές του Θεού, για να έλθης και συ εδώ μέχρι την Δευτέρα Παρουσία, οπότε ο Θεός έχει μεγαλύτερα από αυτά ετοιμασμένα γι\' αυτούς που Τον Αγαπούν.\"
Εγώ ψηλαφίζοντας τον εαυτό μου εάν ήμουν με το σώμα, μου φάνηκε σαν να έπιανα ακτίνες του ήλιου, και τότε ήλθα στον εαυτό μου ελευθερωθείς από τα φοβερά και εξαίσια εκείνα πράγματα. Και συλλογιζόμενος όλα αυτά έλεγα• άραγε από τον διάβολο τα είδα όλα αυτά; Και σηκώθηκα επορεύθηκα να συναντήσω τον άγιον Γέροντα μου, και βρίσκωντας τον έβαλα μετάνοια και πήρα την ευλογία του, και μου λέει• άραγε ξέρεις τέκνον μου Γρηγόριε, οτι αυτήν τη νύκτα είμασταν μαζί στα ουράνια και αιώνια σκηνώματα εκεί που βρίσκεται η Θεοδώρα και την είδες και μιλήσατε μαζί κατά την επιθυμία σου, και πήγατε μαζί στο ωραιότατο περιβόλι και είδες τα πανεύοσμα εκείνα άνθη και τους αθάνατους εκείνους καρπούς και είδες τα ολόχρυσα εκείνα παλάτια αυτήν τη νύκτα, μήν νομίσεις τέκνον μου οτι όλα αυτά είναι όνειρο.
Εγώ ακόυωντας αυτά από το στόμα του άγιου Γέροντα και επιγείου αγγέλου λιποθύμησα και έμεινα άφωνος γνωρίζοντας όλα αυτά οτι έγιναν στ΄αλήθεια.
Έπειτα όταν συνήλθα μου λέγει ο Άγιος:
\" Και συ τέκνον μου Γρηγόριε φρόντισε να διέλθης τη ζωή σου με αγαθοεργίες κατά τις εντολές του Χριστού και μετά τον θάνατο σου θα σε δεχθώ στις αιωνίους κατοικίες, τις οποίες μου εδώρησεν ο Κύριος δια την πολλήν του αγαθότητα. Διότι εγώ θα φύγω σε λίγο από τον μάταιο αυτόν κόσμο, και συ υστερότερα και θα σε περιμένω εκεί στα αιώνα, διότι καθώς ο Κύριος μου αποκάλυψε θα διέλθης την ζωή σου θεάρεστα. Πρόσεξε τέκνον μου μη φανερώσης σε κανέναν όσα είδες και άκουσες εν όσω ζω. Μετά από τον θάνατο μου γράψε τα αυτά για ωφέλεια των Χριστιανών που θα τα διαβάσουν.\"
Εώς εδώ αδελφοί χριστιανοί είναι η διήγηση του θανάτου της Θεοδώρας την οποίαν έγραψεν ο σοφός Γρηγόριος. Επίσης έγραψεν πως μέλλεται να γίνη η φοβερά κρίσις την ημέρα εκείνης της Δευτέρας! Παρουσίας του Αδεκάστου Κριτού περί της οποίας αποκαλύφθηκεν στον άγιον γέροντα Βασίλειον, και το οποίον βρίσκεται πιό κάτω σε αυτό το κείμενο γραμμένο.

2.ΦΟΒΕΡΑ ΟΠΤΑΣΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΟΒΕΡΑΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


(Απο Σιναΐτικο Χειρόγραφο του 15-16ου αιώνα)
Επί της Βασιλείας του Λέοντος του Σοφού στα χρόνια 886-911 υπήρχεν ο όσιος Βασίλειος ο Νέος, ο οποίος είχεν μαθητήν του κάποιον Γρηγόριον, ο οποίος κυριευμένος απο λογισμούς πίστευε οτι οι εβραίοι που τηρούν τον Μωσαϊκό Νόμο, μετά την Ανάσταση των νεκρών, θα είναι δεκτοί στον Θεόν την ημέρα της Κρίσεως όπως οι Προπάτορες, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.
Ο δε Άγιος Βασίλειος αντιφρονούσε σ\' αυτό λέγοντας προς τον νεαρόν:
\" Ο Κύριος λέγει τέκνον μου στο Ιερόν Ευαγγέλιο, εγώ είμαι η θύρα, δι εμού εάν τις εισέλθη σωθήσεται ( Ιωαν. 10,8) και πως είναι δυνατόν τέκνον μου να σωθούν οι εβραίοι που είναι εχθροί του Θεού και τον βλασφημούν κάθε ημέραν;\"
Και προσευχόμενος ο Άγιος στον Θεό να αφαιρέση από τον νεαρό αυτούς τους λογισμούς, απέστειλεν ο Πανάγαθος Θεός θείον Άγγελον και εξήγησεν στον Γρηγόριον περί τούτου,
και λέγει μιά νύκτα ενώ κοιμώμουν, ξύπνησα για προσευχή, κατά συνήθεια και είδα σε όραμα οτι βρέθηκα σε μια πεδιάδα γεμάτη ποικίλων δέντρων και λουλουδιών, και ξαφνικά φάνηκε ένας νέος ψηλός και ωραίος με πύρινη στολή εξαστράπτων και μου λέγει:
\" Γρηγόριε, οι ευχές του Οσίου Πατρός Βασιλείου σε έφεραν εδώ για να μάθης, να πεισθής και να γνωρίσης την αλήθεια που επιθυμούσες.\"
Και αρπάζοντας με ο Νέος απο το χέρι βαδίζαμεν και νεφέλη φωτεινή μας ανέβασεν σε άπειρο ύψος, και υπερθαύμαστον κόσμον, και βλέπωντας έτρεμα από τον φόβο μου, και ευθύς βρεθήκαμεν στην πεδιάδα της οποίας το έδαφος ήταν υάλλειο, και μέσα στην πεδιάδα υπήρχεν άπειρον πλήθος πυρινόμορφων νέων και ακούονταν υμνωδίαις και άσματα μελίρρητα και υπερθαύμαστα.
Προχωρόντας είδαμεν άλλον τόπον πύρινον, ο οποίος φαινόταν οτι φλεγόταν και δεν καιγόταν, όπου ανθρώπινη γλώσσα δεν μπορεί να διηγηθή. Και ο τόπος αυτός μου είπεν ο συνοδός μου Άγγελος οτι είναι η Αγία Πόλις η Άνω Ιερουσαλήμ της οποίας Δημιουργός είναι ο Θεός, και είναι η πόλις των Αγίων και πάντων των Δικαίων, των ευαρεστησάντων τον Θεόν.
Και καθώς μου τα έλεγεν αυτά ο Άγγελος, βλέπω υπεράνω της Αγίας Πόλης αιωρούμενον τον Τίμιον Σταυρόν, υπεραστράπτοντα περισσότερο από τις ηλιακές ακτίνες,
και μετά από αυτό βλέπω πλήθος Αγγέλων, κρατώντας θρόνον φρικώδη, και τεράστιον και φωνή βροντώδης και φοβερή εξακούετο λέγουσα:
\" Ιδού ο Μέγας και φοβερός Κριτής έρχεται να κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς, και να αποδώση στον κάθε ένα άνθρωπο κατά τα έργα αυτού. Και αυτά όλα γίνονται στην κοιλάδα του Ιωσαφάτ της επιγείου Ιερουσαλήμ, καθώς γράφτηκε στις Γραφές.\"
Και μετά από αυτά βλέπω άλλους Αγγέλους κατέχοντας πύρινες σάλπιγγες, και με την προσταγή του Κριτή σάλπισαν, και εσαλεύθησαν τα θεμέλια της γης, και να ανοίχτηκαν οι τάφοι των από όλων των αιώνων νεκρών, από τον Αδάμ μέχρι της εσχάτης ημέρας.
Και ευθύς ώ! φρικτόν θέαμα ανέβαιναν από τους τάφους, τα οστά γυμνωμένα των νεκρών των αιώνων, και ενδύνονταν σάρκες, νεύρα και δέρμα, και ήταν άπειρο το πλήθος ως η άμμος της θάλασσας, γυμνοί και τρομαγμένοι, όλοι σε μια ηλικία, σαν να ήταν 33 χρονών και φαίνονταν κάθε ένας διαφορετική μορφή.
Και στον κάθε ένα ήταν γεγραμμένο στο μέτωπω του, αυτός είναι προφήτης, σε άλλους δε αυτός είναι Ιεράρχης, σε άλλους Οσίοι, και σ\' άλλους ελεήμονες, και απλά κάθε ενός η αρετή και η ζωή του στη γη ήταν γεγραμμένη στο πρόσωπω του.
Ομοίως δε και τους αμαρτωλούς και απίστους γραφόταν στο μέτωπω τους οι πράξεις κάθ\' ενός• αυτός είναι φονιάς, σε άλλον αυτός είναι πόρνος, σε άλλους αυτός είναι κτηνοβάτης, σε άλλους αυτός είναι αιμομίκτης, σε άλλους αυτός είναι βλάσφημος, και σε άλλους αυτός είναι φιλοκατήγορος, και σε άλλους αυτός είναι κοιλιόδουλος κ.λ.π.,
και όλοι έκλαιγαν με θρήνο απαρηγόρητοι και έλεγαν:
\" Αυτά όλα τα ακούαμεν στις Γραφές και δεν πιστεύσαμεν\"
και όλα τα έθνη Αγαρηνοί, εβραίοι, εθνικοί και όλοι οι άπιστοι έκλαιαν και ωδύρονταν την απώλεια του εαυτού τους,
και ιδίως οι Ιουδαίοι έλεγαν:
\" Εάν αυτός είναι ο Χριστός, ο φοβερός Κριτής τον οποίον εσταυρόσαμεν, χαθήκαμεν όλοι\".
Τότε ο συνοδός μου Άγγελος μου λέγει:
\"Βλέπεις τους Ιουδαίους πως τρέμουν βλέπωντας αυτά που γίνονται.\"
Και ευθύς ο Άγγελος μου λέγει:
\" Ιδού ο φοβερός και μέγας Θεός παραγίνεται, φόβος και τρόμος λαμβάνουν τα πάντα.\"
Και ιδού πλήθος αναρίθμητον ουρανίων Αγγέλων κατέρχετο από τους ουρανούς, και παρασταθέντες ενώπιον του φοβερού θρόνου, προσκύνησαν, και παραύτα ακούονταν κρότοι και βροντές φοβερές μαζί με κτύπους, και όλο το γένος των ανθρώπων έτρεμε, και όλα τα τάγματα των ουρανών, παραστάθησαν σε κύκλον γύρο από τον θρόνο του φοβερού Κριτού με πολλή τάξη και φόβο.
Τότε όλοι οι δίκαιοι φώναξαν:
\" Εσύ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του Ζώντος ο οποίος μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα σε Προσκυνούμεν.\"
Και ακόυγοντας αυτό οι Ιουδαίοι, αιρετικοί και άπιστοι, έτρεμαν και έμειναν άφωνοι.
Τότε ο φοβερός Κριτής έστρεψε το βλέμμα στον Ουρανό, και τρομάζοντας ο Ουρανός χάθηκε. Ομοίως βλέποντας τη γη ευθύς και αυτή εξαφανίστηκε, και ο ήλιος και η σελήνη και τα αστέρια χάθηκαν σαν κερί, το ίδιο και η θάλασσα ξηράθηκε όλη και μεταποιήθηκε σε φωτιά, και έγινεν πύρινος ποταμός, και βρίσκόταν μπροστά στον Θεϊκό Θρόνο.
Και ευθύς με κάλεσμα του Κριτή, διεχωρίσθησαν τα άπειρα εκείνα πλήθη των ανθρώπων σε δύο• και στάθηκε το ένα στα δεξιά του Κριτή και το άλλο στα αριστερά.

Και βλέπωντας ο Κριτής τους βρισκομένους στα δεξιά του, τους είπε με γλυκήτατη φωνή:
\" Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου να κληρονομήσεται την ετοιμασμένην για εσάς βασιλεία.\" (Ματθ. 25,34)


Έπειτα βλέπωντας και αυτούς στα αριστερά του, τους λέγει με οργή:
\" Απομακρυνθήτε από εμένα οι καταραμένοι στη φωτιά την αιώνια, η οποία ετοιμάστηκε για τον διάβολο και τους αγγέλους του\"
Και όταν αυτά ακούστηκαν από τον Κριτή, και αφού οι αμαρτωλοί οδύρθησαν ανώφελα , ξαφνικά βλέπω την υπερθαύμαστην εκείνη πόλη απέναντι του Κριτή να στέκεται, και να η κατά την δύση πόλη ανοίχθηκε βλέπω μια γυναίκα από τα δεξιά του Κριτού στεκόμενη αστράπτοντας περισσότερο από τον ήλιον, προς την οποία λέγει ο Κριτής• είσελθε Μητέρα μου στην βασιλεία μου, και αφού την υποδέκτηκαν στρατοί Αγγέλων εισήλθαν στην Αγίαν Πόλιν.


Οι Άγιοι 12 Απόστολοι
Και μετά απο αυτό βλέπω 12 άνδρες οι οποίοι ήσαν οι 12 Απόστολοι φορόντας στολές πυρίμορφες προσκύνησαν τα πόδια του Κριτού και εισήλθαν και αυτοί στην Αγίαν Πόλιν.


Οι 70 Απόστολοι
Έπειτα χωρίσθησαν άλλοι 70 άνδρες από το άπειρο πλήθος που βρισκόταν δεξιά του Κριτή και αυτοί ήσαν οι 70 Απόστολοι οι οποίοι προσκυνόντας και αυτοί, εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι Άγιοι Μάρτυρες
Έπειτα διεχωρίσθησαν απ\' αυτής της δεξιάς μερίδας πλήθος ανδρών των οποίων τα πρόσωπα σπινθηροβολούσαν, και άστραπταν οι στολές τους περισσότερον από τον ήλιον, και προσκυνόντας τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγίαν Πόλιν.


Οι Ιεράρχες
Μετά διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή πλήθος άπειρον των Αγίων Ιεραρχών, των οποίων τα πρόσωπα άστραπταν περισσότερο από τον ήλιο, και οι στολές τους περισσότερο από το χιόνι, και προσκυνόντας τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι Διδάσκαλοι
Μετά από λίγο διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή των θείων Διδασκάλων των οποίων σπινθηροβολούσαν τα πρόσωπα τους και αφού προσκύνησαν τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι ασκητές Όσιοι Πατέρες
Και μετά απο αυτά διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή πλύθος αναρίθμητο, οι ασκητές της ερήμου και των βουνών Μοναχοί, και ευαρεστησάμενοι τον Κριτήν, και αφού επαινέθηκαν από Αυτόν, προσκυνήσαν και αυτοί και εισήλθαν στον Πόλη.


Οι παρθένοι και ελεήμονες
Και μετά απο λίγο διεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή, αστράπτοντας σαν την αστραπή προσκυνόντας και αυτοί τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι ειλικρινώς μετανοημένοι
Έπειτα διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή πλήθος άπειρον, οι ειλικρινώς στον κόσμο μετανοημένοικαι προσκυνόντας τον Κριτή εισήλθαν και αυτοί στην Αγία Πόλη.


Οι Άγιοι Προπάτορες
Μετά από λίγο διεχωρίσθησαν άλλοι 15 άνδρες ωραιότατοι και αστράπτοντες σαν το φώς, οι Άγιοι προπάτορες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, και οι υιοί αυτών, προσκυνόντας και αυτοί τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι από Αδάμ εώς του Χριστού Προφήτες
Έπειτα διεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή οι από Αδάμ μέχρι τον Χριστό Δίκαιοι και Προφήτες περί των οποίων είπεν ο Κύριος• \" Οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι, και οι τελευταίοι πρώτοι•\" και αυτοί προσκυνόντας τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι δια τον Χριστό Σαλοί
Και μετά από λίγο διεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή, οι δια τον Χριστό Σαλοί, και αυτοί προσκυνόντας τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.


Οι του γάμου άμωμοι
Και αμέσως απεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή οι του γάμου άμωμοι και αμώλυντοι ντυμένοι στολή Βασιλική και τα πρόσωπα αυτών δεδοξασμένα, προσκυνόντας και αυτοί τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.

Και έλειψαν οι στα δεξιά του Κριτή Δίκαιοι, και έμειναν μόνο οι στα αριστερά του Κριτή αμαρτωλοί με καταντροπιασμένα τα πρόσωπα, οδυρόμενοι, βλέποντας αυτά που συνέβαιναν• ήσαν δε πλήθος άπειρον, τρέμοντας και με φόβο στέκοντας ανάμεναν την φοβερή ώρα της καταδίκης τους.
Και γυρνώντας το βλέμμα προς αυτούς ο Κριτής, διεχωρίσθηκε μεγάλη συναγωγή σαν την άμμο της θάλασσας, και καλώντας τους Αγγέλους ο Κριτής, τους έρριψαν στον πύρινον ποταμόν οδυρώμενους και κλαίοντας.


Όλοι οι αβάπτιστοι και Αιρετικοί
Και καλόντας ο Κριτής τους Αγγέλους άρπαξαν άλλη συναγωγή αναρίθμητη τους έρριψαν στον πύρινον ποταμόν, να καίγωνται αιωνίως.


Οι αυτόκτονες
Έπειτα με νεύμα στους Αγγέλους ο Κριτής, άρπαξαν άλλη συναγωγή αναρίθμητη, και τους έρριψαν στην κοχλάζουσαν θάλασσαν του πυρός.


Οι φονιάδες οι φαρμακοί-μάγοι
Και μετά από λίγο με νεύμα ο Κριτής στους Αγγέλους άρπαξαν άλλη συναγωγή τους φονιάδες-φαρμακούς και τους μάγους και τους έβαλαν στην σπινθηροβολούσαν εκείνη θάλασσα.


Οι μοίχοι και αιμομίκτες
Και καλώντας τους Αγγέλους του ο Κριτής άρπαξαν άλλη συναγωγή, τους μοίχους και τους αιμομίκτες, και τους έρριψαν στην πυρανάπτουσαν θάλασσα.


Οι αρσενοκοίται
Και πάλιν νεύοντας τους Αγγέλους ο Κριτής άρπαξαν άλλη μεγάλη συναγωγή τους αρρενομανούντας και βίαια τους έσπροξαν και τους έρριψαν στη λίμνη εκείνη της φωτιάς.


Οι κτηνοβάτες
Και πάλιν ο Κύριος καλώντας τους Αγγέλους διεχώρησαν άλλη συναγωγή, των κτηνοβατών των οποίων τα πρόσωπα υπήρχαν σαν τα κτήνοι και με οργή τους έρριψαν στον ποταμό της φωτιάς.


Όσοι με βότανα και φάρμακα σκότωσαν βρέφη
Και μετά από λίγο καλώντας ο Κριτής τους Αγγέλους διαχώρισαν άλλη συναγωγή, αυτούς που σκότωσαν βρέφη, και με βίαια ορμή τους έρριψαν στον ποταμό της φωτιάς.


Οι κλέφτες και οι άρπαγες
Και πάλι καλώντας τους Αγγέλους ο Κριτής διεχώρισαν άλλη συναγωγή τους κλέφτες και τους άρπαγες και τραβόντας τους με βία τους έρριψαν στην πύρινη θάλασσα.


Οι βλάσφημοι και επίορκοι
Και διεχώρησαν οι Άγγελοι άλλη συναγωγή, πλήθος άπειρον και την έρριψαν στην παφλάζουσαν και σπινθηροβολούσαν θάλασσα του πυρός.


Οι ψεύτες και ψευδομάρτυρες
Και διεχώρισαν άλλη συναγωγή που έβγαζε βρώμα από το στόμα, τους έρριψαν βίαια στη λίμνη της φωτιάς.


Οι κατήγοροι-κατάλαλοι
Και πάλι καλώντας τους Αγγέλους ο Κριτής άρπαξαν άλλη συναγωγή άπειρο πλήθος και έβγαινεν απο το στόμα αυτών αίμα και φίδια τεράστια, κρέμμονταν στις γλώσσες τους, και τους έρριψαν στην κατώδυνη λίμνη της φωτιάς.


Οι φθονεροί και μνησίκακοι
Και χωρίζοντας άλλη συναγωγή οι Άγγελοι τους μνησίκακους και φθονερούς σπροχνωντας, και φέρνοντας τους τους έρριψαν βίαια στην λίμνη της φωτιάς.


Όσοι οργήζονται και θυμώνουν
Και πάλι καλώντας ο Κριτής άρπαξαν άλλη συναγωγή αυτούς που θυμώνουν και οργήζωνται, και τους έρριξαν αυτούς στον ποταμό εκείνο της φωτιάς.


Οι αμαρτωλοί Ιερείς και Μοναχοί
Και με το κάλεσμα του Κριτή οι Άγγελοι χώρησαν άλλη συναγωγή, τους Ιερείς και Μοναχούς οι οποίοι αμάρτησαν (και δεν μετανόησαν), πολύ πλήθος, και έρριψαν άλλους στον Τάρταρο του Άδη, άλλους στο σκοτάδι το εξώτερο και άλλους στο τρίξιμο των δοντιών, να κολάζονται αιώνια.


Αυτοί που έχουν έχθρα προς άλλους και κοινωνούν
Έπειτα ξεχώρισαν άλλη, συναγωγή, των μνησικάκων και σπροχνωντας αυτούς σκληρά τους έρριψαν στη λίμνη της φωτιάς την καιόμενη.


Οι μέχρι θανάτου αμετανόητοι Χριστιανοί
Έπειτα άρπαξαν άλλη συναγωγή πλήθος άπειρον• οι Άγγελοι σπρόχνωντας και τραβώντας βιαίος τους έρριξαν σε διάφορες κολάσεις ανάλογα των αμαρτιών τους.


Οι ελεήμονες Χριστιανοί οι οποίοι δεν μετανόησαν
Και πάλι με προσταγή του Κριτή διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή άπειρο πλήθος κλαίγοντας πικρά και στανάζοντας οδηγούμενοι από τους πύρινους Άγγελους, για να ριφθούν στην παφλάζουσαν εκείνη θάλασσα της φωτιάς.


Βλέποντας αυτούς η Παναγία Μητέρα του Κριτού βγαίνοντας από την Αγία Πόλη, τρέχει σπουδαία και φθάνοντας τους φοβερούς εκείνους Αγγέλους είπε:
\" Στο όνομα της Τρισηλίου Θεότητος, Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίου, να μη κολασθεί αυτή η συναγωγή, και προσελθούσα στον Κριτή, προσκύνησε τα άχραντα Του πόδια και είπε•
Υιέ μου και Θεέ, λυπήσου αυτή τη συναγωγή, για τους λόγους που ξεφώνησες από το ίδιο σου το στόμο λέγωντας.
Μακάριοι οι ελεήμονες οτι αυτοί ελεηθήσωνται. (Ματθ. 6,7)
Και αποκρινόμενος ο Κριτής λέγει:
Ω Μητέρα μου για την μεν ελεημοσύνη που εποίησαν κατακρατώ και λυτρώνω αυτούς από την κόλαση, για δε του οτι αμαρτήσαν και δεν μετενόησαν, δεν θα εισέλθουν στην πόλιν των Αγίων μου, ούτε θα δουν την Βασιλεία μου.
Και προστάζοντας ο Κριτής τους Αγγέλους, να πάρουν αυτούς μακριά της πόλεως των Αγίων, σε ένα τόπο αμέτοχον κάθε θλίψεως και κολάσεως.
Η Παναγία Μητέρα του Θεού επέστρεψε μαζί με τους Αγγέλους στην Αγία Πόλη από την οποία είχε βγεί.


Τα αβάπτιστα παιδιά των Χριστιανών
Και απεχώρισαν άλλη συναγωγή οι Άγγελοι μπροστά στον Κριτή, τα πρόσωπα των οποίων ήσαν σκοτεινά και τυφλά, και λέγουν στον Κριτή. Κύριε εμείς είμαστε τέκνα Χριστιανών, και η τομή του θανάτου δεν μας άφησε να ζήσουμε να βαπτισθούμεν και να σε ευαρεστήσουμεν• ο Κριτής διέταξε τους Αγγέλους να τους πάρουν μακριά της πόλεως των Αγίων, να απολαμβάνουν μικρή απόλαυση• δεν ήσαν ούτε νήπια ούτε γέροντες ούτε γυναίκες αλλά όλοι άνδρες νεαροί μιάς ηλικίας.


Ο Άρειος Μακεδόνιος και ολοι οι αιρετικοί
Και καλώντας ο Κριτής τους Αγγέλους, έφεραν άλλη μικρή συναγωγή των Αιρετικών και κρέμουνταν στις γλώσσες τους έχιδνες (φίδια), και γυρνώντας ο Κύριος είπε:
\" Πώς ετολμήσατε, να σχίσετε τον χιτώνα της ορθόδοξης εκκλησίας μου και να απωλέσετε άπειρο πλήθος ψυχών ανθρώπων;
Τότε αρπάζοντας τους οι Άγγελοι τους έρριψαν στην πύρινη εκείνη θάλασσα.


Ο Διοκλητιανός Νέρων και όλοι οι τύρρανοι Βασιλιάδες
Και με προσταγή του Κριτή έβγαλαν άλλη συναγωγή, από τα στόματα των οποίων έτρεχεν αίμα βρώμερό και αυτοί ήσαν όλοι οι τύρρανοι Βασιλιάδες, που βασάνιζαν τους χριστιανούς, και σπρόχνωντας τους οι Άγγελοι τους έρριψαν στον τάρταρον του Άδη.


Οι Ιουδαίοι
Και πάλιν καλώντας ο Κριτής έβγαλαν οι Άγγελοι άλλη συναγωγή, άπειρον πλήθος των εβραίων και έστησαν μπροστά του Κριτού, και οδυρώμενοι έκλαιγαν και φώναξαν:
\" Αλοίμονο σ\' εμάς οτι πέσαμεν στα χέρια του Ναζωραίου που είναι ο Θεός του Αβραάμ του Ισαάκ του Ιακώβ που ελατρεύαμεν.
Πού είναι ο Μωυσής που μας είπεν να μην λατρεύουμεν άλλο Θεόν; Να έλθη να μας λυτρώσει;\"


Και ευθύς στάθηκε μπροστά τους ο Μωυσής λέγωντας:
\" Δεν είμαι εγώ που σας έγραψα στο νόμο• οτι θα αναστήση ο Κύριος ο Θεός μας προφήτην απο τους αδελφούς μας σαν εμένα, και όποιος δεν ακούση αυτού του προφήτη θα εξωλοθρευθή. Τώρα αλοίμονο σ\' εσάς διότι δεν πιστεύσατε σε Αυτόν.\"


Και λέγοντας αυτά ο Μωυσής τους άφησε και εισήλθε στην Αγία Πόλη• οι Ιουδαίοι οδυρόμενοι με στεναγμούς σπάραζαν κλαίγοντας, και ευθύς αστραπή φαβερή άστραψε και οι Άγγελοι τους έβαζαν πολλούς μαζί στον ποταμό εκείνον της φωτιάς, και έλειψαν όλοι οι από αριστερά αμαρτωλοί, βαλμένοι σε όλες τις κολάσεις, ο τόπος της κολάσεως ήταν μια μέγιστη κοιλάδα μεταξύ δύο οροσειρών, από την οποία εξέρχετο κλάμα και αναστεναγμοί, και ανέβαιναν μέχρι το ύψος της Πόλεως των Αγίων• για να μην ακούουν οι δίκαιοι και έτσι να λυπούνται και να στενάζουν, με προσταγή του φοβερού Κριτή, όταν άπλωσε το χέρι Του το Δεξί, έπεσαν και τα δύο όρη και κατακάλυψαν την κοιλάδα εκείνη του κλάματος, και δεν ακουώταν πλέον ο θρήνος των αμαρτωλών.


Και αφού έγιναν όλα αυτά συνάχθησαν όλα τα ουράνια τάγματα αναπέμποντας δοξαλογίες μεγάλυναν την Τρισυπόστατον Θεότητα, Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα τον ένα αληθινό Θεό.


Και εισρχόμενος ο Δίκαιος Κριτής καθησμένος στον θρόνο της δόξας στον αέρα συνοδευόμενος από όλα τα ουράνια τάγματα εισήλθεν στην Πόλιν των Αγίων, και παρέστησε μπροστά Του την Πανυπέραγνον Αυτού Μητέρα, από την οποία σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος, και όλους τους Δίκαιους και Άγιους όλων των αιώνων οι οποίοι Τον είχαν ευαρεστήση, τους στεφάνωσε με στεφάνια αμάραντα δόξης, και εφώναξεν σ\' αυτούς, την μακαρία εκείνη φωνή:
\" Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, να κληρονομήσεται τα αιώνια αγαθά του παραδείσου τα οποία ετοίμασα πρίν να χτιστή ο κόσμος.\"
Και ευθύς εισήλθαν όλοι οι δίκαιοι στον Παράδεισον, ο οποίος ήταν στη μέση της Αγίας εκείνης Πόλης, όπου δεν υπάρχει νύκτα, ούτε λύπη, ούτε στεναγμός πόνου, αλλά υπάρχει η αιώνια χαρά και ευφροσύνη.
Εκείνοι οι οποίοι έζησαν ευσεβώς, χριστιανοί, και από την ενέργεια του διαβόλου περιέπεσαν σε αμαρτήματα και δεν μετενόησαν όπως και τα αβάπτιστα παιδιά των χριστιανών, βρίσκονται στη γή των πράων, και στερούνται την δόξα του Θεού, και του αιώνιου φωτός και της συναυλίας των Αγγέλων και όλων των Αγίων και Δικαίων.


Οι δε αμαρτωλοί αυτοί που κληρωνόμησαν τις αιώνιες κολάσεις, καθώς μου είπεν ο συνοδός μου Άγγελος, στερούμενοι κάθε αγαθού, κληρωνόμησαν την αιώνια φωτιά, σκοτάδι ασταμάτητο, σκουλίκι ακοίμητο, στέρηση απαρίθμητη, θλίψεις και πόνους ασταμάτητους, στους απέραντους και ατελείωτους αιώνες.


Μετά που είδα όλα αυτά γύρισε σ\' εμένα ο Κύριος με ίλαρο και γαλήνιο πνεύμα, και αφού ήλθα μαζί με τον συνοδό μου Άγγελο, προσκυνήσαμεν με φόβο και τρόμο τα άχραντα πόδια Του και αφού σηκωθήκαμε μου λέγει με ίλαρο πρόσωπο:


\" Να, με ταις ευχαίς του θεραπευτή μου Αγίου Βασιλείου είδεν τον τρόπον με τον οποίον στο μέλλον θα γίνει η φοβερή μου Κρίση, και πληροφορήθηκες περί των αχάριστων Ιουδαίων όπως ζητούσες να μάθης περί της σωτηρίας τους.


Τότε με προσταγή του Κριτού με παρέλαβεν ο θείος εκείνος Άγγελος και με έφερε στον τόπο από όπου με είχεν παραλάβει. Και με σηκωμένη τη σκέψη γι\' αυτά που είδα, με φόβο και τρόμο, διηγούμουν σε όλους αυτά και δόξασα τον Κύριον, στον οποίον πρέπει όλη η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση Τον Θεό της Τριάδος σε όλους τους αιώνας.

Αμήν.
[b][font=arial]Χωρίς στρουμφάκι, δεν γίνεται δουλειά εδώ μέσα![/font][/b]

Βασιλείου Μάριος

Άγιος Ανδρέας ο δια τον Χριστόν Σαλός (6ος αιώνας μ.Χ)

Ευκαιρήσαντός ποτέ του Επιφανίου επί το αυτό και του Οσίου Ανδρέου, έλαβεν αυτόν εις τον οίκον αυτού, ποιήσαι εν αναπαύσει καν μίαν εβδομάδα και ανεθήναι αυτόν εκ των πολλών πόνων. Και δη καθεζομένων αυτών κατά μόνας, ήρξατο ερωτάν αυτόν περί τε δυστυχίας και μεταβολάς αέρων, και άλλων τινών απορρήτων. Τέλος παρακαλεί αυτόν, ειπείν πώς έσται το τέλος του κόσμου τούτου, και πόθεν γνώσονται οι άνθρωποι το τέλος εγγύς είναι, από ποίων δε σημείων η απόδειξις της συντελείας έσται; οίτε θείοι σταυροί, και αι άγιαι εικόνες, και αι ιεραί βίβλοι, και πώς η Πόλις ημών αύτη η νέα Ιερουσαλήμ παρελεύσεται, οίτε σεβάσμιοι ναοί τι γενήσονται, και των αγίων τα λείψανα που χωρηθώσι, και εν τίνι τα σεμνά της πόλεως ημών μετοικίσθωσι; δέομαι σου σαφήνισόν μοι, σόν γάρ έστι δεδομένον του συνιέναι τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, πόσω μάλλον τα του κόσμου;
ο μακάριος έφη:

περί της απελευθερώσεως της Κωνσταντινουπόλεως

Η πόλις αύτη η επάνω πολλών εθνών και πόλεων προκαθεζομένη ανάλωτος έθνεσι γενήσεται, και αχείρωτος. Η γαρ Θεοτόκος εν σκέπη των ιδίων πτερύγων ταύτην εφύλαξε, και ταις πρεσβείαις αυτής άτρωτος διαφυλαχθήσεται. Πλην έθνη τινά δώσουσι τα τείχη αυτής και τα τόξα αυτών συντρίψαντες εν αισχύνη αναχωρήσουσιν απ\' αυτής δε πλουτήσουσιν έθνη και των ηδέων αυτής απολαύσουσι. Λόγος δε τις φέρεται εισιέναι το γένος των Αγαρηνών και ικανά πλήθη τη μαχαίρα αυτών κατασφάξουσιν, εγώ δε φημί, ότι το ξανθόν γένος, εισελεύσεται ούτινος η προσηγορία πρόκειται εν τω επτακαιδεκάτω στοιχείω των εικοσιτεσσάρων στοιχείω διακεφαλαιούμενον, αλλ\' εισελεύσεται μεν και τα κώλα των αμαρτωλών επί εδάφους καταστρώσουσιν, ουαί δε αυτοίς από των δύο ορπήκων, ων αι ρομφαίαι αύρα, και ως οξεία δρεπάνη πυρός εν θέρει συγκόπτουσα, και εις τα οπίσω ου μη ανθυποστρέψουσιν ουκέτι, ουδ\' ου μη ενταύθα καταλειφθήσονται.

Περί δε ωδίνων αρχής, και περί συντέλειας πως σοι αδακρυτεί διεξέλθοιμι τέκνον; Εν γαρ ταις εσχάταις ημέραις αναστήσει Κύριος ο Θεός βασιλέα από πενίας, και πορεύσεται εν δικαιοσύνη, και γενήσεται δι\'ελεημοσύνης τοις πάσιν ευάρεστος, πάντα δε πόλεμον καταπαύσει, και τους πένητας πλουσίους απεργάσηται, και έσται ειρήνη ον τρόπον επί των ημερών Νώε, δια το μη ποιείν πόλεμον πώποτε.

Έσονται γαρ οι άνθρωποι πλούσιοι εν ταις ημέραις εκείναις σφόδρα, και εν γαλήνη και ειρήνη βαθεία εσθίοντες και πίνοντες, γαμούντες και εκγαμίζοντες, εν αδεία πολλή πορευόμενοι, και αμερίμνως τοις γηΐνοις επαναπαυόμενοι, και εν τω μη είναι πόλεμον επί της γης συγκόψουσι τας σπάθας αυτών εις ζιβύνας και εις δρέπανα και εις εργαλεία γεωπονικά. Και μετά ταύτα δώσει το πρόσωπον αυτού επί ανατολάς, και ταπεινώσει τους υιούς Άγαρ. Οργισθήσεται γαρ αυτοίς ο Κύριος δια την βλασφημίαν αυτών ην εβλασφήμησαν εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, και δια την των Σοδόμων ασέλγειαν ην κατεργάζονται.

Πολλοί δε εξ αυτών το άγιον Βάπτισμα κοιμισάμενοι ευάρεστοι γενήσονται και τιμηθήσονται παρά του ευσεβούς βασιλέως εκείνου, τους δε λοιπούς ολέσει, και εμπυρίσει, και βιαίω θανάτω παραδώσει. Εν τοις καιροίς εκείνοις αποκατασταθήσεται πάσα η υφήλιος και το Ιλλυρικόν της βασιλείας Ρωμαίων, και η Αίγυπτος κομίσει τα πάκτα αυτής. Και θήσει την χείρα αυτού την δεξιάν εις τα κύκλω έθνη και ερημώσει τα ξανθά γένη, και τους μισούντας αυτόν τροπώσεται, τριάκοντα και δύο έτη κρατήσει της βασιλείας.

Δώδεκα έτη κήνσον και δόματα ου λήψεται: αναστήσεται θυσιαστήρια συντετριμμένα. Και ναούς αγίους ανοικοδομήσει, δίκη ουκ έσται εν ταις ημέραις εκείναις, αλλ\' ούτε ο αδικών ή ο αδικούμενος. Πτήξει γαρ από προσώπου αυτού πάσα η γη, και φόβω ποιήσει τους υιούς των ανθρώπων σωφρονείν, και τους παρανομούντας των μεγιστάνων εξολοθρεύσει.

Εν τοις καιροίς γαρ εκείνοις πας χρυσός, ος εστίν εν οιωδήποτε τόπω κρυπτόμενος νεύσει Θεού αποκαλυφθήσεται τη βασιλεία αυτού, και αυτός πάντα τα αγαθά πτύω σκορπίσει τοις χρείαν έχουσι, και πλουτήσουσιν οι μεγιστάνες αυτού, και έσονται ως βασιλείς, και οι πένητες ως άρχοντες. Και έσται αυτώ ζήλος μέγας του εκδιώξαι τους Ιουδαίους. Ισμαηλίτης ουχ ευρεθήσεται εν τη πόλει ταύτη. Και αυτός μεγάλα κατορθώματα ποιήσει, και ουκ έσται ο λυρίζων, ή κυθαρίζων, ή τραγωδών ή τι αισχρόν πράγμα εργαζόμενος. Πάντας γάρ τους τοιούτους μισήσει, και εξολοθρεύσει εκ της πόλεως Κυρίου πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν. Έσται ουν τότε χαρά και αγαλλίασις, και αγαθά εκ της γης ανατελεί πλούσια, και έσται ον τρόπον ήσαν επί του Νώε εν γαλήνη και ειρήνη ευφραινόμενοι, μέχρις ου ήλθεν ο κατακλυσμός και ήρεν άπαντας.


περί του τέλους του Κόσμου και περί της ελεΰσεως του Αντίχριστου.

Παρελθόντος ουν του σκήπτρου τούτου, τότε γενήσεται αρχή ωδίνων. Τότε εγερθήσεται ο υιός της απωλείας ονόματι Αράν χιλίαρχος και βασιλεύσει εν τη πόλει ταύτη τρία έτη και μήνας εξ, και ποιήσει ανομίαν οία ου γέγονεν απ\' αρχής κόσμου, ουδ\' ου μη γενήσεται. Δογματίσει γαρ και νομοθετήσει όπως μίγνυται πατήρ θυγατρί, και υιός μητρί, αδελφός αδελφή εκόντες και άκοντες ο δε αντερών η αντιλέγων θανάτω τελευτάτω. Ο δε ούτως αποθανών συν τω Προδρόμω Ιωάννη καταταγήσεται εν τη ημέρα της κρίσεως. Τότε κελεύσει ζευχθήναι μοναχούς μοναζούσαις, και τους ιερείς ομοίως, και πληθυνθήσονται αι παράνομοι μίξεις επί πάσαν την γην, και αυτός πορνεύσει μητέρα και θυγατέρα. Διά την κατάρατον ακολασίαν λύσιν λαβόντες οι μωροί και απαίδευτοι ασώτως ταις εαυτών αδελφαίς επιχρεμετίσουσι. Και αναβήσεται η δυσωδία της αιμομιξίας εν τω ουρανώ, και οργισθήσεται Κύριος ο Θεός όλη τη οικουμένη θυμώ μεγάλω, και εντελείται ταις βρονταίς και ταις αστραπαίς και άρξωνται μετά θυμού αυτών ακρατώς φέρεσθαι επί παν το πρόσωπον της γης. Πολλαί δε πόλεις πυρίκαυστοι γενήσονται και άνθρωποι εκ του πατάγου των φοβερών εκείνων βροντών θροϊσμώ μεγάλω παραλυθήσονται, και κακώς αποθάνωσι, και πολλοί αστραπόκαυστοι γενήσονται. Ουαί δε τότε τη γη και τη θαλάσση από της απειλής του Παντοκράτορος, και της απείρου οργής της επερχομένηςεπί πάσαν την οικουμένην! γενήσεται γαρ λιμός επί την γην ώστε τελευτάν τους ανθρώπους οξέως από της πείνης. Μετά δε ταύτα γενήσεται σεισμός μέγας, ώστε συμπεσείν άπαν οικοδόμημα, και πολλοί εκ των εργαζομένων την ανομίαν συγχωσθέντες κακώς τον βίον καταλύσωσι. Γενήσεται δε ο ήλιος μέλας και σκοτεινός, και η σελήνη ως αίμα διά τους χοιρώδεις ανθρώπους, και οι αστέρες πεσούνται επί την γην. Παν δε όρος και πάσα νήσος από της έδρας του τόπου αυτών, φόβω του σεισμού και της απειλής μετακινηθήσονται. Τότε οι ιερείς του Θεού μετά των καταλειφθέντων εναρέτων, και εγκρατών φύγωσιν επί τα όρη και τα σπήλαια. Παταχθήσεται τοιγαρούν το σκήπτρον τούτο της ανομίας και εν τω σκότει τω εξωτέρω βληθήσεται. Μακάριοι δε οι κατασκηνώσαντες εν τη πρεσβυτέρα Ρώμη, ή εν Αρσενόνη ή εν Στροβύλω, ή εν Αρμενοπέτρα, ή εν Σκυθοπόλει. Εν ταις πόλεσι γαρ ταύταις επαναπαύσονται οι λαοί, εν δε ταις ετέραις πόλεσι πόλεμοι και ταραχαί, κατά τον ειπόντα: «Μελλήσεται ακούειν πολέμους, και ακοάς πολέμων» (Μαρκ. ιγ\'7)


Μετά δε ταύτα εγερθήσεται βασιλεία ετέρα επί την πόλιν ταύτην, και ο βασιλεύς εκείνος βλοσυρός έσται και μέλας, αρνητής του Θεού και των αγίων, και αλλότριος της βασιλείας των ουρανών. Ανοίξει γαρ τας μυσαράς βίβλους των Ελλήνων, και μετατραπήσονται εις τον Ελληνισμόν, και ποιήσει πόλεμον μετά των αγίων, και διώξει την Εκκλησίαν του Θεού. Μετά γαρ ημέρας τινάς της βασιλείας αυτού τους ναούς των αγίων πυρί κατακαύσει, τον τίμιον σταυρόν φούρκαν ονομάσει, τότε ποιήσει το ιερατείον εις πτώσιν, και συγκόψει το κοινόν του λαού κατά τας δημοσίους οδούς. Εν γαρ ταις ημέραις εκείναις, αναστήσονται γονείς επί τέκνα και τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς. Παραδώσει γαρ αδελφός αδελφόν, και φίλος φίλους. Πολλοί δε τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν ομολογήσαντες Θεόν και βασιλέα των απάντων τον του μαρτυρίου στέφανον αναδύσονται. Τότε τους κατοικούντας εν ταις νήσοις εξεδαφίσας εις τα της Θράκης και Μακεδονίας και Στρυμόνος μέρη μετάγη, έσονται δε νήσοι εις ερήμωσιν. Κτύποι δε γενήσονται εν τω ουρανώ άνω φοβερώτατοι, και σεισμοί μεγάλοι, και συμπτώματα πόλεων. Αναστήσεται γαρ έθνος επί έθνος και βασιλεία επί βασιλείαν και έσται συντριμμός φοβερός επί της γης, θλίψις και στενοχώρια επί τους υιούς των ανθρώπων. Τω καιρώ εκείνω φανήσεται πυρ απηνθρακωμένον από του ουρανού έως τάχους αστραπής επισκιάζον παν το πρόσωπον της γης, πετεινών δε συνοχαί πολλαί εν τω αέρι γενήσονται, και όφεων πλειόνων η γη πληρωθήσεται, δακνόντων τους εν πολλαίς αμαρτίαις βιώσαντας και μη μετανοήσαντας. Ταύτα και πάντα αρχή οδυνών εισίν. Εν γαρ ταις ημέραις εκείναις αποστελεί τους αγίους αγγέλους αυτού ο Κύριος τους τεταγμένους επί των ανέμων εξάγειν αυτούς εκ των θησαυρών αυτού, και αναφράξωσι τας αναπνοάς αυτών του μη αναπνεύσαι όλως άνετον εν όλη τη οικουμένη, ώστε γενέσθαι θλίψιν βιαίαν, βρασμόν τε και καύσωνα επί προσώπου πάσης της γης, όπως στενοχωρηθέντες βλασφημήσωσιν επί Κύριον τον Θεόν ημών. Τότε παν χλωρόν το επί της γης φημί, και τα υψηλότατα των δένδρων ξηρανθήσονται και παν όρος και βουνός ταπεινωθήσονται, και το τρίτον των ζώντων των τε κτηνών και πετεινών και ερπετών των τιθασσών και ατιθάσσων τελευτήσουσι. Γενήσεται δε η θάλασσα εις αίμα και ευθέως το τρίτον μέρος των ιχθύων τελευτήσει, διότι ωργίσθη αυτοίς ο Θεός δια τας αμαρτίας των ανθρώπων και το αμετανόητον αυτών. Μισήσουσι γαρ αλλήλους οι άνθρωποι από πολλής κακίας αυτών, μη βουλόμενοι βλέπειν, ή διορθούσθαι εις τα κρείττονα και σωτηρίας εχόμενα, αλλ\' εν τω «πληθυνθήναι την ανομίαν», καθώς ο Κύριος είπε: «ψυγήσεται η αγάπη των πολλών» (Ματθ. κδ\'. 12).

Τελευτήσαντος δε και τούτου του σκήπτρου, τότε έρχεται ο από Αιθιοπίας από του πρώτου κέρατος,όν φασι δώδεκα έτη κρατήσειν της βασιλείας τους οίακας. Ούτος γαρ βασιλεύσει εν ειρήνη, τους αγίους οίκους τους υπό των προ αυτού συμπτωθέντας αναστήσει, επιστρέψει τε και ταις νήσοις τον λαόν αυτών άπαντα, και ως αγαθός αγαπηθήσεται υπό του λαού, και ενευλογηθήσεται εν παντί έθνει, και έσται χαρά και αγαλλίασις εν όλω τω κόσμω, έως ου το σκήπτρον τούτο παρελεύσεται.

(Μετάφραση)
[Ύστερα ο βασιλιάς θα στραφεί ανατολικά και θα ταπεινώσει τους Τούρκους (Αγαρηνούς), επειδή ο Θεός έχει ορισθεί μαζί τους για τη βλάσφημη θρησκεία τους και για τις αισχρές πράξεις που κάνουν. Αρκετοί απ\' τους Τούρκους θα βαπτιστούν, θα ευχαριστήσουν τον βασιλιά και θα τιμηθούν απ\' αυτόν. Οι υπόλοιποι θα εξοντωθούν, θα καούν ή θα θανατωθούν σκληρά. Τότε το Ιλλυρικό (Αλβανία) θα ξανάρθει στο βασίλειο των Ρωμαίων και η Αίγυπτος θα συνθηκολογήσει. Αυτός ο βασιλιάς θα απλώσει το δεξί του χέρι στα γύρω έθνη, θα ημερώσει τις ξανθιές φυλές και θα εξοντώσει τους εχθρούς του. Η βασιλεία του θα κρατήσει 32 χρόνια. Τα πρώτα 12 χρονιά δε θα εισπράττει φόρους και δασμούς. Αυτός θα ξανακτίσει γκρεμισμένα θυσιαστήρια και ιερούς ναούς. Στις μέρες του δε θα γίνονται δίκες, αλλά ούτε θα υπάρχει και αδικία. Αυτόν τον βασιλιά θα τον φοβηθεί όλη η γη. Θα αναγκάσει τους ανθρώπους να σωφρονισθούν και θα κινηθεί εναντίον των αρχόντων που παρανομούν. Τότε ο Θεός θα παρουσιάσει στον βασιλιά όλο το χρυσάφι, όπου κι αν βρίσκεται κρυμμένο κι αυτός θα το σκορπίσει σ\' όλη τη χώρα του. Θα υπάρχει πολύ πλούτος κι οι άρχοντες θα ζουν σαν βασιλιάδες και οι φτωχοί σαν άρχοντες. Ο βασιλιάς αυτός θα κάνει σπουδαία κατορθώματα. Θα ξεκινήσει με πολύ ζήλο, για να διώξει τους Εβραίους. Κανένας Ισραηλίτης δε θα απομείνει μέσα στην Πόλη».]

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΤΑΓΩΜΕΝΟΣ ΕΚ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΤΟΥ ΔΑΝ ΠΟΥ Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΡΝΗ,ΘΑ ΦΑΝΕΡΩΘΕΙ, ΑΦΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΘΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ,ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΤΕΙ ΔΕΟΝΤΩΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΕΙ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΧΟΜΟΥ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΤΟΠΟΘΕΤΕΙΤΑΙ,ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΤΑΛΟΦΟΥ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ,ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΓΡΑΦΩΜΕΝΑ ΠΑΝΤΑ.


Ελεύσεται δε μετ\' αυτόν ο εξ Αραβίας, ενιαυτόν ημερών. Και εν ταις ημέραις αυτού, ος κέκτηται εκ του τιμίου ξύλου μερίδα, ανοίξωσι τον θησαυρόν αυτών και κενούς εύρωσι. Νεύσει γαρ του Παντοκρατορος Θεού ενωθήσονται τα άγια τμήματα και γένηται ολόκληρος και ακέραιος, καθώς προσηλώθη εν αυτώ Χριστός ο Θεός ημών, και δοθήσεται τω βασιλεί. Ο δελαβών αυτόν πορεύσεται εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, και γενόμενος εν τω τόπω του Κρανίου οικείαις χερσί παραδώσει τον τίμιον Σταυρόν, το τε διάδημα το επί της κεφαλής αυτού κείμενον, επί την κορυφήν του σταυρού θέμενος, ανυψώσας, ερεί. Κύριε Ιησού Χριστέ, τετέλεσται και πεπλήρωται η ψήφος και ο αριθμός των ετών, ων προτεθησαύρικας τη βασιλεία Ρωμαίων. Δέξαι σου το αοίδιμοιν και θαυμάσιον δόρυ, συν αυτώ δε και το πνεύμα μου. Και ευθέως άγγελος Κυρίου εκ του ουρανού καταπτάς άρει τον τίμιον σταυρόν συν τω διαδήματι, και την ψυχήν του βασιλέως. Τότε παρέρχεται η βασιλεία των Ρωμαίων. Των γαρ χριστιανών η βασιλεία ο σταυρός κεχρημάτικεν. Μακάριοι εισιν οι φυγόντες εκ της πόλεως ταύτης και απερχόμενοι εν ερήμοις και σπηλαίοις και οπαίς της γης.

Μετά ταύτα αναστήσονται εν τη πόλει ημών τρεις νεώτεροι, μωροί και αναιδείς, και εξωλέστατοι, και κρατήσουσιν επί το αυτό της βασιλείας εν ειρήνη ημέρας εκατόν πεντήκοντα. Εν δε τω μεταξύ εκ διαβολικής ενεργείας μαχεσθέντες αλλήλοις δώσωσι πόλεμον καθ\' εαυτούς ισχυρόν.
Απάρας ουν ο πρώτος εισελεύσεται εν Θεσσαλονίκη, και ερεί. Θεσσαλονικέων η πόλις, συ νικήσεις τους εχθρούς σου, καύχημα γαρ αγίων συ υπάρχεις, και ηγίασέ σε ο Κύριος. Τηνικαύτα στρατεύσει ο λαός αυτού από επταετούς και ανωτέρω, στρατεύσει δε και τους ιερείς και τους μονάζοντας, και ποιήσει αυτούς φορέσαι άρματα πολεμικά, και κατασκευάσας πλοία μεγάλα πορεύσεται εν Ρώμη, και στας προ των πυλών αυτής, ερεί. Χαίροις Ρώμη τρίρρωμε, η μάχαιρα σου οξεία, τα βέλη σου ηκονημένα, έντιμος ει συ, κραταίως την πίστιν σου κάτεχε, μη αλλάξης αυτήν μέχρι της συντελείας. Μακάριοι οι κατοικούντες εν τοις οίκοις σου. Τότε στρατεύσει τα ξανθά γένη, και ποιήσει ναυς και εκδέξεται τους ετέρους αυτού αναμέσον δήλου και αδήλου.
Ο δε δεύτερος μείραξ εκστρατεύσει και αυτός την Μεσοποταμίαν και τας Κυκλάδας των νήσων και στρατεύσει τους ιερείς, και τους μονάζοντας, μανία δεινή κατά των άλλων κινούμενος. Και απάρας έλθη επ\' ομφαλόν της κτίσεως. Τινές δε λέγουσι την Αλεξάνδρειαν ομφαλόν είναι της οικουμένης. Εκείσε ουν αυτός εισδέξεται τους ετέρους αυτού, μεθ\' ων οφείλει συνάψαι τον πόλεμον.
Και τρίτος εξελεύσετοι και αυτός εκ της πόλεως, και στρατοπεδεύσει Καρίαν, Φρυγίαν, Ασίαν, την Αρμενίαν, Γαλατίαν τε και Αραβίαν. Και εν Συλαίω γενόμενος, τάδε ερεί προς αυτό: Σύλαιον επικέκλησαι, αλλ\' ου συλλυθήσει ουδέ παραληφθήσει παρ\' ουδενός των πολεμούντων σε. Ταύτα ειρηκώς απάρας τα στρατεύματα αυτού εν λαώ ασυνθέτω γενήσεται. Μετά ουν το συναχθήναι αυτούς επί το αυτό κατέναντι αλλήλων, συγκρουσμού γεγονότος μεληδόν αλλήλους κατακόψουσιν ώσπερ εν μακέλλω τα πρόβατα.

Και αποκτανθήσονται οι τρεις βασιλείς μετά του πλήθους παντός, και εκχυθήσεται το αίμα αυτών επί της γης, ως πλημμύρα βροχής ύδατος, ώστε μη καταληφθήναι τίνα εξ αυτών. Τότε συγκραθήσεται η θάλασσα από του αίματος αυτών σημείοις δώδεκα, και έσονται πάσαι αι γυναίκες χήραι. Επτά γαρ γυναίκες ζητήσουσιν ένα άνδρα και ουχ ευρήσουσι, μέχρις ότε εξ αλλοδαπής γης ακούσαντες ήξουσιν, οι και ληφθέντες ανήλικοι. Ανδρυνθέντες δε, έσονται ως χοίροι και πολλής ασωτίας μη αισθανόμενοι. Τότε δε μακάριοι και τρισμακάριοι οι εν όρεσι και σπηλαίοις τω Κυρίω δουλεύοντες, επειδή τα δημοσίως γενόμενα δεινά ου θεάσονται, αλλ\' έσονται ιδίως εκδεχόμενοι την μετά του αντίχριστου μάχην και πόλεμον.

Οι ηδύτατοι άρνες, οι μέλλοντες δια Χριστόν θύεσθαι υπό του πονηρού Δαν, λέγω δη του παμπόνηρου διαβόλου ήτοι του αντίχριστου. Τότε δια το μη είναι εν τω καιρώ εκείνω άνδρα αιδέσιμον, αλλά πάντας της απωλείας, αναστήσεται γύναιον πονηρόν και αισχρότατον από του Πόντου, και βασιλεύσει εν τη βασιλίδι των πόλεων. Αυτή δε γενήσεται βακχεύτρια, μάγισσα, και φαρμακός, και απαξαπλώς του διαβόλου θυγατήρ. Εν γαρ ταις ημέραις αυτής έσονται επιβουλαί και σφαγαί κατά τας ρύμας της πόλεως. Αποκτενεί γαρ έκαστος, ει δυνάμεως έχει, τον πλησίον αυτού, και υιός πατέρα, και πατήρ υιό ν, μήτηρ θυγατέρα, και θυγάτηρ μητρί, αδελφοί επαναστήσονται αλλήλοις και κατασφάξουσι, και έσται κακία πολλή, και μίσος εν τοις υιοίς των ανθρώπων, και φόνοι αναρίθμητοι εν τη πόλει ταύτη.

Εν δε τη αγία Εκκλησία ένδοθεν έσονται ασέλγειαι, μοιχείαι, ασωτείαι, αιμομιξίαι, κιθάραι τε και ορχήσεις, χλευασμοί τε και παίγνια, άπερ άνθρωπος ούτε είδεν ούτε ήκουσε. Και γαρ η βασιλίς εκείνη η ακάθαρτος θεάν εαυτήν ονομάζουσα και Θεώ μαχόμενη, κόπρω μιανεί τα άγια θυσιαστήρια, και πλύνει το σώμα αυτής ύδατι και μολύνει πάντα τον λαόν, και αποστρέψει το πρόσωπον αυτής από του Θεού, και ενυβρίσει τα άγια των αγίων, και αρπάσει τα σκεύη τα τίμια από των αγίων Εκκλησιών, τους τε τίμιους σταυρούς και τας σεβάσμιας εικόνας, τα τε Ευαγγέλια και τους Αποστόλους, και πάσαν βίβλον ιεράν συναθροίσει επί το αυτό, και ποιήσασα σωρόν μέγαν και βαλουσα πυρ καταφλέξει πάντα, και τας Εκκλησίας καταστρέψει μέχρις εδάφους. Ζητήσει και λείψανα αγίων του κατακαύσαι αυτά και ουχ ευρήσει. Ο γαρ Θεός αοράτω δυνάμει από της τήσδε πόλεως μεταγάγει αυτά.

Τότε η τάλαινα της μεγάλης Εκκλησίας της του Θεού Σοφίας καταστρέψει την αγίαν Τράπεζαν, και τον τόπον του ναού μιάνασα σταθείσα κατά ανατολάς φρυαττομένη, ερεί προς τον Ύψιστον. Μη κατώκνησα, ω λεγόμενε Θεέ, απολείψαι σου το μνημόσυνον από της γης. Ίδε τι σοι εποίησα και έκαμον, και ουκ ηδυνήθης καν τριχός μου εφάψασθαι. Μείνον μοι μικρόν, και εάν ειμί ενταύθα και το στερέωμα χαλώ, και δείξω σοι τις ο εν Θεοίς δυνατώτερος φημί και Θεαίς. Ταύτα λαλήσει η γάγγραινα, ή και πλείονα, και δράσει χείρονα εις ύψος αποπτύουσα και λίθους πέμπουσα. Εώ γαρ λέγειν αυτής τα δεινότερα.

Εν γαρ τω καιρώ εκείνω κλινεί Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ το τόξον αυτού, και τον θυμόν αυτού, και φοβερά δυνάμει της ισχύος αυτού εκτενεί την χείρα αυτού επί την μεγάλην πόλιν ταύτην. Και δράξηται αυτής εν ισχύι, και τω δρεπάνω της δυνάμεως αυτού υποτεμεί τον χουν τον υποκάτω της πόλεως ταύτης, και ερεί τοις ύδασι της αβύσσου του καταπιείν αυτήν, άπερ φοβερώς υπακούσαντα εξ εκατέρων των μερών τάχει σφοδρώ και ήχω φοβερωτάτω αναβλύσουσι, και το υποκάτω αυτής ανασπάσει από της γης, και επάρει αυτό εις ύψος ως μύλον γυροβολούμενον, φρίκη πολλή, ώστε θρηνείν και οδύρεσθαι, κράζει τε ουαί τοις εν μέσω της πόλεως. Ούτως ουν κατενεχθείσης αυτής εν τη αβύσσω τα εξ εκατέρων των μερών αναβλύσαντα ύδατα σφοδρώς κατακλύσαντα και κατακλύψαντα αυτήν τω φοβερώ και αχανεί πελάγει της αβύσσου παραπέμψουσιν. Ούτως ουν, ω τέκνον μου Επιφάνιε, η πόλις ημών συντελεσθήσεται. Και άπερ δε σοι είρηκα όπισθεν ότι μέλλουσι συμβαίνειν τω κόσμω δεινά, εκείνα εισιν, άπερ ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έφησεν αρχήν ωδίνων.


Περί του τέλους του κόσμου.

Μετά δε την παρέλευσιν της πόλεως ταύτης, τα της συντέλειας συνίσταται. Φασί δε τίνες ότι μετά τον αφανισμόν της πόλεως και το πλήρωμα της των εθνών βασιλείας, μέλλουσι τα σκήπτρα Ισραήλ εξανίστασθαι, προς το βασιλεύσαι τον υπόλοιπον καιρόν εις αναπλήρωσιν του εβδόμου αιώνος, φέροντες εις μαρτυρίαν το υπό του Ησαΐου ειρημένον. Και έσται εν ταις εσχάταις ημέραις, φησίν, αρεί Κύριος ο Θεός σημείον εν τη συμπληρώσει των εθνών επί πάντα τα πρόβατα Ιούδα, τα διεσκορπισμένα εν τοις έθνεσι, και συνάξει τον απεωσμένον Ισραήλ εν τη αγία πόλει Ιερουσαλήμ. Και έσται τω Ισραήλ ως τη ημέρα, η εξήλθεν εκ γης Αιγύπτου, (Ησαΐας ια\'12,16) και τα εξής. Και το υπό του μακαρίου Παύλου του αποστόλου ειρημένον: «Όταν, φησί, το πλήρωμα των εθνών ήξη, τότε πας Ισραήλ σωθήσεται» (Ρωμ. ια\'26). Και ούτοι μεν ούτω λέγουσι και ισοφωνούσιν, Ιππόλυτος δε ο μάρτυς έφησεν ότι τη επιδημία του αντίχριστου πρώτοι Ιουδαίοι πλανηθήσονται. Και ο Χριστός δε προμαρτυράμενος έλεγεν αυτοίς ότι, «Εγώ, φησίν, ήλθον εν τω ονόματι του Πατρός μου και ου λαμβάνετέ με, άλλος ελεύσεται εν τω ιδίω ονόματι και εκείνον λήψεσθε και εν τη αμαρτία υμών αποθανείσθε» (Ιωαν. ε\'.43).

Ότι μεν ουν συνάξει αυτούς ο Θεός εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, και τα αυτού αυτοίς αποδώσηται, εύδηλον όπως του διασκορπισμού την επ\' απώλεια πρόφασιν εν τω τέως υπ\' αυτών εκκόψηται. Έμμελον γαρ λέγειν εν τη κρίσει ότι ει συνήγαγες ημάς εις Ιερουσαλήμ, και τα ημών αποκατέστησας, πάλαι αν επιστεύσαμεν τω Χριστώ, την αφορμήν του φθόνου εξεώσαντος του ένεκεν προτιμηθήναι τα έθνη υπέρ ημάς. Νυν δε συναχθέντες, και τα αυτών απολαβόντες, και εν τη αυτή απιστία μείναντες, πώς σωθήσονται; ευθέως του αντίχριστου εξερχομένου, ω και πιστεύειν κατά την φοβεράν φωνήν Θεού μέλλουσι: Θεός γαρ ου ψεύδεται, ο μονογενής ο ειπών: «Εγώ ειμί η αλήθεια και η ζωή» (Ιωαν. ιδ\'.ό). Τέως δε εν τω συναχθήναι αυτούς, εν πρώτοις της απολογίας αυτούς ταύτης αποστερήσει: και γαρ ο Παύλος αυτούς σωθήσεάθαι είρηκεν ουκ εκ της αιωνίου κολάσεως, αλλ\' αντί της τοσούτων ετών παρατάσεως, και της επ\' αλλοτρίας περιπλανήσεως, και του ονειδισμού των εθνών, και της αφάτου αισχύνης, ότι εν τοσαύτη, φησίν, ανάγκη, και εν τοσούτο χλευασμώ τοσαύτα έτη υπό των εθνών κωμωδούμενοι, σωθήσονται της δουλείας και του ζυγού, ως συναχθέντες εις τα ίδια. Ου μέντοι, ως προείπον, της αιωνίου κολάσεως ρυσθήσονται. Ους γαρ η θλίψις ουκ έπεισε πιστεύσαι τω ζωοποιώ και μονογενεί Υιώ του Θεού, πως πείσει αυτούς η νομιζόμενη χάρις; και τα εξής.

Επιφάνιος είπεν. Αφες πάτερ πνευματικέ, περί των εχθρών του σταυρού του Χριστού, τούτο δε μοι ανάγγειλον, οίτινες λέγουσι, μη συμποντίζεσθαι μετά της πόλεως την του Θεού μεγάλην εκκλησίαν, αλλ\' αοράτω δυνάμει κρεμασθήναι αυτήν επί του αέρος. Ο δίκαιος έφη. Τι λέγεις, ω τέκνον; πάσης της πόλεως βυθιζομένης πως περισωθήσεται αυτή; ή τις εστίν ο εισερχόμενος εν αυτή χάριν προσκυνήσεως; μη ο Θεός εν χειροποιήτοις ναοίς κατοικεί; ου μεν ουν, ω τέκνον, ψευδής εστίν ο λόγος ούτος. Μόνος δε μενεί ο εν τω φόρω στύλος, καθότι κέκτηται τους τίμιους ήλους, αυτός γαρ μόνος μενεί και σωθήσεται, ώστε παραγενόμενα τα πλοία εν τούτω τους σχοίνους αυτών δήσαντα, κλαύσουσι και θρηνήσουσι την Βαβυλώνα ταύτην την επτάλοφον, λέγοντες: ουαί ημίν, ότι η πόλις ημών η μεγάλη και αρχαία βεβύθισται, εν η εισιόντες και τας πραγματείας ποιούντες, επλουτούμεν καλώς εμπορευόμενοι. Έσται και το πένθος αυτής ημερών τεσσαράκοντα, και από της θλίψεως των ημερών εκείνων δοθήσεται το βασίλειον και το κράτος τη πρεσβυτέρα Ρώμη, ωσαύτως και εν τω Συλαίω και εν τη Θεσσαλονίκη υποτασσόμενα τω εν τη Ρώμη βασιλεύοντι, προς τα τέλη ήδη του κόσμου εγγίσαντος και λοιπόν άτονα τα πράγματα γενήσονται και δεινότερα και ολέθρια.

Εν εκείνω γαρ τω καιρώ αποφράξει Κύριος ο Θεός τας πύλας τας εν Ινδαλία (εν. αλ. Ινδία), ας έκλεισεν Αλέξανδρος ο των Μακεδόνων βασιλεύς, και εξελεύσονται οι εβδομήκοντα δύο βασιλείς μετά του λαού αυτών, τα λεγόμενα ρυπαρά έθνη, τα βδελυρώτατα πάσης συγχασίας και δυσωδίας, και διασκορπισθήσονται εν ταις χώραις ταις υπ\' ουρανόν, σάρκας ζώντων ανθρώπων εσθίοντες και το αίμα πίνοντες, κύνας και μυίας και βατράχους νεμόμενοι και πάσαν ρυπαρίαν. Ουαί δε τη οικουμένη πάση εν η πορεύσονται από προσώπου αυτών. Τας μεν ουν ημέρας εκείνας, μη έστω χριστιανός Κύριε, ει δυνατόν ην. Αλλ\' οίδα ότι έσονται.
Τότε αι ημέραι εκείναι σκοτισθήσονται δίκην θρηνούσαι εν τω αέρι διά το μίσος, όπερ τα βδελυρά εργάζονται έθνη. Ο ήλιος σκοτισθήσεται, και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, βλέποντες τα βδελύγματα επί της γης αμιλλώμενα. Φάγονται γαρ και τον χουν της γης και τα θυσιαστήρια κύθρους οίκων εργάσονται, τα τίμια και άγια σκεύη εν μιάσματι χρήσονται.Όι κατοικούντες την Ασίαν φευγέτωσαν εις τας κοιλάδας των νήσων. Πενθήσει γαρ Ασία τας νήσους, ου γαρ προεύσονται εν αυτή οι λαοί, αλλ\' έσονται πενθούντες ημέρας ρν\'.= εκατόν πεντήκοντα, (εν. αλλ. εξακοσίας εξήκοντα).

Περί Αντιχρίστου.
Τότε εγερθήσεται ο σατανάς, ο αντίχριστος φημί, εκ της φυλής του Δάν, ου μέντοι ιδία θελήσει γενόμενος άνθρωπος, αλλ\' ευρεθήσεται ένεκεν αυτού σκεύος αισχρόν και ρυπαρόν, όπως πληρωθή εν αυτώ τα των προφητών. Και απολυθήσεται εκ των του άδου δεσμών, εν οις αυτόν ο Δεσπότης Χριστός εκείσε γενόμενος έδησε, και εισελεύσεται εις το σκεύος το αισχρότατον και βδελυτώτατον. Και ανδρυνθέντος αυτού εν ηλικία τελεία, και βασιλεύσαντος, τότε άρξεται την πλάνην αυτού επισπείρειν, καθά φησί περί αυτού Ιωάννης ο θεολόγος. Τότε γαρ, φασί, εγείρει πόλεμον επί τας κοιλάδας (εν αλ. Κυκλάδας) των νήσων, νήσοι δε είσιν, ως Ησαΐας φησίν, αι εξ εθνών εκκλησίαι. Παραγένηται δε τότε Ενώχ ο προ του νόμου, και Ηλίας ο εν τω νόμω και Ιωάννης ο εν τη νέα χάριτι, κηρύξαι εν όλη τη οικουμένη τον καιρόν της συντελείας, και την του πλάνου επιδημίαν. Διελεύσονται δε εν σημείοις και τέρασι και προκηρύξουσι του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού την Δευτέραν έλευσιν. Όσοι τοιγαρούν θελήσουσι του αποκτείναι αυτούς ή άλλως πως αδικήσαι, πυρ εξελθόν καταφάγεται αυτούς (Αποκαλ. ια\'5) πορεύσονται γαρ εν εξουσία μεγάλη και τον αντίχριστον ελέγξαντες αποκτανθήσονται υπ\' αυτού εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, και ρίψωσι τα σώματα αυτών άταφα εν μέσω της πόλεως, και επισυναχθέντες επιγελάσωσιν αυτών ως απροστατεύτων. (Αυτόθι 6,7,8,9,10).

Ποιήσουσι δε επί την πλατείαν κείμενα τα άγια σώματα αυτών τρεις ημέρας. Μεσούσης δε της τετάρτης καταπτάσαπεριστερά εκ του ουρανού ως είδος αστραπής, και επάνω αυτών περιπατήσασα, ζωήν εμπνεύσει αυτοίς και ισχύσαντες εγερθήσονται ενώπιον πάντων, και τρόμος λήψεται τους ορώντας αυτούς. Τότε γενήσεται φωνή εκ του ουρανού προς αυτούς λέγουσα. Ανέλθετε προς με οι φίλοι μου, και ευθέως κατελθούσα νεφέλη άρη αυτούς και κατασκηνώσει εις τον Παράδεισον. (Αυτόθι 9-13). Πικρώς δε ταπεινώσει ο πλάνος τους τότε χριστιανούς μέχρι της εσχάτης αυτών αναπνοής, θλίβων και δεινώς τιμωρούμενος, ο μάταιος άγαν. Τότε ει τις ου πλανηθή και πιστεύση τω αντιχρίστω, μέγας και υψηλός αναφανήσεται φίλος Χριστού του Θεού ημών, μακάριοι γαρ πάντες οι άγιοι άγγελοι, τρισμακάριοι οι επί του αντιχρίστου μαρτυρήσαντες, μεγίστη γαρ αυτούς διαδέξεται χαρά και αγαλλίασις εις αιώνα αιώνος. Πρώτον αποκτενεί τον Ηλίαν, είτα τον Ενώχ, μετέπειτα τον της βροντής υιόν, και τότε τους μη πιστεύοντας εις αυτόν θανάτω πικρώ παραδώσει.

Τότε έσται πόλεμος φοβερός μεταξύ αυτού και του Δεσπότου Χριστού. Επάν γαρ γνώση προς το τέλος έχειν του κόσμου τούτου τα πράγματα, μανία δεινή προς τον άνθρωπον αντιπαρατάξηται, αστράπτων και βροντών τε, κτύπους ποιών, ώστε τω ήχω της βοής την υπ\' ουρανόν δονείσθαι και περιηχείσθαι σφοδρώς. Και τις τότε ου πτήξει και θαμβηθήσεται, ω τέκνον; μακάριοι, ως προείπον, οι μη σκανδαλισθέντες επί των Δεσπότη ημών Χριστώ τω αληθινώ Θεώ ημών, τω σαρκωθέντι και γεννηθέντι εκ της αγίας Παρθένου Μαρίας, οι πιστεύοντες ανάστασιν νεκρών και ζωήν αιώνιον, και την βασιλείαν των ουρανών, ήτις τέλος ουκ έχει. Μακάριοι οίτινες διά την αγάπην αυτού αποθανούσι, και ελέγξουσι κατά πρόσωπον τον δράκοντα και την αυτού αποπλάνησιν. Μακάριοι όσοι κατά του δράκοντος ανδρυνθήσονται και γενναίως τα δεινά αυτού ελέγξουσιν. Οι φωστήρες, οι ωραίοι, οι φίλτατοι μαργαρίται, αι γλυκείαι καρδίαι, και τερπναί και μελίρρυτοι, και όσοι εις Πατέρα και Υιόν και άγιον Πνεύμα, εις την αγίαν και ομοούσιον Τριάδα την ζωοποιόν, πιστεύσωσιν. Ταύτα του μακαρίου καθεζομένου και λέγοντος, ο Επιφάνιος άκουσας τα μέλλοντα γενέσθαι κατά την οικουμένην, εθρήνει εκ βάθους ψυχής αυτού. Είτα λέγει προς τον Όσιον. Δέομαι σου, ειπέ μοι, πώς μέλλει απολειφθήναι από της γης η ανθρωπότης, και ούτω γενέσθαι την ανάστασιν; ο δε Όσιος έφη: τους μεν, ω τέκνον, τα μυσαρά έθνη αναλώσει, τους δε εν τοις πυκνοτάτοις πολέμοις θανατώσουσι, και τους επίλοιπους ο αντίχριστος. Όσοι δε αυτώ πιστεύσωσι και προσκυνήσωσιν, αποστέλει Κύριος ο Θεός θηρία πετώμενα, κατά τον Ιζεκιήλ έχοντα εν ταις ουραίς αυτών βουκέντρα ιού μεμεστωμένα. Και όσοι ουχ έξουσι το σημείον της γραφίδος του Χριστού σώον και ακέραιον εν τοις μετώποις αυτών, υπ\' αυτών των θηρίων κεντούμενοι και τω ιώ αλισκόμενοι χαλεπώ θανάτω πικρώς τελευτήσουσι. Τότε μόλις οι άγιοι οι την σφραγίδα Χριστού σώαν διαφυλάξαντες εν ερημίαις και όρεσι ματανάσται γενήσονται, ους ο Θεός πνεύματι δυνάμεως αυτού συνάξει εν τη αγία πόλει Σιών. Ουτοί εισιν οι γραφέντες εις ζωήν αιώνιον.

Του αντίχριστου ήδη παταχθέντος συν τοις δαίμοσιν αυτού και υπό πυρίνων αγγέλων συλληφθέντες τω κριτηρίω παρίστασθαι και απαιτείσθαι δίκας περί των ψυχών, ων απώλεσε. Τότε ουν λοιπόν η σάλπιγξ ηχήσει και σαλπίσει, και οι νεκροί αναστήσονται άφθαρτοι. Έπειτα οι ζώντες, καθώς είπεν ο Παύλος (Α\' Θεσσαλ. δ\' 15), εις την παρουσίαν του Κυρίου οι περιλειφθέντες, αλλαγέντες εν ριπή οφθαλμού από φθοράς εις αφθαρσίαν άμα συν αυτοίς αρπαγήσονται εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα. Όταν ουν ίδη τις τα βδελυρά έθνη εις τον κόσμον εξεληλυθότα, τότε γίνωσκε ότι επί θύραις πάντα και ότι μετά μικρόν ο Κριτής επελεύσεται αποδούναι εκάστω κατά τα έργα αυτού. Ταύτα ελάλησεν ο μακάριος Ανδρέας τω Επιφανίω τη νυκτί εκείνη αγρυπνούντι αυτώ, παρούσης και της εμής ταπεινότητος. Και του ξύλου κρούσαντος της Εκκλησίας εκείσε επορεύθη ο Επιφάνιος. Ο δε μακάριος Ανδρέας εν τω οίκω έμεινε καθ\' εαυτόν προσευχόμενος........

Ετελειώθη δε ο ποτέ κρυπτός ήλιος και ουρανομήκης στύλος πυρός, ο μακάριος Ανδρέας, ο διά Κύριον πένης και σαλός και ξένος και καταπεφρονημένος και υπό πάντων εξουθενημένος νυνί δε υιός Θεού κατά χάριν γενόμενος και κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών, μηνί Μαΐω κη\'. (28) εξήκοντα προς τοις εξ έτεσι τον αγώνα τον καλόν κρυπτώς τω Θεώ αγωνισάμενος. Εγώ δε Νικηφόρος, ελέει Θεού πρεσβύτερος της μεγάλης Εκκλησίας της βασιλίδος των πόλεων της επωνύμου Θεού Σοφίας συγγραψάμενος τον θαυμαστόν τούτον και πολυθρύλλητον βίον, του σεβασμίου πατρός και εν αγίοις Ανδρέου, άπερ, α μεν οικείοις οφθαλμοίς εώρακα, α δε και παρά του αοιδίμου Επιφανίου, του γεγονότος ενταύθα αρχιεπισκόπου μεμάθηκα, και τώδε συγγράμματι ενέταξα, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μεθ\' ου τω Πατρί, άμα τω αγίω
Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.

Αμήν.
[b][font=arial]Χωρίς στρουμφάκι, δεν γίνεται δουλειά εδώ μέσα![/font][/b]

Βασιλείου Μάριος

ΤΟ ΜΕΓΑ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ


ΑΛΗΘΙΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, ΠΟΣΟ ΠΟΛΥ ΣΕ ΑΓΑΠΑΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΣΤΕΛΝΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΛΟΥΖΕΙ ΤΙΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΜΑΣ ΜΕ ΟΥΡΑΝΙΑ ΑΓΑΛΛΙΑΣΗ, ΝΑ ΦΩΤΙΖΕΙ ΤΑ ΜΥΑΛΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΑΠΤΕΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΜΑΣ;


Κάθε Μεγάλο Σάββατο το μεσημέρι στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα επαναλαμβάνεται το ΜΕΓΑ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΟΣ που συγκλονίζει, συγκινεί, αγαλλιάζει, σκορπίζει χαρά και πίστη σε όσους έχουν την τιμή και ευλογία να παρευρίσκονται στην ιεροτελεστία του Αγίου Φωτός.

Απευθύνομαι σε όλα τα έθνη του κόσμου γνωρίζοντας ότι είμαι ένας αμαρτωλός άνθρωπος ο οποίος προσπαθεί να βελτιώσει την ζωή του μέσα από την πίστη. Ο Πανάγαθος Θεός αξίωσε και εμένα, τον πιο ανάξιο άνθρωπο αυτού του κόσμου, να δω και να αγγίξω το \'Αγιο Φως Του. Αισθάνομαι υποχρεωμένος να περιγράψω με απλότητα και ευλάβεια αυτό το συγκλονιστικό θαύμα, ώστε να το μάθουν όσοι δεν το γνωρίζουν ευχόμενος συγχρόνως να μπορέσουν κάποτε να το δούνε από κοντά.


ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ

1. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ: Το Μεγάλο Σάββατο το πρωί πριν από την τελετή του Αγίου Φωτός γίνεται πρώτα ένας σχολαστικότατος έλεγχος του Παναγίου Τάφου και αμέσως μετά τον σφραγίζουν με το μελισσοκέρι που είχε ετοιμαστεί το πρωί. Ο έλεγχος γίνεται για να διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε μέσα στον Πανάγιο Τάφο το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει φωτιά. Αφού σφραγιστεί ο Πανάγιος Τάφος με το μελισσοκέρι οι αρχές τοποθετούν πάνω στο κερί τις σφραγίδες τους.

Μεγάλο ενδιαφέρον για τον έλεγχο δείχνουν και όλα τα άλλα δόγματα τα οποία με διάφορους τρόπους και πιέσεις έχουν από παλιά αποκτήσει δικαιώματα στον Πανάγιο Τάφο. Το ενδιαφέρον αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Αν τύχει κάποια χρονιά να μη βγάλει το \'Αγιο Φως ο Ορθόδοξος Πατριάρχης τότε θα αναλάβουν το προβάδισμα της τελετής του Αγίου Φωτός άλλοι.

Ο έλεγχος αρχίζει στις 10 το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου και τελειώνει στις 11. \'Οσο γίνεται ο έλεγχος Ορθόδοξοι \'Αραβες νέοι διαδηλώνουν μέσα στον Ιερό Ναό υπέρ των ορθοδόξων δικαιωμάτων. Πρέπει να σημειωθεί ότι τον σχολαστικό έλεγχο του Παναγίου Τάφου παρακολουθούν εκπρόσωποι των Αρμενίων και άλλων δογμάτων.


2. Η ΤΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΟΣ: Η τελετή του Αγίου Φωτός γίνεται στις 12 η ώρα το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου και αποτελείται από τρία στάδια: α. Την Λιτανεία, β. Την είσοδο του Πατριάρχη στον Πανάγιο Τάφο και γ. Τις προσευχές του Πατριάρχη για να βγει το \'Αγιο Φως.

Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου ο Ορθόδοξος Πατριάρχης με την συνοδεία του - αρχιερείς, ιερείς και διακόνους- αλλά και τον Αρμένιο Πατριάρχη μπαίνει στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως, ενώ οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα. Πριν από την είσοδο του Πατριάρχη ο Σκευοφύλακας του Πανίερου Ναού φέρει την ακοίμητο κανδήλα, σβηστή εκείνη την ημέρα, για να αναφτεί με το \'Αγιο Φως. Από την εσωτερική είσοδο του Ναού του Αποστόλου Ιακώβου μπαίνει ο Πατριάρχης στο Ιερό Βήμα του Καθολικού και κάθεται στον πατριαρχικό θρόνο. Από αυτό το σημείο περνάνε και ασπάζονται το χέρι του Πατριάρχη οι εκπρόσωποι των Αρμενίων, των Αράβων, των Κοπτών και άλλων για να τους δοθεί το \'Αγιο Φως. Σύμφωνα με τα προνόμια αν δεν ασπαστούν το χέρι του Ορθόδοξου Πατριάρχη δεν έχουν το δικαίωμα να λάβουν το \'Αγιο Φως από τα χέρια του. Αμέσως μετά αρχίζει η Ιερή Λιτανεία η οποία περιφέρεται τρεις φορές γύρω από τον Πανάγιο Τάφο και μετά ο Πατριάρχης σταματάει μπροστά στον Πανάγιο Τάφο όπου βρίσκονται και οι επίσημοι.

Μετά την Λιτανεία αποσφραγίζεται ο Πανάγιος Τάφος και ο Πατριάρχης βγάζει την αρχιερατική στολή του και μένει μόνο με το λευκό στιχάριο. Κατόπιν ο διοικητής της Ιερουσαλήμ και ο αστυνομικός διευθυντής ελέγχουν σχολαστικά τον Μακαριότατο Πατριάρχη μπροστά σε όλους ώστε να διαπιστωθεί ότι δεν έχει τίποτα μαζί του το οποίο μπορεί να μεταδώσει φως.

Μετά τον έλεγχο ο Μακαριότατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων λαμβάνει τους σβηστούς πυρσούς και εισέρχεται μαζί με τον Δραγουμάνο των Αρμενίων στο Ιερό Κουβούκλιο. \'Ολα τα κανδήλια είναι σβηστά και τίποτα δεν είναι αναμμένο στον Ιερό Ναό αλλά και στον Πανάγιο Τάφο.





3. ΠΩΣ ΒΓΑΙΝΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ: Μέσα στον Πανάγιο Τάφο ο Πατριάρχης γονατιστός κάνει αρχιερατική προσευχή διαβάζοντας και ειδικές ευχές παρακαλώντας τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό να στείλει το \'Αγιο Φως του ως δώρο αγιασμού για τους ανθρώπους. Και μέσα στην απόλυτο ησυχία κατά την ώρα που προσεύχεται ο Πατριάρχης ακούγεται ένας συριγμός και σχεδόν ταυτόχρονα γαλαζόλευκες αστραπές του Αγίου Φωτός διαπερνούν από παντού, λες και ανάβουν εκατομμύρια φωτογραφικά φλας και τα κανδήλια ανάβουν μόνα τους. Μέσα στο Πανάγιο Τάφο οι πυρσοί που κρατάει προσευχόμενος ο Πατριάρχης και αυτοί ανάβουν μόνοι τους από το \'Αγιο Φως. Ταυτόχρονα το πλήθος ξεσπάει σε ζητωκραυγές ενώ δάκρυα χαράς και πίστης τρέχουν από τα μάτια του κόσμου.

Το \'Αγιο Φως για μερικά λεπτά της ώρας δεν έχει τις ιδιότητες τις φωτιάς. Αυτό συμβαίνει τα πρώτα λεπτά της ώρας, όταν βγαίνει από τον Πανάγιο Τάφο ο Πατριάρχης και δίνει το \'Αγιο Φως στους πιστούς. Μπορεί οποιοσδήποτε να αγγίζει την φλόγα 33 κεριών και να μην καίγεται! Μετά από πάροδο 33 λεπτών περίπου η φλόγα είναι κανονική.


ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ

Μόνο ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης έχει το προνόμιο και την εξουσία να βγάζει το \'Αγιο Φως. Κατά καιρούς έχουν γίνει απόπειρες και από άλλα δόγματα να βγάλουν το \'Αγιο Φως αλλά αυτό στάθηκε αδύνατον. Για παράδειγμα το 1549μ.Χ. σύμφωνα πάντα με ιστορικές καταγραφές, οι Αρμένιοι δωροδόκησαν τον σουλτάνο Μουράτ για να τους δώσει την άδεια να εισέλθουν στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως και να βγάλουν αυτοί από τον Πανάγιο Τάφο το \'Αγιο Φως. Πράγματι ο σουλτάνος τους έδωσε την άδεια και οι Αρμένιοι μπήκαν μέσα στον Ναό και τον κλείδωσαν. Γεμάτος απελπισία ο Ορθόδοξος Πατριάρχης όταν είδε τους Αρμένιους να βρίσκονται μέσα στον Πανάγιο Τάφο, γονάτισε έξω στην είσοδο του Ναού κοντά σε μία από τις κολόνες. Ξαφνικά η κολόνα σχίστηκε (φωτογραφία) και βγήκε το \'Αγιο Φως ανάβοντας τις λαμπάδες του Πατριάρχη. Ο Αγαρηνός Εμίρης παρακολουθούσε τα γεγονότα από τον μιναρέ του τζαμίου που βρίσκονταν απέναντι από τον Ναό. Μόλις είδε τα γεγονότα φώναξε «Μεγάλη η πίστη των Χριστιανών! \'Ενας είναι ο αληθινός Θεός, ο Θεός των Χριστιανών. Πιστεύω στον Αναστάντα εκ νεκρών Χριστόν. Τον προσκυνώ ως Θεό μου». Μετά από αυτή την ομολογία του πήδησε από τον μιναρέ. Κατά την πτώση του όμως δεν έπαθε τίποτα. Τότε οι μουσουλμάνοι τον έπιασαν και τον αποκεφάλισαν. Το άγιο λείψανο του φυλάσσεται μέχρι και σήμερα στην Ιερά Μονή της Μεγάλης Παναγίας των Ιεροσολύμων.

Το \'Αγιο Φως συμβολίζει αλλά και υπενθυμίζει με θαυματουργικό τρόπο την Ανάσταση του Χριστού. Είναι ένα Θεόσταλτο θαύμα δια μέσου των αιώνων από το Φως του κόσμου, που είναι ο Χριστός, για τον κόσμο. Η επιστήμη δεν έχει την δυνατότητα να εξηγήσει αυτό το μεγάλο θαύμα και αυτή την φορά προς τιμή της δεν ετόλμησε να αποφανθεί ούτε θεωρητικά. Σε ένα αληθινό θαύμα άλλωστε πως να αποφανθεί η επιστήμη;

Πολλοί βλέπουν κάθε έτος το \'Αγιο Φως και αισθάνονται την παρουσία του Θεού ανάμεσά τους. Αυτό ακριβώς το \'Αγιο Φως να φωτίζει όλη την ανθρωπότητα για ένα καλύτερο αύριο.
[b][font=arial]Χωρίς στρουμφάκι, δεν γίνεται δουλειά εδώ μέσα![/font][/b]

Βασιλείου Μάριος

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΠΙΣΤΟΥΣ και ΣΕ ΑΠΙΣΤΟΥΣ.
Τού Φώτη Κόντογλου

Τη Λαμπροδευτέρα το βράδυ, περασμένα μεσάνυχτα, πριν νά πλαγιάσω για νά κοιμηθώ, βγήκα στο μικρό περιβολάκι πού έχουμε πίσω από το σπίτι μας, και στάθηκα για λίγο, κοιτάζοντας το σκοτεινό ουρανό με τ\' άστρα.
Σαν νά τον έβλεπα πρώτη φορά. Μου φάνηκε πολύ βαθύς, και Σαν νά ερχότανε από πάνω μία μακρινή ψαλμωδία. το στόμα μου είπε σιγανά: «Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών, και προσκυνείτε τω υποπόδιο των ποδών αυτού». \'Ένας αγιασμένος γέροντας μου είχε πει μία φορά πώς κατά τούτες τις ώρες ανοίγουνε τά ουράνια. Ό αγέρας μοσκοβολούσε από τά λουλούδια κι από τά άγιοχόρταρα, πού έχουμε φυτέψει. «Πλήρης δ ουρανός και ή γη της δόξης του Κυρίου».
Θα στεκόμουνα έχει πέρα μοναχός ως το ξημέρωμα. Σαν νά μην είχα σώμα, μήτε κανένα δεσμό με Τη γη. Άλλά συλλογίστηκα μήπως ξυπνήσει κανένας μέσα ατό σπίτι και ανησυχήσουνε πού έλειπα, και γι\' αυτό μπήκα μέσα και ξάπλωσα.
Δέ με είχε θολώσει καλά-καλά ο ύπνος, δεν ξέρω αν ήμουνα ξυπνητός ή κοιμισμένος, και βλέπω μπροστά μου έναν άνθρωπο με αλλόκοτη όψη. \'Ήτανε κατακίτρινος, Σαν πεθαμένος, μα τά μάτια του ήτανε Σαν ανοιχτά και μ\' έβλεπε τρομαγμένος. το πρόσωπό του ήτανε Σαν μάσκα, Σαν μούμια, με το πετσί του γυαλιστερά, μαυροκίτρινο, και κολλημένο στο νεκροκέφαλο με όλα τά βαθουλώματα. Κοντανάσαινε σαν λαχανιασμένος. στο \'να χέρι του βαστούσε κάποιο παράξενο πράγμα, πού δεν κατάλαβα τι ήτανε, και με τ\' άλλο έσφιγγε το στήθος του, λες και πονούσε.
Εκείνο το πλάσμα μ\' έκανε ν\' ανατριχιάσω. το κοίταζα, και με κοίταζε, δίχως νά μιλήσει, Σαν νά περίμενε νά το γνωρίσω. και στ\' αλήθεια, μ\' όλο πού ήτανε τόσο αλλόκοτο, σαν νά μου είπε μία φωνή: «ΕΙναι ο τάδε!». Μόλις άκουσα τη φωνή, τον γνώρισα ποιος ήτανε. Τότε κι εκείνος άνοιξε το στόμα του κι αναστέναξε. μα ή φωνή του Σαν νά ερχότανε από πολύ μακριά, σα νά \'βγαινε από κανένα βαθύ πηγάδι.
\'Έβλεπα πώς βρισκότανε σε μία μεγάλη αγωνιά, κι υπόφερα κι εγώ μαζί του. Τά χέρια του, τά πόδια του, τά μάτια του, όλα φανερώνανε πώς βασανιζότανε. Απάνω στην απελπισία μου, πήγα κοντά του νά τον βοηθήσω, μα εκείνος μου\' κάνε νόημα με το χέρι του νά σταματήσω.
Άρχισε νά βογκά, με τέτοιον τρόπο, πού πάγωσα. Έπειτα μου λέγει: «δεν ήρθα, με στείλανε. \'Εγώ ολοένα τρέμω! Βρίσκομαι σε ζάλη μεγάλη. Παρακάλεσε τον Θεό νά με λυπηθεί. Θέλω νά πεθάνω, μα δέ μπορώ. \"Αχ! \'Όσα έλεγες βγήκανε αληθινά. Θυμάσαι, λίγες μέρες πριν πεθάνω, πού ήρθες στο σπίτι μου και μιλούσες για θρησκευτικά; \"Ήτανε και δύο άλλοι φίλοι μου, άπιστοι κι αυτοί Σαν κι εμένα. \'Εκεί πού μιλούσες, εκείνοι χαμογελούσανε. Σαν έφυγες, μου είπανε: Κρίμα, νά \'χει τέτοιο μυαλό, και νά πιστεύει στις ανοησίες πού πιστεύουνε οί γριές! μία άλλη μέρα, σου είχα πει όπως και πολλές άλλες Φορές: «Βρε Φ., μάζευε λεφτά, Θα πεθάνεις στην ψάθα. Βλέπεις εγώ πόσα έχω, και πάλι θέλω κι άλλα».
»Τότε μου είπες: «\" Έχεις κάνει συμβόλαιο με τον χάρο πώς Θα ζήσεις τόσα χρόνια πού θέλεις, για νά καλοπεράσεις ατά γερατειά σου;». Σου λέγω εγώ: «Θα δεις πόσο χρόνο Θα πάγω! Τώρα είμαι εβδομηνταπέντε. Θα περάσω τά εκατό. \'Έχω εξασφαλίσει τά παιδιά μου, ο γιος μου βγάζει λεφτά πολλά, την κόρη μου την πάντρεψα μ\' έναν πλούσιο από την \'Αβησσυνία, εγώ κι ή γυναίκα μου έχουμε και παραέχουμε.
Όχι Σαν κι εσένα, πού ακούς αυτά πού λεν οί παπάδες Χριστιανικά τά τέλη της ζωής ημών. Τι Θα βγάλεις από τά Χριστιανικά τά τέλη;. Παρά νά \'χεις στην τσέπη σου, και μη σε μέλει. \'Εγώ νά δώσω ελεημοσύνη; και γιατί έκανε φτωχούς ο πολυεύσπλαχνος Θεός σας; για νά τούς θρέφω εγώ; \'Άμ βάζουνε εσάς και ταΐζεται τούς τεμπέληδες, για νά πάτε στο Παράδεισο! \'Ακούς εκεί Παράδεισο; \'Εγώ ξέρεις πώς είμαι γιος παπα, και τά γνωρίζω καλά αυτά τά κόλπα. μα νά τα πιστεύουνε αυτά οί μικρόμυαλοι. Όχι όμως κι εσύ, πού έχεις τέτοια σπουδή, και νά πας χαμένος. \'Εσύ, όπως πας, Θα πεθάνεις πριν από μένα, Θα πάρεις και στο λαιμό σου την οικογένειά σου. μα εγώ, σου λέγω και σου υπογράφω, Σαν γιατρός, που είμαι, πως θα ζήσω εκατό δέκα χρόνια ».
Λέγοντας αυτά, στριφογύριζε από δω κι από κει, σαν νά Ψηνότανε απάνω σε καμιά σκάρα, βγάζοντας κάτι μουγκρίσματα από το στόμα του: «\"Αχ! Ούχ! Ού! Ού! Ού! Χού!»
Ησύχασε για λίγο και ξαναείπε: «Αυτά έλεγα, μα σε λίγες μέρες πέθανα! Πέθανα κι έχασα το στοίχημα! Τι ταραχή! Τι τρομάρα τράβηξα!
Σαστισμένος, μία βούλιαζα και μία ανέβαινα απάνω, και φώναζα: \"Έλεος! μα κανένας δεν μ\' άκουγε. Ένα ρεύμα με κλωθογύριζε Σαν νά \'μου να κανένα ψόφιο ποντίκι. Τι τράβηξα ως τά τώρα, και Τι τραβώ. Τι αγωνία εΙναι αυτή!
Όλα όσα έλεγες βγήκανε αληθινά. το κέρδισες το στοίχημα. \'Εγώ, τότε πού βρισκόμουνα στο κόσμο πού ζεις, ήμουνα ο έξυπνος. Ήμουνα γιατρός, κι είχα μάθει να μιλώ και νά μ\' ακούνε, νά κοροϊδεύω Τη θρησκεία, νά συζητώ για χειροπιαστά πράγματα. Τώρα όμως βλέπω πώς χειροπιαστά εΙναι εκείνα πού τά έλεγα παραμύθια και χαρτοφάναρα. Χειροπιαστή εΙναι ή αγωνία πού βρίσκουμε. Αχ! Τούτος Θα εΙναι ο σκώληξ ο ακοίμητος, τούτος θα εΙναι ο βρυγμός των οδόντων!».
Απάνω σ\' αυτά, χάθηκε από τά μάτια μου, κι άκουγα μονάχα τά βογκητά του, πού και κείνα σβήσανε σιγά-σιγά. με πήρε λίγο ο ύπνος, μα σε μία στιγμή, κατάλαβα νά με σπρώχνει Ένα παγωμένο χέρι. Άνοιξα τά μάτια μου, και τον βλέπω πάλι μπροστά μου. Τούτη Τη φορά ήτανε ακόμα πιο φριχτός και πιο μικρόσωμος. Είχε γίνει ίσαμε Ένα βυζανιάρικο παιδάκι, μ\' Ένα μεγάλο γέρικο κεφάλι, πού το κουνούσε από δω κι από κει
Άνοιξε το στόμα του και μου είπε: «σε λίγη ώρα Θα ξημερώσει και Θα \' έρθουνε νά με πάρουνε εκείνοι πού με στείλανε!» του λέω:
« Ποιοι σε στείλανε;». Είπε κάτι μπερδεμένα λόγια, δίχως νά καταλάβω τίποτα. Ύστερα μου λέγει: «\'Εκεί πού βρίσκομαι εΙναι κι άλλοι πολλοί από κείνους πού σε περιπαίζανε για την πίστη σου, και τώρα καταλάβανε πώς οι εξυπνάδες δεν περνούνε παραπέρα από το νεκροταφείο. ΕΙναι και κάποιοι άλλοι πού τούς έκανες καλό, κι αυτοί σε κακολογούσανε. Κι όσο τούς συχωρούσες, τόσο αυτοί γινότανε χειρότεροι. Γιατί ο πονηρός άνθρωπος αντί νά τον κάνει ή καλοσύνη νά χαίρεται, αυτός πικραίνεται, επειδή τον κάνει νά νοιώθει τον εαυτό του νικημένο.
Τούτοι βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από μένα, και δέ μπορούνε νά βγούνε από τη σκοτεινή φυλακή τους για νά \'ρθουνε νά σε βρούνε, όπως έκανα εγώ. Βασανίζονται πολύ σκληρά, γιατί δέρνονται με τη μάστιγα της αγάπης, όπως είπε ένας άγιος.
Πόσο αλλιώτικος είναι ο κόσμος απ\' ο, τι τον βλέπαμε!
Ανάποδος από την έξυπνη αντίληψή μας. Τώρα καταλάβαμε πώς ή εξυπνάδα μας ήτανε βλακεία, οι κουβέντες μας πονηρές μικρολογίες, κι οι χαρές μας Ψευτιά και απάτη.
\'Εσείς πού έχετε στην καρδιά σας το Χριστό, και πού για σας ο λόγος του ειναι αλήθεια, ή μονάχη αλήθεια, εσείς κερδίσατε το Μεγάλο Στοίχημα, πού μπαίνει ανάμεσα στους πιστούς και στους απίστους, αυτό το στοίχημα πού το έχασα εγώ ο ελεεινός, και χάθηκα, και τρέμω κι αναστενάζω, και δε βρίσκω ησυχία. :Αληθινά, στο Άδη δεν υπάρχει πια μετάνοια. Αλίμονο σ\' όσους πορεύονται όπως πορευθήκαμε εμείς, τον καιρό πού είμαστε απάνω στη γη. Η σάρκα μας είχε μεθύσει, και εμπαίξαμε εκείνους πού πιστεύανε στο Θεό και στη μέλλουσα ζωή, κι ο πολύς κόσμος μας χειροκροτούσε. Σας λέγαμε ανόητους, σας κάναμε περίπαιγμα, κι όσο εσείς δεχόσαστε με καλοσύνη τά πειράγματά μας, τόσο μεγάλωνε ή δική μας ή κακία.
Βλέπω και τώρα πόσο θλιβόσαστε από το φέρσιμο των κακών ανθρώπων, αλλά πώς δεχόσαστε με υπομονή τις φαρμακερές σαΐτες πού βγάζουνε από το στόμα τους, λέγοντάς σας υποκριτές, θεομπαίχτες και λαοπλάνους. Αν βρισκότανε, οι δυστυχείς στη θέση πού βρίσκομαι τώρα, και βλέπανε από δω πού βλέπω, Θα τρομάζανε για ο,τι κάνουνε. Θέλω νά φανερωθώ σ\' αυτούς και νά τούς πω ν\' αλλάξουνε δρόμο, μα δεν έχω την άδεια, όπως δεν την είχε κι εκείνος ο πλούσιας και για τούτο παρακαλούσε τον Πατριάρχη Αβραάμ νά στείλει το φτωχό το Λάζαρο. μα και εκείνον δεν τον έστειλε, και τούτο, για νά γίνουνε ίδια άξιοι της καταδίκης όσοι αμαρτάνουνε, κι άξιοι της σωτηρίας όσοι πορεύονται τη στράτα του Θεού.
«Ο αδικών αδικησάτω έτι, και ο ρυπαρός ρυπαρευθέτω έτι, και ο δίκαιος δικαιοσύνη ποιησάτω έτι, και ο άγιος άγιασθήτω έτι».
Μ` αυτά τά λόγια, τον έχασα από μπροστά μου.


Βιβλιογραφία. ΤΑ Μυστικά Άνθη , εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1973. «Απίστευτα και όμως αληθινά» εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη. Θεσσαλονίκη
[b][font=arial]Χωρίς στρουμφάκι, δεν γίνεται δουλειά εδώ μέσα![/font][/b]