Καθημερινά Χαριτωμένα

Started by Iaspis, 08 June, 2009, 11:59:37 PM

Previous topic - Next topic

Iaspis

[font size=4]Καθημερινά Χαριτωμένα[/fonts]

Παραθέστε ότι θέλετε, από τήν καθημερινή ανθρώπινη, χαριτωμένη εν Κυρίω, εμπειρία σας. Ότι σάς συγκίνησε, πέφτοντας στήν αντιληψή σας, ότι σάς άφησε «γεύση» τής θείας χάριτος, η οποία βρίσκεται γύρω μας, μέσα μας, παντού καί μάς ενώνει μέ τόν Λόγο τής υπάρξεώς μας. Κάτι πού σάς άνοιξε τήν «πόρτα», πού σάς ελευθέρωσε τήν οδό, πού σάς γλύκανε τήν καρδιά, πού σάς ένωσε μέ τόν αδελφό σας, πού σάς πλήρωσε τήν έλλειψη, πού σάς απήλαξε απ\' τό πλεόνασμα, πού σάς έφερε σέ περίσκεψη, στοχασμό, κατάνυξη, πού σάς έκανε νά θαυμάσετε τό καθημερινό θαύμα τού Θεού...τό καθημερινά αιώνιο! Τό Χαριτωμένο!
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

Iaspis

Μετά τήν Θεία Λειτουργία τής Πεντηκοστής,....καφές καί πλούσιος μπουφές μέ λιχουδιές φτιαγμένες στό χέρι από νοικοκυρές πού συναγωνίζονται, όχι στό ποιά μαγειρεύει καλύτερα, αλλά ποιανού τόπου  ή χωριού, η παραδοσιακή μαγειρική είναι η καλύτερη. Από τήν Κρήτη ως τό Διδυμότειχο, σέ κάθε μήκος καί πλάτος....Τριγυρίζουν στήν σάλα μέ τίς πιατέλες τους... καί πού νά τολμήσεις νά μήν πάρεις «κι απ\' τά δικά μας». Κινδυνεύεις!
Πώς αλλάζει ο άνθρωπος στόν οίκο τού Θεού, καί από καθημερινή απρόσωπη μονάδα, από επάρατος αριθμός, γίνεται ο....ρυθμός πού ενώνει όλες τίς αντιθέσεις καί φτιάχνει αρμονία από στιγμή καί αιωνιότητα!

Νά λοιπόν τί άκουσα στήν σάλα αυτήν τήν Κυριακή:
Μία ιδιαιτέρως μικροκαμωμένη γυναίκα, σύζυγος,νοικοκυρά, μητέρα 2 αγοριών, τεντώνεται στίς μύτες τών ποδιών της προσπαθώντας νά τοποθετήσει έναν δίσκο-από τά σταφιδόψωμα πού μόλις μοίρασε- σέ ένα ντουλαπάκι προσιτό γιά κάποιον πού έχει ένα μέσο ύψος...Όμως εκείνη ζορίζεται λιγάκι....καί σάν νά μήν φθάνει αυτό, πετάγεται από τό παρακείμενο τραπέζι ανήρ ζωηρός-επίσης ιδιαιτέρως μικροκαμωμένος- καί λέει:
«\'Αχ βρέ Χρυσάνθη, τόσο λίγο ακόμα ύψος μάς λείπει γιά νά φθάσουμε νά αγγίξουμε καί τόν Θεό!», ανοίγωντας 5 περίπου πόντους μεταξύ τού αντίχειρα καί τού δείκτη τού δεξιού του χεριού....
Προτού όμως καλά καλά τελειώσει τήν φράση του, πετάγεται από τό απέναντι τραπεζάκι, χαριτωμένο γιαγιουλάκι 86 ετών καί τού λέει πολύ σοβαρά:
 «Αααα! μήν λές έτσι γιατί αυτό πού τού λείπει τού καθενός, είναι καί τό όφελός του»! Αυθόρμητη σιωπή επικράτησε, καί όλοι οι τριγύρω κοίταξαν μέ απορία καί θαυμασμό τήν γιαγιούλα.
Καί εκείνη, χωρίς νά σκεφθεί συνέχισε λύνοντας κάθε απορία:
«Άν δέν μάς έλειπε καί κάτι, δέν θά παρακαλούσαμε τόν Θεό γιά τίποτα! Ποιό τό όφελος λοιπόν;»
Σωστά, σωστά, είπαν οι παράπλευρες γιαγιούλες, χωρίς νά σκεφθούν καθόλου!
Εόρταζε η ενορία τής τού Θεού Σοφίας καί η Χάρις τού Αγίου Πνεύματος ήταν προσκεκλημένη στήν εορτή!

Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

Iaspis

Παρέα φίλων συζητά καί αλλάζει απόψεις γιά... τά πνευματικά· γιά τήν πίστη, τήν αγάπη, τήν εκκλησία, τόν Θεό, τήν προσευχή, αλλά καί γιά τά πάθη, τήν αμαρτία, τήν εξορία, τόν διάβολο, τόν θάνατο.... τό κάθε τι αρχικά ξεχωριστά, κι όλα μαζί μετά... Μέ μία νοητική βουλιμία νά προσπαθεί μονίμως ο ανήσυχος, υπερκινητικός νούς τού  έλληνα νά τά χωρέση όλα σέ μία μόνον φράση αν γίνεται, σέ μιά μόνον λέξη, ακόμη πιό καλά! Νά μήν αφήση τίποτα απ\' έξω....νά καταργήσει, μάλλον, ότι επιμένει νά μένει «έξω», νά τά χωρέση όλα κι ας ξέρει πώς «όλα» δέν μπορεί νά τά συλλάβει...Γι αυτό αγριεύει ακόμη περισσότερο καί εκτείθεται καί τά μπερδεύει επίτηδες αφού δέν τά κατανοεί, διασκεδάζοντας  έτσι τήν απόγνωσή του, καί περιγελώντας τόν χαμό του, πού  ξέρει πώς είναι ανύπαρκτος....Δέν μπορείς νά τόν «πάρεις» στ\' αλήθεια στά σοβαρά, μά δέν τόν νοιάζει, γιατί δέν τόν εκθέτεις πιό πολύ απ\' όσο ο ίδιος εκθέτει τόν εαυτό του μέ τήν υπέρβολή του....πού είναι η πιό βαθειά του γνώση! Αυτή η υπερβολή τόν ομοιώνει μέ τόν Θεό του...κι ας μήν μπορεί νά τήν κατευθύνει πάντα στό αγαθό!

Εκεί λοιπόν στή παρέα ακούγεται λόγος, ανθρώπου πού λέει πώς είναι αγράμματος, καί πώς δέν γνωρίζει τί γράφουν οι γραφές καί τά βιβλία...παρ\' όλα αυτά αρχίζει τόν λόγο κάπως επιβλητικά, σάν νά θέλει νά καταργήσει, όλα όσα-ακατανόητα γι αυτόν- ειπώθηκαν προηγουμένως...
«Εγώ δυό προσευχούλες μόνον ξέρω παιδιά, καί δέν τίς αλλάζω μέ όλη τήν σοφία όλου τού κόσμου»
Υπομονή καί κατανόηση.... γιά νά εκφραστεί κι αυτός πού λέει πώς γνωρίζει όλη τήν σοφία τού κόσμου!
«Όταν κάνουμε λάθος, συγγνώμη δέν παρακαλούμε;» λέει!
Τά κεφάλια έγνεψαν στόν παλμό τής συμφωνίας...
«Όταν μάς συγχωρούν καί μάς ανταποδίδουν, ...ευχαριστώ δέν λέμε;» συνεχίζει!
Ποιός μπορεί νά διαφωνήσει; Όλοι οι άνθρωποι παντού, λέγουν πολλές φορές  συγγνώμη αναγνωρίζοντας τό λάθος, καί ευχαριστούν ή παρακαλούν, γιά κάτι τι ή κάποιον, κάθε μέρα!

Καί ολοκληρώνοντας...
«Νά καί οι προσευχές μου: Η μία είναι...συγχώραμε Θεέ μου....καί η άλλη...ευχαριστώ Θεέ μου....!»

Πόσο προσεύχεται στήν ζωή του ο άνθρωπος χωρίς νά τό γνωρίζει! Καιρός δέν είναι....νά τό μάθει; Γιά τήν πρόοδο του...
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

Iaspis

Μετά τήν πρωτοχρονιάτικη  Θεία Λειτουργία τού Μ. Βασιλείου, οι λιγοστοί ενορίτες παίρνουν τόν καφέ τους, όπως πάντα στήν σάλα! Σχετική ησυχία, λείπουν οι οικογένειες κυρίως, καί μαζί καί τά παιδάκια.... Προφανώς ο κόσμος κοιμήθηκε αργά (ίσως νωρίς τό πρωΐ), καί δέν γίνεται νά ξυπνήση γιά τήν Θ. Λειτουργία. Πάντα έτσι είναι ... μόνο οι συνταξιούχοι ηλικιωμένοι (κυρίως οι γιαγιούλες), καί λιγοστοί ακόμη (κυρίως εργένηδες), σύν τόν πάτερ καί τούς 2 ψάλτες πατέρας καί γιός πού δέν λείπουν ποτέ. Αυτός δέ ο γιός είναι αξιοθαύμαστη περίπτωση, διότι μεγάλωσε πηγαίνοντας στό ελληνικό σχολείο μία φορά τήν εβδομάδα (όπως όλα τά παιδιά 2ης καί πάνω γεννιάς μεταναστών), καί φυσικά η μητρική του γλώσσα είναι μοιραία η 2η του! Τόν καταλαβαίνει φυσικά κάποιος αμέσως από τήν σπαστή ελληνική προφορά του. Όμως όταν ψάλλει τό σπάσιμο στήν προφορά δέν υπάρχει.....Μόνον όταν διαβάζει ή ομιλεί επανέρχεται...

Ο πάτερ  ψάχνει στή σάλα νά βρεί παιδάκι γιά νά τού δώσει σοκολάτα. Λείπουν τά περισσότερα...Πάντως βρίσκει δύο μικρά αδελφάκια πού ήρθαν από τήν ελλάδα μέ τούς γονείς τους γιά...διακοπές.....στήν εκκλησία (;). Όλοι ρωτούν τούς «ξένους» καί από κάτι. Οι μεγαλύτεροι γιά τό από πού κατάγονται (ψάχνοντας «απεγνωσμένα» νά αποδειχθούν συγγενείς...), καί οι νεώτεροι γιά τά τής πατρίδας (κι ας τά ξέρουν καλύτερα από τούς «μέσα»).

Ξαφνικά μπαίνει στήν σάλα από τόν ναό εισερχόμενος ένας άγνωστος ξένος άνδρας μέ έναν σάκκο στήν πλάτη, καί αναζητά τόν εφημέριο. Φαίνεται ταλαιπωρημένος άνθρωπος, λέπτος μέ ελάχιστα δόντια, μάλλον περιθωριακός τύπος! Τού λέει κάποιος νά καθήσει, καί προτού προλάβει τού φέρνουν καφέ καί κέικ. Δείχνει αμήχανος... Τού πιάνουν κουβέντα καί αυτός λέει αμέσως πώς είναι Ρουμάνος καί ότι είναι ορθόδοξος (βγάζει από τόν σάκκο καί μία παλαιά Βίβλο). Τού λέει κάποιος, ότι καλά κάνει καί είναι ορθόδοξος, αλλά εμείς έχουμε φίλους όλους τούς ανθρώπους, ορθοδόξους καί μή, χριστιανούς καί μή! Όλους!
Εκείνος λέει ότι υπάρχουν καί κακοί άνθρωποι πού βασανίζουν τούς συνανθρώπους τους καί χαλάνε τόν κόσμο!
Οι δύο φωτισμένες γριούλες (άνω τών 80 ετών) τόν κοιτούν αμίλητες, μέ τρόπο φωτογραφικό, μάλλον ακτινολογικό. Κανείς δέν καταλαβαίνει εύκολα τί σκέπτονται καί τί παρατηρούν στόν άλλον...Μίγμα συμπόνιας γιά τόν ταλαίπωρο άνθρωπο, μά καί απορροίας γιά τό τί συμβαίνει σέ αυτόν. Ακόμη καί μία κάποια «γεροντική» δυσπιστία, στό βλέμμα τής αμίλητης γιαγιάς πού κάνει πάντα καί σέ ανύποπτο χρόνο τόν Σταυρό της, ψιθυρίζοντας «Παναγία μου»!
Τελικά έρχεται ο πάτερ καί τού λέει «μέ ζητήσατε;»
Εκείνος απαντά ότι έχει νά φάει 2 μέρες, καί ότι κοιμάται σέ σταθμούς καί αεροδρόμια.
Ο πάτερ τού λέει: «πάρακατω...»!
Εκείνος λέει ότι εχθές τό βράδυ κτύπησε τήν πόρτα μίας άλλης εκκλησίας, καί ζήτησε φαγητό αλλά δέν τού έδωσαν, καί ότι τόν έδιωξαν απειλώντας τον ότι θά φέρουν τήν αστυνομία!
Ο πάτερ τού λέει: «Τί θέλετε από μένα; Φαγητό, χρήματα; Πέστε μου...Τά υπόλοιπα αφήστε τα παρακαλώ»
Τότε εκείνος είπε μία ιστορία λίγο αλλιώτικη από αυτές πού λένε οι άνθρωποι πού ζητούν χρήματα από συμπόνια..

«Πάτερ» λέει «πρίν από 4 μήνες βγήκα από τήν φυλακή, όπου ήμουν 19 χρόνια επειδή σκότωσα 2 ανθρώπους, καί καταδικάστηκα γι αυτό. Ψάχνω γιά βοήθεια, όμως οι πολλοί άνθρωποι είναι αδιάφοροι καί κακοί, καί δέν συγχωρούν...»
«Δέν σέ ξέρω» τού λέει ο πάτερ «όμως θά σέ βοηθήσω δίνοντάς σου μερικά χρήματα. Είναι εντάξει αυτό γιά σένα;»
«Μέ ξέρει ο Θεός!» λέει εκείνος «Τήν Βίβλο τήν κρατούσα αγκαλιά στήν φυλακή, γιά νά μήν τής κόψουν τά φύλλα...γιά τσιγαρόχαρτα! Καί ο παπάς εχθές δέν μού έδωσε ούτε ένα πιάτο..Όχι χρήματα....φαγητό τού ζήτησα, καί μέ έδιωξε!»
«Καλώς » τού λέει ο πάτερ «περίμενε.», καί πήγε νά τού φέρη ένα φάκελλο μέ τά χρήματα.
Εκείνος συνέχισε νά λέει πόσο τόν έχουν βασανίσει μερικοί άνθρωποι, καί ότι πολλοί λένε πώς πιστεύουν στόν Χριστό, όμως είναι κακοί καί αμετανόητοι!

Καί τότε.....πετάγεται η γριούλα 86 ετών, πού μέχρι τότε τόν κοίταγε μέ τόν τρόπο της, κουνώντας ελαφρά (όπως πάντα) τήν  μασέλα της, καί τού λέει: « Μήν λές, παιδί μου, ότι οι άνθρωποι είναι κακοί. Είναι αμαρτία!»
«Όχι όλοι γιαγιά» τής λέει εκείνος «μερικοί όμως είναι κακοί!»
«Όχι, παιδί μου, δέν είναι κακοί οι άνθρωποι, μήν τό λές έτσι, αμαρτάνεις!»
«Καί τί γιαγιά, όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί;»
«Ναί παιδί μου, οι άνθρωποι είναι εικόνα τού Θεού καί είναι καλοί όλοι! Όλοι μά όλοι, καί αυτοί πού είναι στήν φυλακή, καί οι κλέφτες, καί οι δολοφόνοι, όλοι παιδί μου οι άνθρωποι είναι καλοί, μόνο πού έχουν κακές στιγμές, όπου χάνουν τόν Θεό από τά μάτια τους! Έχει ο Θεός όμως γιά όλους, μήν απογοητεύεσαι!»

Ο πάτερ έφερε έναν φάκελο καί τόν έδωσε στόν «ξένο». Εκείνος βοήθησε νά ανεβάσουμε τίς καρέκλες στά τραπέζια γιά νά καθαριστεί η σάλα. Τού είπαν πώς δέν είναι ανάγκη, πώς είμαστε αρκετοί, καί δέν χρειαζόμαστε βοήθεια....Εκείνος είπε: «Τόν Χριστό βοήθησα!», πήρε τόν σάκκο του, καί μία σακούλα μέ φαγητά πού τού έδωσαν οι Κυρίες, ευχαρίστησε καί έφυγε!
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

staboz

Ἀπολαυστικὸ καὶ διδακτικότατο!
Ἀπὸ τὰ πολὺ ὡραῖα ποὺ ἔχουμε ἀκούσει...
Ρωμ. ε΄6-10

Iaspis

[font size=4]Η κοπή τής Βασιλόπητας[/fonts]

Τό Κυριακό γεμάτο μετά τή Θ. Λειτουργία. 4 μεγάλες Βασιλόπητες στό τραπέζι, καί οι πιστοί περιμένουν νά γίνη η κοπή, νά ψάλλουν τά κάλλαντα, νά ευχηθούν χρόνια πολλά, νά νιώσουν έξω από τόν χρόνο, αδελφωμένοι κάτω από τήν σκέπη τής Εκκλησίας τού Κυρίου, εκεί πού τό κάθε τι απεκδύεται τό νόημα τού φθαρτού κόσμου, καί σκεπάζεται απ\' τήν αγάπη τού Χριστού.
Η μεταμόρφωση πού υφίσταται ο άνθρωπος κατά τήν Θ. Λειτουργία είναι ο καθρέφτης τής μυστηριακής ζωής τής Εκκλησίας. Θαρρείς πώς όλοι καί όλα γίνονται ένα...όσο κι άν διαφέρουν στήν καθημερινή ζωή! Μήπως η διαφορά καί η αντίθεση είναι τά τέκνα τού αποχωρισμού;
Μήπως οι άνθρωποι όταν σμίγουν  στό Σώμα τού Χριστού, βλέπουν τήν διαφορά καί τήν αντίθεση νά φθίνουν, νά χάνονται, νά μήν βρίσκουν έδαφος...Κι αυτό τό έδαφος είναι πού χάνεται κάτω από τά πόδια μας, καί εισερχόμαστε στήν συμφωνία πού μέλλει νά τής ομοιάζουμε... Χάνονται τότε τά νοήματα, καί έρχεται η αγάπη νά μάς σκεπάσει!

Ο πάτερ διαβάζει τήν ακολουθία, καί αμέσως μετά κόβει καί μοιράζει τά κομμάτια, αφού πρώτα υπολογίζει νά πάρουν όλοι από ένα κομμάτι...

Κάποιος, συνταξιούχος, τρώγοντας μέ μεγάλες βιαστικές μπουκιές, ακούει νά τόν πειράζουν: «Σιγά βρέ Δημήτρη θά καταπιείς τό φλουρί, έτσι όπως δαγκώνεις». Καί εκείνος: «Μπά! Έχω τέτοια ατυχία από μικρό παιδί σέ τούτη τήν ζωή, πού δέν ελπίζω νά μού τύχει φλουρί... Τρώγω καί περιμένω νά ιδώ σέ ποιόν θά τύχει».
Πόσο ξένοι είμαστε  έξω στόν κόσμο τής φθοράς....

Τά μικρά παιδάκια ψαχουλεύουν βιαστικά τά κομμάτια πού πήραν.. Βιάζονται νά βρούν τό φλουρί. Τό θέλουν τόσο, χωρίς λόγο!
Πόσο διαφέρει η θέληση απ\' τά θελήματά μας...

Η χαριτωμένη γριούλα, δέν τρώει... ίσως δέν έχει όρεξη. «Φάε κυρία Μαρία, ίσως  νά είναι στό δικό σου τό κομμάτι τό φλουρί...» Τής λένε. Καί εκείνη: «Όχι παιδί μου, τί νά τό κάνω εγώ τό φλουρί, άς πάει σέ κάποιον νεότερο. Εγώ έχω τόσες ευλογίες απ\' τόν Θεό....Ας πάει σέ κάποιον νέο...». «Καί τί, άν δέν φάς γιαγιά θά πάει σέ κάποιον νέο;». «Μήν σκιάζεσαι εσύ, θά φάμε αφού βρεθεί...» Απάντησε η διπλανή χαριτωμένη γιαγιά!

Σηκώνω τό κομμάτι μου νά τό δαγκώσω, καί βλέπω από κάτω νά εξέχει τό φλουρί....Τό αφήνω πάλι κάτω διακριτικά...«Παναγία μου, γιατί σέ μένα; τώρα τί θά κάνω;».
Κάποιοι φωνάζουν «Ακόμα νά βρεθεί τό φλουρί; Τρώτε βρέ παιδιά νά δούμε ποιός θά είναι ο τυχερός».

Χάρηκαν όλοι! Όποιος καί νά τό τύχαινε θά χαίρονταν! Όποιος καί νά τό τύχαινε θά μοιραζόταν τήν τύχη μέ τούς άλλους...Ποιούς άλλους δηλαδή;...Στήν Εκκλησία δέν υπάρχουν «άλλοι», υπάρχει μόνον ο Κύριος καί η Χάρη Του!

Ο πάτερ είπε: «Άς ψάλλουμε τέλος, τά κάλλαντα όλοι μαζί. Παρακαλώ, νά ψάλλουμε όλοι τά ίδια κάλλαντα, καί όχι ο καθένας τά κάλλαντα τού τόπου του!
«Α! όχι πάτερ εμείς στή Ήπειρο........», άρχισαν οι πρώτες διαφωνίες νά εμφανίζονται...
Καί τού χρόνου!
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

Iaspis

Ὁ Παναγιώτης, οἰκογενειάρχης πατέρας καὶ παππούς, δούλεψε μετανάστης στὴν εὐρώπη καὶ λίγο πρὶν τὴν σύνταξη ἔπαθε μηνίσκο στὸ δεξί γόνατο καὶ ὑποβλήθηκε σὲ δύο ἐγχειρήσεις. Μετὰ τὴν περιπέτειὰ του ἔκανε παράπονα συνέχεια ὅτι πονάει. «Τὶ κάνεις Παναγιώτη;» τοῦ ἔλεγαν, καὶ αὐτὸς ...«πονάω, κουτσαίνω, δὲν λέει νὰ μὲ ἀφήσει». Πέρναγε ὁ καιρὸς καὶ ὅλοι τοῦ λέγανε νὰ κάνει ὑπομονὴ καὶ θὰ  περάση. Αὐτὸς ὅμως ἔλεγε: «Τὶ θὰ περάση; Ἄστα, εἶναι νὰ μὴν πάθει ὁ ἄνθρωπος...».
Τὴν Κυριακὴ, μετὰ τὴ λειτουργία τὸν ρωτᾶ κάποιος: «Τὶ γίνεται Παναγιώτη, καλύτερα;»
-«Μπά, ὄχι», λέει ἐκεῖνος, «πονάω».
-«Καὶ γιατὶ δὲν τὸ λές στὸν γιατρὸ νὰ κάνει κάτι;»
-«Τοὺς τὸ λέω...»
-«Καὶ τὶ λένε;»
-«Μοῦ ἔκλεισε ραντεβοῦ μὲ τὸν ψυχολόγο, γιὰ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸ πρόβλημα μου».
-«Τὶ λές βρὲ Παναγιώτη! Πές του νὰ ἔρθη ἀπό τὸ συνεργεῖο μου, νὰ τοῦ ἀλλάξω λάδια μπὰς καὶ συνέλθη!» Τοῦ εἶπε ἕνας φίλος του μηχανικὸς.
-«Ὄχι, μὴ τὸ λὲς...σωστὰ σκέφτονται, ψυχολογικὸ εἶναι, ἄσχετα ποὺ..... δὲν θὰ μἐ βοηθήσει ὁ ψυχολόγος....»
-«Κι ἐγὼ σωστᾶ σκέφτομαι Παναγιώτη μου! Γιὰ ὅλους λιγοστεύει τὸ λαδάκι στὸ καντήλι....  Μπορεῖ ὅμως νὰ μᾶς βοηθήση ὁ μηχανικὸς; ....Δὲν μπορεῖ !»
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

Iaspis

Quote[font size=4]Μία συγκινητική ιστορία ενός ηλικιωμένου ανθρώπου[/fonts]

Ήταν πρωί, περίπου 8:30, όταν ένας ηλικιωμένος περίπου 80 χρονών, με ράμματα στον αντίχειρά του, έφτασε στο νοσοκομείο . Είπε ότι ήταν βιαστικός, και ότι είχε ένα άλλο ραντεβού στις 9:00.

Η νοσοκόμα που τον ανέλαβε τον έβαλε να καθίσει κάπου, γνωρίζοντας ότι θα έπαιρνε πάνω από μια ώρα για να τον δει κάποιος γιατρός.

Τον είδε να κοιτάει επίμονα το ρολόι του και επειδή δεν ήταν και πολύ απασχολημένη αποφάσισε να δει τη πληγή του. Αφού το εξέτασε προσεκτικά, είδε ότι η πληγή στον αντίχειρα είχε επουλωθεί και έτσι μίλησε με τους γιατρούς για να αφαιρέσουν τα ράμματα.

Ενώ του φρόντιζε τα ράμματα, τον ρώτησε αν είχε άλλο ραντεβού με γιατρό σήμερα. Ο ηλικιωμένος είπε πως δεν είχε ραντεβού με γιατρό

αλλά έπρεπε να πάει στο γηροκομείο για να φάει πρωινό με τη σύζυγό του. Η νοσοκόμα τον ρώτησε πως πήγαινε από θέμα υγείας η σύζυγός του...

Ο ηλικιωμένος απάντησε ότι η γυναίκα του ήταν θύμα της νόσου Alzheimer. Της είπε ακόμα ότι η γυναίκα του δεν ήξερε ποιος ήταν και ότι δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει τα τελευταία 5 χρόνια.

Η νοσοκόμα έμεινε έκπληκτη, και τον ρώτησε,

«Και γιατί συνεχίζεις και πας κάθε πρωί, αφού δεν ξέρει ποιος είσαι;»

Ο ηλικιωμένος χαμογέλασε, χάιδεψε το χέρι της νοσοκόμας και είπε:

«Δεν με γνωρίζει, αλλά εγώ εξακολουθώ να ξέρω ποια είναι.»
Πηγή: http://antikleidi.wordpress.com/2012/03/16/oldman/#more-17669
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)

staboz

[font size=3]Τί ὡραῖο...![/fonts]
Ρωμ. ε΄6-10

Ξένια

Οι δυσκολίες της ζωής αντιμετωπίζονται με τρείς τρόπους: την ελπίδα, το όνειρο και το χιούμορ. (Καντ Ι.)

Iaspis

Ἕνας μικρὸς  μαθητὴς ξεχώριζε γιὰ τὴν εὐκολία ποὺ εἶχε στὸ νὰ μαθαίνει γρήγορα καὶ σωστὰ ὅσα ἐδίδασκαν οἱ δάκαλοι στὸ σχολεῖο. Μάλιστα ξεχώρισε τόσο πολὺ ποὺ τον πῆγαν ἀπό τὴν 1η τάξη στὴν 3η καὶ μετὰ κατευθείαν στὴ 5η, καὶ τὸν πριμοδότησαν μὲ ἕνα σωρὸ ὑποτροφίες γιὰ τὶς σπουδὲς του. Ὅλοι οἱ συμμαθητὲς του λένε ἀπερίφραστα ὅτι «αὐτὸς τὰ ξέρει πάντα ὅλα». Οἱ γονείς του εἶναι πολὺ ταπεινοὶ καὶ εὐγενικοὶ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν τοὺς ρωτοῦν γιὰ τὶς ἐπιδόσεις τοῦ παιδιοῦ λένε ὅτι δὲν ξέρουν ἀπὸ ποὺ μπορεῖ νὰ προέρχεται ἡ ἰκανότητά του. Εἶναι τόσο ἐντυπωσιακὴ ἡ ταχύτητα μὲ τὴν ὁποῖα μαθαίνει, ποὺ ἀρκεῖ νὰ ἀκούσει κάτι μία μόνο φορὰ καὶ δὲν τὸ ξεχνᾶ ποτὲ. Ὁ χαρακτήρας του εἶναι συνεσταλμένος καὶ δείχνει νὰ μὴν τὸν ἐντυπωσιάζουν οἱ θετικὲς γνῶμες τῶν δασκάλων του. Εἶναι πολὺ μετρημένος στὶς ἐκδηλώσεις του καὶ δείχνει μία πρωτοφανή ὡριμότητα στὰ πάντα.
Κάποιος λοιπὸν ἀπό τοὺς δασκάλους του τὸν ρώτησε πρόσφατα πῶς καὶ μαθαίνει τὸσο εὔκολα; Καὶ ἐκεῖνος εἶπε τὸ ἐξῆς καταπληκτικὸ μὲ ἀφελὴ μάλιστα τρόπο: «Δὲν ξέρω...ἐγὼ στὸ σχολεῖο εἶμαι καλὸς γιατὶ ὅταν μαθαίνουμε κάτι αἰσθάνομαι ὅτι τὸ ἤξερα ἀπὸ πάντα καὶ ὅτι τώρα τὸ ξαναθυμήθηκα. Καὶ μετὰ μοῦ μένει καὶ δὲν τὸ ξεχνῶ πιά ποτέ»!

Καταπληκτικό!
Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. (Πραξ. δ\', 32-33)