News:

Η Συνευωχία ξανά στο Διαδίκτυο

Main Menu

Παρουσίαση βιβλίου.

Started by filotheos, 29 December, 2010, 03:17:25 PM

Previous topic - Next topic

filotheos

Τό βιβλίο τού Σεβασμιωτάτου Nαυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ θά παρουσιασθή σέ ειδική εκδήλωση πού θά γίνη στήν Στοά Βιβλίου στήν Αθήνα, τήν Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011, 7 μ.μ.

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=4]
Τετάρτη 19 Ιανουαρίου
Ώρα 19.00
Στοά του βιβλίου-Αίθουσα Λόγου
   
\"Εμπειρική  Δογματική της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας  κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη\"
Παρουσίαση  των δύο τόμων του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου, κ. Ιεροθέου

Ομιλητές:  Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών,
Πρωτοπρεσβύτερος π. Στέφανος  Αβραμίδης
Λάμπρος Σιάσιος, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Ιερά Μητρόπολη Θηβών και Λεβαδείας,
Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου.
[/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=5]                   Η παρουσίαση τής «Εμπειρικής Δογματικής» στήν Αθήνα

                    ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ Π. ΙΩΑΝΝΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ


[/fonts][/fontf]



[font face=Garamond][font size=4] Πραγματοποιήθηκε τήν Τετάρτη 19 Ιανουαρίου ε.έ. στήν Στοά τού Βιβλίου στήν Αθήνα η παρουσίαση τού δίτομου έργου τού Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου «Εμπειρική Δογματική, τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, κατά τίς προφορικές παραδόσεις τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη». Τήν εκδήλωση-παρουσίαση διοργάνωσε η εκδότρια Ιερά Μονή Γενεθλίου Θεοτόκου – Πελαγίας τής Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών καί Λεβαδείας.

Όπως είπε καί η Γερόντισσα Σιλουανή προλογίζοντας τήν εκδήλωση, «μέχρι τώρα δέν έχει γίνει στήν Ελλάδα παρουσίαση κανενός βιβλίου τού Σεβασμιωτάτου, όμως θεωρήθηκε αναγκαία αυτή η παρουσίαση τού δίτομου έργου του \"Εμπειρική Δογματική κατά τίς προφορικές παραδόσεις τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη\", γιά νά προβληθή καί νά τιμηθή η προσωπικότητα τού αειμνήστου πρωτοπρεσβυτέρου καί πανεπιστημιακού καθηγητού, π. Ιωάννου, μέ τήν ευκαιρία μάλιστα τής δεκαετίας από τήν κοίμησή του» (1-11-2001).

Τήν εκδήλωση τίμησε μέ τήν παρουσία του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών καί Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, Αρχιερείς, μεταξύ τών οποίων ο Σεβ. Μητροπολίτης Θηβών καί Λεβαδείας κ. Γεώργιος, υπό τήν δικαιοδοσία τού οποίου βρίσκεται η Ιερά Μονή, Καθηγητές Πανεπιστημίου, Ιερείς καί λαϊκοί πού γέμισαν τήν διπλή αίθουσα παρουσιάσεων τής Στοάς τού Βιβλίου.

Αξίζει νά σημειωθή καί η παρουσία ορισμένων προσώπων, πέρα από τούς εισηγητές, πού συνδέονταν ιδιαιτέρως μέ τόν π. Ιωάννη, όπως η αδελφή του κ. Παρθενία Ρωμανίδου – Ott, η οποία ταξίδευσε από τήν Νέα Ζηλανδία γιά νά συμμετάσχη στήν εκδήλωση, ο κ. Αθανάσιος Σακαρέλλος, μαθητής τού π. Ιωάννου, στό Γραφείο τού οποίου παρέδιδε μαθήματα θεολογίας καί ιστορίας πρίν καί μετά τήν συνταξιοδότησή του καί ο οποίος διέσωσε μαγνητοφωνημένες πολλές ομιλίες του κ.ά.

Οι δόκιμοι καί έγκριτοι εισηγητές πού παρουσίασαν τό βιβλίο καί μίλησαν γιά τόν συγγραφέα καί γιά τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη ήταν ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος καί Ομότιμος Καθηγητής τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Αθηνών π. Γεώργιος Μεταλληνός, ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος καί Γραμματέας τής Συνοδικής Επιτροπής επί τών Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικών Σχέσεων, π. Στέφανος Αβραμίδης καί ο Καθηγητής τής Θεολογικής Σχολής τού Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Λάμπρος Σιάσος.

Η εκδήλωση άρχισε μέ τόν σύντομο πρόλογο από τήν Γερόντισσα τής εκδότριας Ιεράς Μονής μοναχή Σιλουανή καί μέ τούς χαιρετισμούς από τόν Μακαριώτατο κ. Ιερώνυμο καί τήν αδελφή τού π. Ιωάννου, κ. Παρθενία. Ακολούθησε η παρουσίαση τού έργου από τούς τρείς εισηγητές καί τέλος μίλησε ο Σεβασμιώτατος συγγραφέας κ. Ιερόθεος. Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός κλείνοντας τήν όλη εκδήλωση ευχαρίστησε τόν Σεβασμιώτατο γιά όλα καί ανήγγειλε τό ευχάριστο γεγονός τής έναρξης μεταφράσεως τών έργων τού π. Ιωάννη σέ γλώσσες τών ανατολικών ορθοδόξων, από τίς οποίες ήταν «αποκλεισμένος από ένα αόρατο χέρι».

Η εκδήλωση έκλεισε μέ τήν προβολή σχετικού οπτικοακουστικού υλικού καί ακούσθηκε η φωνή τού π. Ιωάννου νά παραδίδη τά θεολογικά μαθήματα.

Στό τεύχος αυτό μπορεί ο αναγνώστης νά διαβάση όλους τούς λόγους, χαιρετισμούς καί εισηγήσεις πού ακούσθηκαν. Κλείνοντας τήν σύντομη αυτή αναφορά, θά θυμηθούμε τά λόγια τού π. Γεωργίου Μεταλληνού: «Άν τό πέρασμα τού μακαριστού π. Ιωάννη Ρωμανίδη από τήν ελληνική πραγματικότητα υπήρξε σεισμός αναστάσιμος, πού μάς έβγαλε από τήν θεολογικοεκκλησιαστική βαβυλώνεια αιχμαλωσία μας, τό ίδιο ισχύει καί γιά τό δίτομο έργο τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου γιά τήν θεολογία τού π. Ιωάννη».
[/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=4]  ΕΚΦΡΑΣΗ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
     
  ΤΟΥ ΜΑΚ. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ Κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ




 

Σεβασμιώτατοι άγιοι Αρχιερείς,

Ελλογιμώτατοι κ. Καθηγηταί,

Αγαπητοί αδελφοί,

Πατέρες,

Προλαμβάνω νά πάρω τόν λόγο. Θά ήθελα νά μιλήσω στό τέλος γιά νά ακούσω τίς ωραίες εισηγήσεις καί τήν εμβάθυνση στά θέματα αυτά τού πατρός Ιωάννου Ρωμανίδου, μάλιστα επεξεργασμένα από πολύ δυνατά χέρια καί δυνατό μυαλό, αλλά λόγοι υπηρεσιακοί μέ υποχρεώνουν οχτώ παρά τέταρτο νά φύγω από τόν χώρο αυτό γιά νά βρεθώ σέ άλλον χώρο.

Πράγματι νιώθω πολύ συγκινημένος απόψε καί θά'θελα νά υπογραμμίσω γιά ποιούς λόγους. Όπως είπε η Γερόντισσα Σιλουανή, μπροστά από αρκετά χρόνια ο Θεός έφερε τήν ευλογία τήν ιδιαίτερη νά συναντηθούμε μετά τήν γνωριμία καί τήν συνεργασία μέ τόν τότε Ιεροκήρυκά μας, Πνευματικό μας καί τώρα Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο, νά γνωρισθούμε καί η Αδελφότης νά εγκατασταθή σέ ένα ερειπωμένο, γκρεμισμένο μοναστήρι στήν περιοχή τού Ακραιφνίου. Η αγάπη τού Σεβασμιωτάτου καί Πνευματικού των Πατρός, η εργατικότητα τών μοναχών, η συστηματική εμμονή τους στά καθήκοντα τά μοναχικά καί πνευματικά συνετέλεσε ώστε νά δημιουργηθή ένας δυνατός δεσμός πνευματικός καί συνεργασίας επί πολλά χρόνια. Αυτή η πορεία τού μοναστηριού συνεχίζεται καί τώρα κάτω από τήν σκιά, τήν καθοδήγηση τού Σεβασμιωτάτου, διαδόχου μου Μητροπολίτου, τού κ. Γεωργίου, καί πάντοτε υπό τό βλέμμα καί τήν καθοδήγηση τού Πνευματικού Πατρός, τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου.

Ο δεύτερος λόγος πού μέ κάνει νά είμαι συγκινημένος είναι αυτή η χαρά καί ικανοποίηση πού νιώθω κάθε φορά, όταν βλέπω ένα έργο τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ιεροθέου μέ πάντοτε τό ερώτημά μου: \"Πότε τά προλαβαίνει όλα αυτά τά πράγματα; Πότε προλαβαίνει νά είναι πανταχού παρών σέ όλες τίς εκδηλώσεις, νά δίνη λόγο σέ κάθε θέμα, νά ανταποκρίνεται σέ δημοσιεύματα καί νά μάς προλαμβάνη όλους σέ εκπλήξεις, όπως αυτό τό βιβλίο;\".

Ο τρίτος λόγος είναι ότι είχα γνωρίσει κι εγώ τήν προσωπικότητα τού μακαριστού π. Ιωάννου Ρωμανίδου, είχαμε κάνει πάρα πολλές συζητήσεις, άν καί τά θέματα τού δικού του ενδιαφέροντος από τού δικού μου ενδιαφέροντος ήταν διαφορετικά, αλλά εύρισκε κανείς πάρα πολλά σημεία στά οποία μπορούσε νά συζητάη επί πολλές ώρες.

Επίσης είμαι πολύ χαρούμενος, δέν ξέρω άν προλάβω νά ακούσω όλους τούς εισηγητάς, αλλά είναι εκλεκτοί εργάτες τού Ευαγγελίου, τής διακονίας τής θεολογικής, αγαπητοί αδελφοί, καί όλα αυτά σέ μιά εποχή δύσκολη, σέ μιά εποχή συγχύσεως, σέ μιά εποχή πού όλοι μας ποσπαθούμε νά βρούμε τά σταθερά σημεία πάνω στά οποία θά πατήσουμε γιά νά μπορέσουμε νά ξεπεράσουμε τίς δυσκολίες.

Πιστεύω πώς, όταν έχουμε τέτοιους καθοδηγητάς, είτε καθηγητές στό Πανεπιστήμιο μέ αυτό τό πνεύμα είτε σεβαστούς Ιεράρχες τής Εκκλησίας μας είτε μελετητές αυτών τών έργων καί παρουσιαστές, νομίζω αυτά είναι ιδιαίτερα τά αντισώματα σέ αυτήν τήν εποχή πού θά μάς βοηθήσουν νά αντιμετωπίσουμε τίς πολλές ασθένειες καί νά βρούμε τόν δρόμο πού μάς χρειάζεται.

Σάς ευχαριστούμε πάρα πολύ Σεβασμιώτατε, Άγιε Ναυπάκτου, καί ευχόμαστε μέσα από τήν καρδιά μας ο Θεός νά σάς δίνη πολλή δύναμη, υπομονές –όχι υπομονή– δύναμη, ώστε τό έργο σας τό καρποφόρο νά είναι γιά μάς μιά αισιοδοξία, μιά ελπίδα σέ έναν δύσκολο δρόμο.

Ευχαριστώ.

[/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=5]
Ο αδελφός μου Ιωάννης

Χαιρετισμός κ. Παρθενίας Ρωμανίδη-Ott
[/fonts][/fontf]



[font face=Garamond][font size=4]Παρουσιάστρια: Ευθυμία Μαυρομιχάλη

Είναι μεγάλη μας τιμή καί χαρά νά έχουμε απόψε κοντά μας ένα από τά πιό αγαπημένα πρόσωπα τού π. Ιωάννου Ρωμανίδου, τήν αδελφή του κυρία Παρθενία Ρωμανίδη-Όττ. Η κ. Παρθενία ανέλαβε ένα μακρύ καί κοπιαστικό ταξίδι είκοσι δύο καί πλέον ωρών, από τήν Νέα Ζηλανδία μέχρι τήν Αθήνα, γιά νά είναι σήμερα εδώ. Τήν ευχαριστούμε θερμά καί τήν παρακαλούμε νά μάς σκιαγραφήση τήν δική της εικόνα τού πατρός Ιωάννου.

κ. Παρθενία:

Μακαριώτατε,

Πάντα, όταν μέ ρωτούν από πού είμαι, απαντώ ότι είμαι πρόσφυγας από τήν Καππαδοκία, γεννημένη στήν Αμερική καί τώρα ζώ στήν Νέα Ζηλανδία. Στό πρώτο μου ταξίδι στήν Ελλάδα, όταν ήρθα νά επισκεφθώ τόν αδερφό μου πέρασα πολύ χρόνο μαζί του. Όποτε βγαίναμε έξω μέ τούς φίλους του ή μέ τούς συναδέλφους του μέ κοίταζε διακριτικά καί μού έλεγε: \"Μή μιλάς ελληνικά\". Ο λόγος γιά τόν οποίο μού τό έλεγε αυτό ήταν γιατί τά ελληνικά μου ήταν καππαδοκικά ελληνικά, μέ τά οποία μεγάλωσα στό πατρικό μου σπίτι, στό Μανχάταν τής Νέας Υόρκης.

Ο αδελφός μου κι εγώ μεγαλώσαμε σέ ένα σπίτι, όπου οι γονείς μας μιλούσαν τά τουρκικά ως πρώτη τους γλώσσα μεταξύ τους καί χρησιμοποιούσαν τά καππαδοκικά ελληνικά, όταν μιλούσαν σέ μάς. Καί όταν βγαίναμε έξω από τό σπίτι, από τό διαμέρισμά μας στήν Ν. Υόρκη, τότε μπαίναμε σέ έναν κόσμο τών αγγλικών τής Αμερικής.

Όταν ο αδελφός μου έκανε αίτηση γιά νά εγγραφή στήν Θεολογική Σχολή, αυτή πού τώρα είναι γνωστή ως Holly Cross, τού ζήτησαν νά διαβάση λίγα ελληνικά, αλλά αυτό τό έκανε μέ πολύ μεγάλη δυσκολία. Μετά βίας μπορούσε νά διαβάση ελληνικά. Αλλά βέβαια δέν υπήρχε περίπτωση νά αγνοηθούν οι προσευχές τής μητέρας μου, γι\' αυτό καί εγγράφηκε μέ επιτυχία.

Ο αδελφός μου ήταν ευφυής σέ οτιδήποτε αποφάσιζε νά κάνη. Μία από τίς μεγάλες του αδυναμίες ήταν νά πετάη μέ αεροπλάνο. Μέσα σέ χρόνο ρεκόρ μάθαινε νά πετάη διάφορους τύπους αεροπλάνων. Ήταν ένας προικισμένος ποιητής, αθλητής. Έπαιζε αμερικάνικο ποδόσφαιρο, μπέιζ μπόλ, μπάσκετ μπόλ, καί ήταν ένας πρωταθλητής στήν κολύμβηση. Έχω ακόμα τήν μελόντικα τού αδελφού μου μέ τήν οποία μέ πρωτομάθαινε νά παίζω. Έπαιζε σάλπιγγα καί ανήκε σέ μία μουσική μπάντα. Πόσο μού άρεσε νά τόν βλέπω νά παρελαύνη στήν 5η Λεωφόρο, στήν Ν. Υόρκη, κυρίως τήν ημέρα τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας, τήν 25η Μαρτίου.

Είχα πάρα πολύ καλή σχέση μέ τόν αδελφό μου, άν καί ζούσαμε κυριολεκτικά στά αντίθετα άκρα τού κόσμου. Είχαμε διαρκή επικοινωνία μέσω τού τηλεφώνου καί κατά καιρούς βρισκόμασταν κιόλας. Μοιραζόταν μαζί μου τίς ανησυχίες του, σέ σχέση μέ τήν εργασία του καί μέ τούς ανθρώπους. Ανησυχούσε ότι δέ θά μπορούσε νά ολοκληρώση τήν εργασία του.

Είμαι συγκινημένη πού βρίσκομαι ανάμεσα στούς φίλους του καί στούς συναδέλφους του σήμερα εδώ σέ αυτήν τήν πολύ σημαντική στιγμή. Είμαι σίγουρη ότι βρίσκεται μαζί μας απόψε καί ότι θά είναι πολύ ανακουφισμένος πού μιλάω στά αγγλικά.

Σεβασμιώτατε Ιερόθεε,

Σάς ήξερα πολύ καλά πρίν σάς γνωρίσω κάν. Πόσο λυπηρό ήταν πού η πρώτη φορά πού συναντηθήκαμε ήταν στήν κηδεία τού αδελφού μου. Σάς ευχαριστώ θερμά γιά τήν ευγένειά σας, γιατί στηρίζατε πάντα τόν αδελφό μου καί ήσασταν δυναμικά αφοσιωμένος καί πιστός σ\' αυτόν. Ο αδελφός μου μαζί μέ τήν μητέρα μου χαμογελούν καί είναι πολύ χαρούμενοι.

Σεβασμιώτατε σάς χαιρετώ.

 [/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=5]
«Πρό καί Μετά Ρωμανίδη Εποχή»

τού Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνού, Ομοτίμου Καθηγητού Παν/μίου


 [/fonts][/fontf]

[font face=Garamond][font size=4]Άν τό πέρασμα τού μακαριστού π. Ιωάννη Ρωμανίδη από τήν ελληνική πραγματικότητα υπήρξε σεισμός αναστάσιμος, πού μάς έβγαλε από τήν θεολογικοεκκλησιαστική βαβυλώνεια αιχμαλωσία μας, τό ίδιο ισχύει καί γιά τό δίτομο έργο τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου γιά τήν θεολογία τού π. Ιωάννη, τό οποίο έχουμε τήν τιμή σήμερα νά παρουσιάζουμε.

Μέ τό σπουδαίο εγχείρημα του ο Σεβασμιώτατος προσφέρει στό ελληνικό καί ελληνόφωνο αναγνωστικό κοινό τήν πεμπτουσία τής θεολογίας τού μεγίστου τών νεωτέρων δογματολόγων μας, σέ μία έκδοση υποδειγματική καί από πλευράς διατάξεως τού περιεχομένου, αλλά καί εμφανίσεως, πού πληροί όλες τίς προϋποθέσεις σεμνότητος καί καλαισθησίας. Πιστεύω δέ ότι ο Άγιος Ναυπάκτου ήταν ο καταλληλότερος γιά τήν σύνθεση αυτού τού μνημειώδους έργου καί θεολογικά ως ο άριστος συνεχιστής τού π. Ιωάννη καί εκκλησιαστικά ως Ιεράρχης, πού έστω καί ανεπίσημα εκφράζει τήν Ιερά Σύνοδο τής Εκκλησίας μας διακηρυκευόμενος τήν εμπειρική θεολογία τής Ορθοδοξίας, τήν όντως δηλαδή Θεολογία μας. Η φιλόφρων δέ αφιέρωση τού έργου στόν κ. Αθανάσιο Σακαρέλλο καί στήν ταπεινότητά μου δέν μάς περιποιεί μόνο ιδιαίτερη τιμή, αλλά λειτουργεί γιά μάς καί ως υπόμνηση τού χρέους μας απέναντι στόν μακαριστό Διδάσκαλο καί τήν ιερή παρακαταθήκη πού μάς άφησε.

Η έκδοση κυκλοφορείται σέ μιά εποχή κρίσεως -καί δέν εννοώ εδώ τήν οικονομική καί εθνική κρίση, πού καί αυτή έχει τήν σημασία της. Εννοώ τήν πνευματική κρίση, πού διερχόμεθα, καί κυρίως στόν χώρο τής Θεολογίας, όταν μέ ανούσια καί ψυχοφθόρα υποκατάστατα, μέ τά καινοφανή μάλιστα ονόματα \"μεταπατερική θεολογία\" ή \"συναφειακή θεολογία\" -θέματα γιά τά οποία πάλι έχει καταθέσει τήν σοφή καί ακριβοδίκαιη άποψή του ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης- επιδιώκεται κατάφωρα περιθωριοποίηση τής αποστολικοπατερικής θεολογίας μας, μέ σκοπό τήν κατίσχυση τού οικουμενισμού, τής μεγαλύτερης ανά τούς αιώνες αρνήσεως καί αναιρέσεως τής σωζούσης Πίστεώς μας. Θά συμπληρώσω δέ ότι η έκδοση αποτελεί τό ευλαβικότερο μνημόσυνο στόν π. Ιωάννη, τόν μεγάλο διδάσκαλό μας, πρός τόν οποίο στρέφεται πάντοτε μέ ευγνωμοσύνη η σκέψη καί η καρδιά μας.

Επειδή θά ακολουθήσουν σημαντικές αναφορές στό παρουσιαζόμενο έργο καί τό περιεχόμενό του, θά περιορισθώ από τήν διακονική θέση τού συντονιστού, πού τιμητικά μού ανετέθη, στήν σύντομη υπενθύμιση κάποιων εκφράσεων τής ταπεινής αποτιμήσεως εκ μέρους μου τής παρουσίας καί προσφοράς τού π. Ρωμανίδη στόν τόπο μας. Μένω, κατ\' αρχάς, αμετακίνητος στήν πεποίθησή μου ότι μπορεί άνετα νά γίνεται λόγος γιά εποχή \"πρό Ρωμανίδη\" καί \"μετά Ρωμανίδη\" στόν χώρο τής Θεολογίας μας, καί μάλιστα τής πανεπιστημιακής. Διότι αυτός μέ τήν Χάρη τού Θεού καί τήν βαθειά πατερικότητά του, μάς άνοιξε τόν δρόμο τής απελευθερώσεως από τήν σχολαστική αιχμαλωσία μας, οδηγώντας μας καί πάλι στήν εμπειρική θεολόγηση τών Αγίων μας, Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων. Επανέφερε έτσι τήν αληθινή κατανόηση τών όρων θεολογία καί θεολόγος, προσδιορίζοντας συνάμα τό αντικειμενικό περιεχόμενο τών όρων Ανατολή-Δύση, στήν πνευματική τους διάσταση. Συχνά διερωτώμαι, πλήρης ευγνωμοσύνης, τί θά ήμαστε θεολογικά χωρίς τον π. Ρωμανίδη.

Ο π. Ιωάννης εξάλλου ανέτρεψε όλα τά αυτονόητα, τόν ευσεβισμό καί τήν μαγική αντίληψη πού είχαμε γιά τήν Εκκλησία καί τήν αποστολή της στόν κόσμο. Έφερε καί πάλι στήν επιφάνεια τήν άσκηση ως αγιοπνευματική ζωή, τήν ανάγκη τής άκτιστης θείας χάρης καί τόν τρόπο προσλήψεώς της, στά όρια τής συνεργείας μας μέ τόν Θεό. Κυρίως δέ, αποσπώντας μας από τήν διανοητική θεολόγηση, επανασύνδεσε τό δόγμα μέ τήν λατρεία καί αμφότερα αυτά μέ τήν ιστορία, φωτίζοντας μέ τό φώς τής παραδόσεώς μας καί αυτόν τόν ήδη εκδυτικισμένο ακαδημαϊκό χώρο. Ομολογώ δέ ότι θεωρώ αληθινή ευλογία τήν ανάγνωση, στά 1973, τής δακτυλογραφημένης Δογματικής τού π. Ιωάννη, πού μού έστειλε στήν Γερμανία η μακαρίτισσα μητέρα μου. Αμέσως διεπίστωσα ότι ήταν Δογματική άλλου είδους, διαφορετική από τήν Δογματική πού γνωρίσαμε στίς σπουδές μας. Αυτή ήταν η πρώτη γνωριμία μου μέ τόν π. Ιωάννη καί δοξάζω τόν Θεό γι\' αυτό.

Δέν είμαι δέ ο μόνος πού δέχθηκε αυτήν τήν ευεργετική επίδραση τού π. Ιωάννη, ώστε νά θεωρώ τόν εαυτό μου μαθητή του καί νά καυχώμαι εν Χριστώ γι\' αυτό. Σημασία έχει ότι καί ο Σεβασμιώτατος άγιος Ναυπάκτου, ομολογεί τό ίδιο γιά τόν εαυτό του, όπως καί ο λίαν αγαπητός \"συνιωαννίτης\" -κατά τό συλλουκιανιστής- κ. Αθανάσιος Σακαρέλλος. Υπάρχουν μαθηταί του πού θεωρούν τιμή νά τό ομολογούν, αλλά καί κρυφοί μαθηταί του, πού τό αποφεύγουν, αλλά τόν καταλεηλατούν ανομολογήτως. Υπάρχουν όμως καί εκείνοι πού τόν κατηγορούν καί τόν απορρίπτουν, μετέχοντες σέ μιά θλιβερή συνωμοσία εναντίον του, διότι η \"θεολογία\" τους, καθαρά φράγκικη καί οικουμενιστική, ανατρέπεται κυριολεκτικά από τήν θεολογία εκείνου. Αναζητούν δέ συστηματικά λάθη του καί παραλείψεις, πού ως άνθρωπος καί αυτός μπορεί νά έχη, διά νά ακυρώσουν, αντιμαχόμενοι στό πρόσωπο καί τό έργο τού αειμνήστου διδασκάλου μας, τήν ίδια τήν θεολογική παράδοση τών Αγίων μας Πατέρων. Αυτός είναι ο στόχος τους καί όχι ο π. Ιωάννης.

Η έκδοση έχει καί ένα άλλο προσόν. Αποκαλύπτει τόν φυσικό καί άμεσο, τόν άνθρωπο, π. Ιωάννη. Μολονότι καί στό πανεπιστημιακό βήμα ήταν πάντα φυσικός καί αυθόρμητος, στίς εκτός Πανεπιστημίου παραδόσεις-διδαχές του είχε όλη τήν άνεση νά προσφέρη τήν βιωματική θεολογία του \"εν αφελότητι καρδίας\", αποκαλύπτοντας τόν ανθρώπινο καί πατερικό π. Ιωάννη, πού συνεδύαζε τό εκκλησιαστικό βάθος τής σκέψης του μέ τήν απλότητα καί σαφήνεια τής όντως σοφίας, προδίδοντας εμπειρική γνώση τής πατερικής θεολόγησης.

Όσοι γνωρίσαμε από πολύ κοντά τόν π. Ιωάννη είμεθα σέ θέση νά προσυπογράψουμε τόν λόγο γι\' αυτόν τού μακαριστού π. Θεοκλήτου Διονυσιάτη: \"Είναι κυριολεκτικώς καλόγηρος, φερόμενος από τούς Πατέρας καί μέ τήν αγίαν λειτουργικήν ζωήν τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, υμνών τόν Θεόν \"επτάκις τής ημέρας\".

Είη η μνήμη του αιωνία! [/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=5]
Ο διδάσκαλός μου π. Ιωάννης Ρωμανίδης καί ο πνευματικός μου π. Γεώργιος Φλωρόφσκι

τού Πρωτοπρ. π. Στεφάνου Αβραμίδη, Γραμματέως τής Συνοδικής Επιτροπής

επί τών Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικών Σχέσεων

   [/fonts][/fontf]



[font face=Garamond][font size=4]Μέ τήν αποψινή βιβλιοπαρουσίαση τού Αγίου Ναυπάκτου μάς δίνεται η ευκαιρία νά σκιαγραφήσουμε μιά φωτεινή καί εξέχουσα προσωπικότητα πού σημάδεψε τή σύγχρονη Θεολογική σκέψη. Ευχαριστώ τόν Σεβ. Αγιον Ναυπάκτου γιά τήν τιμή πού μού έκανε νά καταθέσω τίς απλές καί ταπεινές σκέψεις καί αναμνήσεις μου γιά τόν αείμνηστο π. Ιωάννη Ρωμανίδη.

Η γνωριμία μου μέ τόν π. Ιωάννη ανάγεται στό έτος 1959, όταν ως τριτοετής φοιτητής τής Θεολογικής Σχολής τού Τιμίου Σταυρού Βοστώνης τόν είχα γιά πρώτη φορά Καθηγητή στό Μάθημα τής Δογματικής.

Η προσωπικότητά του, αλλά καί ο τρόπος τής διδασκαλίας του είχαν τήν δύναμη νά σέ συνεπαίρνουν. Μιλούσε κατά τρόπο απλό καί κατανοητό, μάλιστα οι διαλέξεις του γίνονταν πότε στήν Ελληνική καί πότε στήν Αγγλική γλώσσα, τής οποίας ο παπα Γιάννης ήταν άριστος χειριστής.

Επιπλέον ο π. Ιωάννης ήταν όπως καί γώ Καραμανλής, Καππαδόκης στήν καταγωγή. Αλλά επίσης σάν καί μένα ήταν Ελληνο-αμερικανόπουλο, αφού, άν καί γεννημένος στήν Ελλάδα, σέ ηλικία μόλις 4 μηνών ήρθε στήν Αμερική όπου έζησε, μεγάλωσε καί σπούδασε. Έτσι, ήξερε τήν Αμερικανική νοοτροπία: πώς σκεπτόμασταν εμείς τά παιδιά τών ελλήνων μεταναστών, καί ποιές πενιχρές γνώσεις είχαμε γιά τήν Ορθοδοξία, γνώσεις πού είχαμε αποκομίσει από τά διάφορα διαφωτιστικά φυλλάδια πού κατά καιρούς εξέδιδε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής.

Κύριο γνώρισμα τών φυλλαδίων αυτών ήταν η χρησιμοποίηση Ρ/Καθολικών επιχειρημάτων εναντίον τών Προτεσταντών καί αντιστοίχως Προτεσταντικών επιχειρημάτων εναντίον τών Ρ/Καθολικών, μέ αποτέλεσμα νά δίνεται η εντύπωση ότι εμείς οι Ορθόδοξοι δέν έχουμε μιά σαφή καί ενιαία θεολογική γραμμή, αλλά ότι βρισκόμαστε κάπου στή μέση τών δύο καί ότι η θεολογία μας ρυθμίζεται από τίς ακρότητες τών άλλων.

Πρίν γνωρίσουμε τόν π. Ιωάννη είχαμε τήν αίσθηση ότι δέν υπήρχε καμιά σχέση ανάμεσα σ\' ό,τι έγραφαν αυτά τά εντός εισαγωγικών διαφωτιστικά φυλλάδια, μέ τήν ευσέβεια καί απλοϊκή πνευματικότητα τών γονιών μας, μέ τίς συνεχείς καί αυστηρές νηστείες τους, μέ τίς ατελείωτες προσευχές τους καί μέ τό νά μάς στέλνουν καθημερινά στά σπίτια φτωχών γειτόνων μέ πιάτα φαγητού. Καί μάλιστα αυτή η αίσθηση ενισχύονταν βλέποντας τούς Ρ/Καθολικούς, πού η Λειτουργία τους διαρκούσε μόλις μισή ώρα, πού νήστευαν μόνο τή Παρασκευή καί έτρωγαν τά πάντα εκτός από κρέας. Ακόμη καί ο ζωμός κρέατος επιτρεπόταν αρκεί νά είχε στραγγισθεί ώστε νά μήν υπάρχουν ίχνη κρέατος μέσα. Αντίθετα, σέ μάς οι γονείς μας γιά τις 50 σχεδόν ημέρες τής Μ. Τεσσαρακοστής καί τής Μ. Εβδομάδας ούτε λάδι δέν μάς έδιναν, εκτός από τό Σάββατο καί τήν Κυριακή.

Ο π. Ιωάννης όμως μάς άνοιξε τά μάτια καί καταλάβαμε, ότι αυτός ο ασκητικός τρόπος ζωής τών γονιών μας είχε σκοπό νά μάς διδάξει τήν αγάπη τήν ανιδιοτελή, τήν αγάπη, η οποία ου ζητεί τά εαυτής, καί ότι ο τρόπος αυτός τής ζωής βοηθούσε στό νά επιτύχουμε τήν κάθαρση τών παθών. Συνεπώς η ευσέβεια καί η ευλάβεια τών απλών μας γονιών ήταν στήν πράξη εφαρμοσμένη ορθόδοξη θεραπευτική αγωγή.

Ο π. Ιωάννης μάς έδωσε νά καταλάβουμε, ότι τά δόγματα τής Ορθοδοξίας εκφράζουν μέ τόν καλύτερο --ανθρωπίνως δυνατόν-- τρόπο, τήν αποκαλυπτική εμπειρία τών θεουμένων Πατέρων καί Αγίων τής Εκκλησίας. Τά δόγματα όμως είναι μόνον οδοδείκτες. Όταν ο καθένας, εφ\' όσον ο Θεός τού τό χαρίσει, ζήσει τή δική του Πεντηκοστή, όταν δηλ. τό Πνεύμα τό Άγιο τόν οδηγήσει \"εις πάσαν τήν αλήθειαν\", τότε κατανοεί ότι η εμπειρία υπερέχει τού δόγματος καί ότι ο Θεός ούτε Τριάδα είναι, ούτε Μονάδα, αλλά επέκεινα καί τής Τριάδος καί τής Μονάδος.

Στά πρώτα του μαθήματα, μάς συνέστησε νά διαβάσουμε τή διατριβή του: Τό Προπατορικό Αμάρτημα, ως εισαγωγή στήν Πατερική Θεολογία τής αρχεγόνου Εκκλησίας καί -- άς μή σάς φανεί παράξενο-- μάς έβαλε νά μελετήσουμε όλα τά διάφορα φιλοσοφικά συστήματα --αρχαία καί σύγχρονα -- μέ έμφαση στά φιλοσοφικά συστήματα τού Πλάτωνα, τού Αριστοτέλη καί τού Πλωτίνου. Ο σκοπός του ήταν νά γνωρίσουμε τόν τρόπο σκέψεως τών Ελλήνων καί τή νοοτροπία πού επικρατούσε κατά τήν εποχή πού διατυπώθηκαν τά δόγματα.

Έτσι θά μπορούσαμε νά καταλάβουμε γιατί ορισμένοι αιρετικοί έπεσαν στήν αίρεση επιχειρώντας τήν εφαρμογή ορισμένων φιλοσοφικών κατηγορημάτων σκέψεως στά δόγματα τής Εκκλησίας.

Μετά, γιά νά μπορέσουμε νά καταλάβουμε τή σχολαστική θεολογία, έπρεπε νά γνωρίζουμε καλά τή φιλοσοφία τού Αριστοτέλη, αφού οι σχολαστικοί εφάρμοσαν σχεδόν ολόκληρο τό φιλοσοφικό σύστημα τού Αριστοτέλη στήν θεολογία τους, ταυτίζοντας τό Θεό μέ τό \"πρώτον κινούν ακίνητον\". Οι συνέπειες βεβαίως μάς είναι γνωστές: η διδασκαλία περί κτιστής χάριτος, η ταύτιση ουσίας καί ενεργείας κ. ά.

Στή συνέχεια μάς τόνιζε τή διαφορά μεταξύ τής Πατερικής διδασκαλίας περί δικαιώσεως καί δικαιοσύνης καί εκείνης τών Σχολαστικών. Γιά τούς Πατέρες δικαιοσύνη = ζωοποίησις. \"Εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχητε καί περισσόν έχητε\", ενώ γιά τούς Σχολαστικούς η δικαιοσύνη ήταν μιά υπόθεση δικανική: η ικανοποίηση τής Θείας Δικαιοσύνης, τής οργής ενός σκλήρου καί αδέκαστου Θεού, ο οποίος απαιτούσε μιά άπειρη θυσία γιά τήν ικανοποίηση μιάς προσβολής κατά τής άπειρης Του δικαιοσύνης.

Σ\' όλα αυτά έδινε έμφαση ο π. Ιωάννης διότι ήμασταν Ορθόδοξοι πού στήν Αμερική ζούσαμε μέσα σέ μιά λαοθάλασσα από Ρωμαιοκαθολικούς καί Προτεστάντες, ορισμένοι εκ τών οποίων ήταν επιθετικοί μέ σκοπό νά μάς προσηλυτίσουν στήν πλάνη τους, καί η διδασκαλία τού π. Ιωάννου γινόταν σχεδόν πάντοτε εν αντιδιαστολή πρός τά όσα πίστευαν οι γείτονές μας Λατίνοι καί Προτεστάντες.

Αλλ\' επειδή τό θέμα μου δέν είναι η δογματική διδασκαλία τού π. Ιωάννη, πού άλλωστε τόσο όμορφα καί διεξοδικά αναπτύσσεται στούς δύο τόμους τού Αγίου Ναυπάκτου, άν καί είναι πολύ δύσκολο, νά χωρίσεις τόν άνθρωπο από αυτά πού πιστεύει καί διδάσκει, θά συνοψίσω καί θά περιορίσω τήν περιγραφή τών μαθημάτων του στά εξής:

Γιά νά μάς βοηθήσει νά διακρίνουμε τήν ορθόδοξη διδασκαλία από τή νόθο, μάς δίδασκε τίς εξής θεολογικές αρχές πού διέπουν τήν Πατερική, τήν Ορθόδοξη θεολογία:

1ον: η διάκριση μεταξύ κτιστού καί ακτίστου. Άκτιστος είναι μονάχα ο Θεός, καί άρα μόνον ο Θεός είναι φύσει αθάνατος. Όλα τά άλλα είναι κτιστά καί συνεπώς φύσει θνητά. Ακόμα καί η ψυχή, πού είναι μεν αθάνατη όχι όμως κατά φύσιν αλλά κατά χάριν.

2ον: τό εντελώς διάφορον μεταξύ ακτίστου καί κτιστού, κάτι πού αποκλείει τήν αγαπητή στούς δυτικούς θεολόγους analogia entis, καί

3ον: η διάκριση μεταξύ ουσίας καί ενεργείας.

Έπειτα διδαχθήκαμε τήν θεολογία τού Ιερού Αυγουστίνου, τό πώς αποκλίνει από τήν Ορθόδοξη Πατερική διδασκαλία καί πώς διαμόρφωσε τά διάφορα θεολογικά ρεύματα τής Δύσεως

Μετά ακολούθησε η διδασκαλία περί ασκητικής θεολογίας καί πορείας τού ανθρώπου από τήν κάθαρση μέχρι τή θέωση, μέ έμφαση τών όσων αναφέρουν στά συγγράμματα τους οι Άγιοι Συμεών ο Νέος Θεολόγος καί Γρηγόριος ο Παλαμάς, άλλά καί όσα βλέπουμε στή ζωή τών αγίων. Τέλος μάς δίδασκε περί Συνόδων καί γιά τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεία τής Ορθόδοξου Εκκλησίας.

Έχοντας τόν π. Ιωάννη Καθηγητή επί τέσσαρα συναπτά έτη - διότι η φοίτηση στή Θεολογική Σχολή Βοστώνης διαρκούσε επτά χρόνια - συνδεθήκαμε στενά.

Πρώτα απ\' όλα η αγάπη μου γιά τό μαθημά του. Μετά η κοινή καταγωγή. Τρίτον ο κοινός πνευματικός Πατέρας. Ως γνωστόν, ο π. Ιωάννης είχε σάν Πνευματικόν Πατέρα, διδάσκαλο καί Μέντορα τόν π. Γεώργιο Φλορόφσκυ. Είχα καί γώ τήν ιδιαίτερη ευλογία νά έχω εξομολόγο τόν π. Γεώργιο, ο οποίος δέν ήταν μόνον διακεκριμένος Θεολόγος αλλά καί ένας άγιος κληρικός μέ πολύ ταπείνωση, κατανόηση (κατανόηση όχι καταξίωση) καί πρό παντός μέ πολλή αγάπη. Συχνά τόν π. Γεώργιο τόν επισκεπτόμουν είτε στήν Ρωσική Εκκλησία τής Αγίας Τριάδος στή Βοστώνη είτε στό σπίτι του κοντά στήν πλατεία Harvard, στό Cambridge.

Δυστυχώς δέν ευτύχησα νά έχω τόν π. Γεώργιο Καθηγητή στή Θεολογική Σχολή τής Βοστώνης, διότι κατά τά δύο πρώτα έτη τής φοιτήσεώς μου, ο π. Γεώργιος δίδασκε στίς ανώτερες τάξεις καί όταν τό έτος μου έφτασε σ\' αυτές τίς τάξεις ο π. Γεώργιος είχε αναχωρήσει από τή Σχολή.

Παρά ταύτα, οσάκις μού δινόταν η ευκαιρία, μαζί μέ άλλους συμφοιτητές παρακολουθούσαμε τίς διαλέξεις του, όσες ήταν ανοικτές γιά τό κοινό.

Εκτός από τά πολλά πού αποκόμισα από τίς διαλέξεις καί τά συγγράμματά του, τά οποία διάβασα καί δύο καί τρείς καί αμέτρητες φορές (φυσικά στήν αγγλική γλώσσα), ακόμη περισσότερα αποκόμισα από τίς επισκέψεις μου στό Ναό τής Αγίας Τριάδος όπου λειτουργούσε. Αλήθεια, δέν ξέρω γιατί, αλλά όταν τόν έβλεπα νά λειτουργεί έτσι σκυφτός μέ ένα ολοφώτεινο πρόσωπο, μού θύμιζε τόν Αγ. Γρηγόριο τόν Θεολόγο Ιδίως δέ όταν τόν επισκεπτόμουν στό σπίτι του, εκτός από τήν εξομολόγησή μου, τού έθετα διάφορα ερωτήματα καί απορίες, στίς οποίες απαντούσε μέ πολλή αγάπη καί υπομονή. Καί πολλά απ\' αυτά πού μού είπε τότε μέ συνοδεύουν μέχρι σήμερα καί προσπαθώ νά τά εφαρμόσω στήν ζωή μου. Είχε δέ καί μιά σεβάσμια καί καλοσυνάτη πρεσβυτέρα, τήν Μάτουσκα Ξένια, η οποία ήταν καί αγιογράφος, καί μάλιστα αρκετά καλή αγιογράφος. Αγιογραφούσε μέ τό παραδοσιακό ρωσικό τρόπο, κρατώντας ύπτια τήν εικόνα καί περνώντας αλλεπάληλες λαζούρες. Όταν μάλιστα μού έφεραν πρίν από ένα χρόνο σχεδόν μιά φωτογραφία τής Αγίας Ματρώνας τής Μόσχας, αμέσως θυμήθηκα τήν Μάτουσκα Ξένη. Μού φάνηκε ότι η ομοιότητα ήταν καταπληκτική.

Αλλά επιστρέφω στόν πατέρα Ιωάννη. Τέταρτο κοινό στοιχείο ήταν η σχέση μας μέ τήν Ι. Μονή Μεταμορφώσεως τής Βοστώνης.

Τό 1958 ήλθε στή Βοστώνη καί φιλοξενείτο στήν Σχολή ο Μοναχός Παντελεήμων Μητρόπουλος, ο οποίος παρ\' όλο πού ήταν Αμερικανός είχε μεταβεί στό Αγ. Όρος όπου εκάρη Μοναχός στή Ρωσική Ι. Μονή τού Αγ. Παντελεήμονος αλλά καί αποτέλεσε μέλος τής συνοδείας τού Οσίου Ιωσήφ τού Σπηλαιώτου. Μετά από δύο χρόνια, μέ τήν ευλογία τού τότε Επισκόπου Βοστώνης Αθηναγόρου καί μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Θυατείρων καί Μ. Βρετανίας, ίδρυσε κοντά στή σχολή Ι. Μονή επ\' ονόματι τής Θείας Μεταμορφώσεως. Τό Μοναστήρι έγινε πόλος έλξεως γιά πολλούς ιεροσπουδαστές, ανάμεσα στούς οποίους καί εγώ ο υποφαινόμενος. Κάθε Πέμπτη απόγευμα καί τίς Κυριακές μετά τή Θ. Λειτουργία επισκεπτόμουν τήν Μονή. Εκεί σέ ένα ξεχωριστό κελλί φιλοξενείτο η γερόντισσα Μητέρα τού π. Ιωάννου, η Γιάγια-Ρωμανίδη όπως τήν φωνάζαμε μέ πολλή αγάπη καί τρυφερότητα εμείς οι φοιτητές. Η Γερόντισσα Ευλαμπία ήταν προβεβηκυία στήν ηλικία. Μόλις με γνώρισε ερώτησε μέ βαριά Καραμανλίδικη προφορά: \"Παιντί μου, εσύ ντέ φαίνεσαι σάν τούς άλλους, μήπως κατάγεσαι από τά μέρη μας;\" Πράγματι τότε, καί μερικές φορές καί σήμερα ακόμη, όταν ξεχνιέμαι, μπερδεύω τό \"σέ\" μέ τό \"σού\" καί τό \"με\" μέ τό \"μού\". Από τότε γίναμε φίλοι καί μού διηγούνταν πολλά γιά τήν πατρίδα της, τίς συνήθειες καί τίς παραδόσεις. αλλά καί γία τά λίγα πού ήξερε γιά τά χωριά τών γονιών μου. Έτσι, στό Μοναστήρι βρίσκαμε συχνά καί τόν π. Ιωάννη πού ερχόταν νά επισκεφθεί τή μητέρα του. Σύν τώ χρόνω συνδεθήκα μέ τόν π. Ιωάννη μέ μιά στενή καί μακροχρόνια φιλία.

Τό τελευταίο έτος στή σχολή έπρεπε νά πάρω ορισμένες αποφάσεις γιά τό μέλλον μου. Σκέφτηκα νά συνεχίσω τίς Θεολογικές σπουδές στό Harvard, όπου ακόμη δίδασκε ο πνευματικός μου, ο π. Φλωρόφσκυ, καί μάλιστα μέ τήν βοήθειά του έλαβα πλήρη υποτροφία από τό Πανεπιστήμιο αυτό γιά νά συνεχίσω τίς σπουδές μου εκεί. Εν τώ μεταξύ όμως, μέ τήν ενθάρρυνση τού τότε σχολάρχη μας, αειμνήστου π. Νικόδημου Βαλλινδρά, τού μετέπειτα Μητροπολίτη Πατρών, ο οποίος πολύ ενθουσιάστηκε από τά σχέδια καί τήν αγιογραφία μου, έστειλα ορισμένα απ\' αυτά στόν αείμνηστο καί μετέπειτα διδάσκαλό μου κ. Φώτη Κόντογλου, ο οποίος καί δέχθηκε νά έρθω καί νά σπουδάσω κοντά του. Καί επειδή ο Άγιος Αμερικής ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος κάθε λίγο καί λιγάκι μού έστελνε προξενιές γιά νά παντρευτώ καί νά ιερωθώ, ενώ εγώ δέν είχα ακόμη καταλήξει άν θά παντρευόμουν ή θα παρέμενα άγαμος, αποφάσισα νά φύγω από τή Βοστώνη. Έτσι ζήτησα υποτροφία από τήν Ι. Αρχιεπισκοπή Αμερικής καί ήρθα στήν Ελλάδα καί γιά δύο χρόνια σπούδασα κοντά στό κ. Φώτη καί τούς μαθητές του.

Όταν έμαθε ο π. Ιωάννης ότι θά ερχόμουν για σπουδές στήν Αθήνα, μέ εφοδίασε μέ συστατικό γράμμα πρός τόν κ. Φώτη καί κανόνισε νά φιλοξενηθώ στό σπίτι τού αείμνηστου εφοπλιστού Πανάγου Πατέρα, μέ τήν οικογένεια τού οποίου στενά συνδεόταν.

Στήν Ελλάδα γνώρισα τήν πρεσβυτέρα μου, νυμφεύθηκα, χειροτονήθηκα καί επέστρεψα στήν Αμερική, όπου υπηρέτησα ως εφημέριος γιά δύο χρόνια. Μετά, γιά λόγους οικογενειακούς, πρός τό τέλος τού 1966 γυρίσαμε στήν Ελλάδα.

Όταν λοιπόν τό 1968 ο π. Ιωάννης εξελέγη Καθηγητής στή Θεολογική Σχολή τής Θεσσαλονίκης είχα τήν τιμή νά τόν φιλοξενήσω στό σπίτι μου, μέχρις ότου επικυρωθεί ο διορισμός του. Βέβαια εκμεταλλεύτηκα τήν παρουσία του γιά νά τού θέσω πολλά καί διάφορα ζητήματα, στά οποία απαντούσε πολύ βαθυστόχαστα. Δέν χόρταινα νά συζητώ μαζί του μέχρι αργά, πέρα από τά μεσάνυχτα. Αλλά καί όταν απέκτησε δικό του σπίτι στό Καλαμάκι καί πηγαινοερχόταν στή Θεσσαλονίκη, τίς Κυριακές κατά κανόνα βρισκόταν στήν Αθήνα καί σπάνια απουσίαζε, τότε ερχόταν καί εκκλησιαζόνταν στόν Ναόν όπου εφημερεύω, στόν Αγ. Χαράλαμπο Ιλισίων, καί πάντοτε κοινωνούσε τών Αχράντων Μυστηρίων, ενίοτε δέ στίς μεγάλες εορτές συλλειτουργούσε μαζί μας. Μετά τή Λειτουργία σχέδον πάντοτε έπαιρνε καφέ μαζί μας καί μάς μίλαγε γιά διάφορα θέματα. Τό αποτέλεσμα ήταν νά τόν γνωρίζει καί νά τόν αγαπάει όλη η ενορία. Σχέδον ανελλιπώς τόν είχαμε κοντά μας καθε Κυριακή μέχρι τόν Νοέμβριο τού 2001, όταν εκοιμήθη εν Κυρίω.

Επιπλέον συχνά με επισκεπτόταν στό Γραφείο μου στήν Ιερά Σύνοδο, διότι ως Γραμματέας τής Συνοδικής Επιτροπής Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικών Σχέσεων είχαμε καί υπηρεσιακή συνεργασία, διότι ο π. Ιωάννης, διετέλεσε επί σειρά ετών όχι μόνον Μέλος τής Συνοδικής μας Επιτροπής αλλά καί εκπρόσωπος τής Εκκλησίας τής Ελλάδος στήν Κεντρική Επιτροπή τού Π.Σ.Ε., στήν Επιτροπή \"Πίστις καί Τάξις\" τού αυτού Οργανισμού, καί στούς Θεολογικούς Διαλόγους μέ τούς Αγγλικανούς, μέ τούς Αντιχαλκηδονίους, μέ τούς Ρωμαιο-καθολικούς (στήν Τεχνική Προπαρασκευαστική Επιτροπή) καί μέ τούς Λουθηρανούς.

Όταν τήν 1η Νοεμβρίου τό 2001 έφυγε από κοντά μας γιά νά πάει κοντά στόν Χριστό πού τόσο αγάπησε καί υπηρέτησε, σ\' όλους εμάς πού τόν ξέραμε καί τόν αγαπήσαμε καί πού μέ τήν προσωπικότητα καί διδασκαλία του μάς σημάδευσε ανεξίτηλα, άφησε ένα κενό μέσα μας, πού μέχρι τώρα ο χρόνος δέν μπόρεσε νά γιατρέψει. Άς είναι αιωνία η μνήμη του.-
[/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=5]Οιμωγές καί αλάλητοι στεναγμοί ενός αγρυπνούντος Επισκόπου

τού Λάμπρου Χρ. Σιάσου, καθηγητού Δογματικής Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης
[/fonts][/fontf]



[font face=Garamond][font size=4] Τόσον ο μακαριστός Ρωμανίδης όσον καί ο Επίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μέ οξύτατο τρόπο τήν \"εμπειρική - εκκλησιαστική -θεολογία\" από τόν στοχασμό, άλλως τήν \"στοχαστική θεολογία\".

Εις τούς παλαιούς καιρούς, όπου έχω τήν προνομία νά θητεύω κάποιες δεκαετίες τώρα, εδιάβαζαν βιβλία γιά νά μαθαίνουν. Οι τρανοί μάλιστα δάσκαλοί τους, ως Αρίσταρχος ο Σάμιος, παρέδιδαν καί τόν τρόπο τής μελέτης: \"Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν\"!

Πέτρος, ο δικός μας καί Δαμασκηνός, ναί αυτός ο άσημος τής Φιλοκαλίας, υπερυψώνει τήν παλαιά διδαχή: «Η Γραφή ερμηνεύεται μέ τήν Γραφή». Πλήν καί προστάσσει: «Νά εμβαίνετε από τήν θύρα στίς άγιες Γραφές! Μή φτιάχνετε δικές σας ανεμόσκαλες νά εμβήτε (ως κλέπτες) από τά παράθυρα\".

Μέ οδηγόν τόν δίκαιο δρόμο τού ελληνικού καί εκκλησιαστικού τρόπου μας έκυψα, Υψηλοί Προσκεκλημένοι αγαπητοί φίλοι, εις τό προκείμενον έργο τού Επισκόπου Ναυπάκτου: Νά μαθητεύσω, νά τό διαβάσω μέ τίς δικές του κλείδες καί κριτήρια. Καί άν αξιωθώ νά λάβω τι, νά τό αντιχαρίσω στον Πονήσαντα. Ο οποίος μέ ετίμησε μέ τήν βαρεία τιμή μαζί καί ευθύνη νά εισηγηθώ, άν καί μιγάς, γιά υψηλό επισκοπικό εργόχειρο.

Τίτλος τού έργου, υπότιτλος, υλικό, διάθεση, δομή, μέθοδος, σχήμα, εξώφυλλο, χαρτί: εργόχειρα λεπτοφυή χειρών φιλοκαλικών ασυνήθη, καινοφανή, αρτιπαγή! Όλα; Ναί! Ίσως ναί!

Άς αρχίσουμε από τό κριτικότερο, ως κινδυνωδέστερο: Ένας Επίσκοπος, γνωστός ευφήμως στήν Ελλάδα καί διεθνώς, μεταξύ άλλων καί γιά τό χάρισμα τής γραφής του, επιλέγει αυτή τήν φορά νά χειρισθεί ένα τεράστιο υλικό προφορικών παραδόσεων. Ερώτημα μείζον: Μέ ποίο κριτήριο θά επιλέξει τά χύδην καί τά ατάκτως ειρημένα; Απάντηση ευθεία καί παρρησιασμένη τού ιδίου: "Εμείς, παραβλέποντας ό,τι αρνητικό, προσβλέπαμε μόνο στή θεολογία τού π. Ιω. Ρωμανίδη καί τήν προσωπική σχέση τού Ρωμανίδη μέ τήν θεολογία. Θαυμάζαμε δέ τήν ασκητικότητα καί τήν διά Χριστόν σαλότητά του καί όλη τήν προσήλωσή του στήν πατερικότητα\".

Η γραφή είναι στό βιβλίο. Τό πνεύμα όμως τής φωνής είναι τού γνωστού μας καί ακριβού δασκάλου παπα-Γιώργη Μεταλληνού. Γνώρισμα τού βιβλίου πρώτον, τού συγγραφέα δεύτερον. Μαζί καί κλειδί γιά τήν ανάγνωση. Ο Ναυπάκτου χειρίζεται κάποιες χιλιάδες προφορικά fragmenta. Καί μπροστά σ' αυτό τό άτακτο χάος δέν συστήνει ιδικό του εργαλείο-μέθοδο. Αλλά αυτός, Επίσκοπος ών, δανείζεται από ένα πρεσβύτερο (...).

Μέ οδηγό τό ανωτέρω κριτήριο ο Ναυπάκτου χωρίζει τά κρείσσονα από τά ελάσσονα. Μετά, εικάζω, λαμβάνει δύο εν χρήσει τίτλους: \"Εμπειρική Θεολογία\", "Δογματική καί Συμβολική Θεολογία", τούς συναιρεί σέ ένα, καί έτσι δημιουργεί τήν \"Εμπειρική Δογματική\". Εικάζω εκ δευτέρου: Ο Ναυπάκτου δέν εξύπνησε μίαν ωραίαν πρωΐαν μέ τό όνειρο νά γίνει καθηγητής ή συγγραφέας Δογματικής. Ο Ναυπάκτου από ετών μαθητεύει στόν Ρωμανίδη. Αυτή η μαθητεία, μαζί μέ άλλες, τού έθρεψαν τόν ποιμαντικό καί συγγραφικό λόγο. Καί τώρα, πράγμα τίμιον, τιμά τόν διδάσκαλόν του. Μάλιστα τό εσχεδίασε ως μνημόσυνο γιά τά δέκα χρόνια από τής εκδημίας του. Είπα: εικασίες δύο. Κάν μία δέν αποβαίνει πειστική σέ όποιον διαβάσει αργά, υπομονετικά τό δισσό βιβλίο. Όπερ καί έπραξα.

Ευτυχώς, όταν εφώτιζαν τά Φώτα, ηύρα μαζί καί άκουσα σχήμα θεσπέσιο πού φωτίζει –θαρρώ- τό διάβασμα τού βιβλίου: Λέει τό ιδιόμελο γιά τήν Βάπτιση τού Χριστού: \"...επίγειον τό φαινόμενον, καί υπέρ τούς ουρανούς τό νοούμενον...\"! Τό απέσπασα, λοιπόν, (αναγνωστική αδεία) από τά τρισάγια Θεοφάνεια καί τό έφερα τροπικώς στήν γραφή τού Ναυπάκτου.

Τό συνοψίζω: Ο Επίσκοπος Ναυπάκτου έγραψεν αληθώς καί ακριβώς αυτό πού λέει τό εξώφυλλο. Δηλαδή δογματική θεολογία. Πλήν, αυτό είναι τό φαινόμενο. Κάτωθεν αυτού κρύπτεται ο νούς τής γραφής του. Όπως συμβαίνει σ\' όλες τίς γραφές, καί ιδιαζόντως στις ιερές. Καί όπως συν-επι-θεματίζει Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης.

Γνωρίζοντας μετρίως τόν Ρωμανίδη, διδάσκαλο καί διδασκαλία, επίσης καί τόν επίσκοπο Ιερόθεο, έχοντας μελετήσει πάντως καλή τή προαιρέσει τό προκείμενο έργο, έχω τήν διαίσθηση ότι μού χαρίσθηκε νά ψηλαφήσω, νά ακούσω από τίς υπώρειες τού όρους, εκεί όπου ίστανται περιδεείς οι μή ηξιωμένοι, τό νοούμενο τού δισσού βιβλίου. Η βραχύλεκτη μαζί καί κρυφιόμυστη θησαύριση-κατάθεσή του γίνεται πεντακόσιες σελίδες μετά τήν εκκίνηση σέ τέσσερεις διάδοχες διατυπώσεις.

"Η μέθεξη τού μυστηρίου τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού γίνεται μέ τόν συνδυασμό τών Μυστηρίων καί τής ασκήσεως". Ιδού, λοιπόν, ο έσω νούς, ο κεκρυμμένος σκοπός τού έργου. Πού κρύπτεται μαζί καί φανερώνεται, ήγουν ξενοδοχείται, σέ ένα άσημο σμικρό κεφάλαιο επτάμισης καί μόνον σελίδων. Τό οποίο όμως περιέχει τό παραδοξότερο γεγονός τής λογικής καί τής καθόλου ιστορίας: \"Τό μυστήριο τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού\".

Εξ αυτού λοιπόν εγράψαμε άτεχνη ζωγραφία δεύτερη: Όλο τό δισσό βιβλίο, ένας σταυρός. Καί στά πόδια τού Σταυρού αγρυπνών ένας Επίσκοπος. Πού θρηνεί ολοφυρόμενος, πού οιμώζει οδυρόμενος οιμωγές ασταμάτητες. Πλήν καί θαρρεί, καί ελπίζει, καί ανίσταται. (...) Οι οιμωγές είναι οι κλαυθμοί καί τά δάκρυα ενός Ποιμένα πάνω στό εκκλησιαστικό σώμα. Πού εμφανίζει εμφανή τά συμπτώματα τής προ-κωματικής αφασίας, σέ όλα σχεδόν τά φαινόμενα επίπεδά του:

-ιερουργίες ως μαγείες,

-εξορκισμοί καί βαπτίσεις πρός τό θεαθήναι,

-κατηχητικά πού φορτώνουν τήν λογική καί σκοτίζουν τόν νούν,

-ηθικισμοί καί ευσεβισμοί μέ τόν τρόπο τής ακάρπου συκής,

-θεολογικές σχολές πού παράγουν θεολόγους μέν, πλήν αθεολογήτους,

-λειτουργία επισκοπικών συνόδων ως τυπικών σχημάτων καί συνελεύσεων,

-έκλειψη ανησυχαστική θεραπευτηρίων, θεραπευτών, θεραπευομένων (ή μείωσή τους από τό (85) στό (15), (10), (5)%.

Παρένθεση εξηγητική τού υπότιτλου, τής μεθόδου, τής επίκλησης Ρωμανίδη. Ο Επίσκοπος Ναυπάκτου, άν καί δεινός τής πνευματικής διαγνώσεως, δέν καταθέτει προσωπικές ιατρικές ακτινο-γραφήσεις. Αντιθέτως προσφεύγει σέ πρεσβύτερο καί καθηγητή τού αυτού Σώματος. Ο οποίος τά ιστορούσε παρρησία εν όσω ζούσε (ίσως καί σέ αυτό νά οφείλεται πού έφυγε μέ επιτίμηση). Καί βάζει τήν φωνή αυτού τού ατίθασου Καππαδόκη νά τά ανιστορήσει καταλεπτώς. Ακριβέστερα: νά τά ανιστορεί ακαταπαύστως στό διηνεκές.

Ωστόσο κι επειδή οι οιμωγές τού Επισκόπου (πού αγρυπνεί, πού γίνεται εξ ύπνου) εξαγορεύονται δημοσία καί παρρησία, γιαυτό τού χαρίζεται –αισθάνομαι- η από τού Σταυρού παραμυθία άμα καί ελπίδα. Στό δισσό βιβλίο λαμβάνουν τήν ηδεία μορφή \"στεναγμών τών αλαλήτων\"!

Άς εγγίσουμε καί στό φαινόμενο καί στό νοούμενο.

Ο Επίσκοπος Ναυπάκτου εσχεδίασε δέκα μείζονα κεφάλαια Δογματικής. Τύποις ακολουθεί τήν πανεπιστημιακή θεματική. Καί πλείον αυτής εμπιστεύεται τήν δωρική κοφτή δομή τού Συμβόλου τής Πίστεως, ιδία στόν Β\' Τόμο.

Ενώ όμως φαίνεται νά βαδίζει τήν πεπατημένη, ωστόσο αναποδίζει καί τήν τροφοδοσία καί τήν στήριξη καί τήν ιεράρχηση. Παθαίνει και αυτός τό πάθος τού Ιορδάνου.

Ο κεντρικός, ο σταθερός άξων πού φέρει καί κυλίει τίς οκτακόσιες πενήντα σελίδες ημπορεί νά πυκνωθεί σέ μία απλή πρόταση:

\'\' Προηγείται τό εμπειρικό γεγονός τής αυτοφανέρωσης τού Θεού στούς κεκαθαρμένους Προφήτας, Αποστόλους καί Αγίους, καί έπεται η καταγραφή αυτής τής φανέρωσης–αποκάλυψης μέ κτιστά ρήματα καί νοήματα. Κορύφωση καί ύψιστη μορφή τής Θεοφανείας, η Πεντηκοστή καί γενέθλη εν ταυτώ τού Κυριακού Εκκλησιαστικού Σώματος\'\' .

Ως εδώ τά πράγματα φαίνεται νά παρουσιάζονται μέ τόν γνωστό στήν ρωμανίδεια ανάγνωση τρόπο. Όταν όμως εμβαίνουμε στήν καρδία τού Εκκλησιαστικού Σώματος, τότε διαπιστώνουμε ότι ανεπαισθήτως μάς έχει ζωγρήσει η σαργάνη καί τό δίχτυ τού Επισκόπου. Τό κεφ. «Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού καί κοινωνία θεώσεως» καλύπτει (200) σελίδες (1/4 περίπου τού όλου έργου). Καί εξ αυτών: (80) σελίδες (1/10 περίπου τού όλου έργου) περιέχουν τήν (φιλοκαλική) διδασκαλία «Περί πνευματικής τελειώσεως» (δηλ. κάθαρση /φωτισμός /θέωση) καί μόνον (50) ή (30) ή (20) αναφέρονται στά μυστήρια – ακριβέστερα σέ τρία: βάπτισμα, χρίσμα, θ. ευχαριστία.

Στο κεφάλαιο αυτό ψηλαφούμε ανάγλυφη τήν νοούμενη σκοποθεσία τού έργου, ό,τι δηλαδή σχεδόν ιεροκρυφίως λέχθηκε στό κεφ. «Περί Σταυρού» σχετικά μέ τά μυστήρια καί τήν άσκηση.

Ο Ναυπάκτου τολμά θαρσαλέως καί επιχειρεί δυσεπιχείρητον άθλο:

- αξιοποιώντας τόν διδάσκαλόν του Ρωμανίδη ολοκληρώνει ό,τι εκείνος δέν επρόκαμε,

- εισάγει (ακριβέστερον, μήπως αναστηλώνει;) τήν ασκητική -ησυχαστική – (εμπειρική) παράδοση,

πρώτον:

σέ όλα ανεξαιρέτως τά καθιερωμένα από αιώνων κεφάλαια τής εκκλησιαστικής θεολογίας, ιδία τής δογματικής,

δεύτερον:

στό μέσον τού εκκλησιαστικού σώματος, δηλαδή στα ιερά μυστήρια.

Διακινδυνεύοντας τήν έκφραση, θά τολμούσα νά ισχυρισθώ ότι τά ιερά μυστήρια, πού ακολουθούν στό βιβλίο, ερμηνεύονται πλέον μέ τά τρία στάδια τής πνευματικής τελειώσεως πού προηγούνται!

Επειδή τά σχετικά απορήματα πού προκύπτουν μέ ξεπερνούν, τά παραδίδω στους ειδικούς δογματολόγους.

Το κατ' εμέ, σπεύδω σ' ένα μικρό στάσιμον, νά πάρουμε δύο ανάσες βιβλιογραφικές:

Για νά αναποδίζονται τά ύδατα τού Ιορδάνη, τεκμαίρεται ότι ο Επίσκοπος Ναυπάκτου Ιερόθεος παρακολουθεί από κοντά τίς πανεπιστημιακές συζητήσεις περί θεσμού ή χαρίσματος στήν Εκκλησία. Καί πάντως μέ όσα εσχεδίασε καί έγραψε στήν «Εμπειρική Δογματική» λαμβάνει ξεκάθαρη θέση. Μέ τόν ίδιο τρόπο -εκτιμώ- δίδει απάντηση καί στήν βιβλιογραφική άποψη ότι η μοναχική παράδοση παρέχει τό πρωτείο στις ατομικές ασκητικές επιδόσεις καί αφήνει δεύτερη τήν ένταξη καί λειτουργία στήν εκκλησιαστική μυστηριακή ζωή.

Επειδή ο χρόνος μού παραχωρήθηκε ορισμένος, άς σπεύσουμε νά αναδείξουμε δύο κεντρικές, κατά τήν κρίση μας, θέσεις τού όλου έργου. Καί οι δύο έχουν ένα κοινό: διατυπώνονται μέ δύο μέλη σέ οξεία διαστολή.

Αρχίζω από τό δεύτερο κατά τή σειρά τής εμφάνισής του στή Δογματική. Πρόκειται γιά τήν οξεία διαστολή νού καί λογικής.

Όλο τό έργο θεμελιώνει καί οικοδομεί τήν εμπειρική εκδοχή τού θεολογείν στήν παρά Θεού φώτιση τού ανθρωπίνου νοός. Αυτό καθίσταται δυνατό καί χαρίζεται, αφού προηγουμένως καθαρθεί ο νούς από τρία πράγματα:

- από τήν λογική (λογισμούς),

- από τά πάθη

- καί από τό περιβάλλον.

Επιτρέψατέ μου τήν ομολογία, μαζί καί ευχαριστία. Άν καί διαβάζω χρόνια τώρα τά σχετικά θέματα από τίς πηγές, άν καί έχω αποκτήσει κάποια μικρά εξοικείωση μέ τά φιλοσοφικά ισότοπα (απ\' όπου καί οι σχετικοί όροι), ωστόσο μόλις τώρα, δηλαδή αντιπροχθές, εσυλλάβισα αυτήν τήν δύσκολη νηπτική αλφάβητο. Καί ξανά ομολογώ, γιά ένα τουπίκλην μέν καθηγητή, τώ όντι δέ θηρευτή κενοδοξίας, είναι αλφάβητος ζόρικος.

Γιά τό τέλος τής Εισήγησής μας κρατήσαμε, χάριν αντιδόσεως καί ευχαριστιών, τήν πρώτη, τήν πανταχού παρούσα θέση καί βεβαιότητα τού έργου.

Τόσον ο μακαριστός Ρωμανίδης όσον καί ο Επίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μέ οξύτατο τρόπο τήν \"εμπειρική - εκκλησιαστική -θεολογία\" από τόν στοχασμό, άλλως τήν \"στοχαστική θεολογία\". Επιτρέψατέ μου νά ειπώ δύο λόγια επιπρόσθετα γι' αυτό τό θέμα.

Η ως άνω διαστολή έχει μία ιδιοτυπία. Δηλαδή σηκώνει ένα ετεροβαρές φορτίο: τό ένα μέλος, η εμπειρική θεολογία, είναι μονοειδής, σταθερά, η αυτή εις τούς αιώνας: Ο αυτός Τριαδικός Θεός αποκαλύπτεται μέσα στήν ιστορία στούς κεκαθαρμένους φίλους του καί φανερώνει τά αυτά πράγματα. Η συγκεκριμένη, λοιπόν, εμπειρική θεολογία δέν έχει καμμία σχέση μέ τούς περί θεού στοχασμούς τών παντοίων ανθρώπων.

Η ως άνω θέση, άν καί επαναλαμβάνεται αμέτρητες φορές μέσα στό έργο, γνωρίζει μία θαυμαστή, δηλαδή, ασυνήθη πολυείδεια. Ενώ κάθε φορά ως στοχασμός θεωρείται πάντοτε μία ανθρώπινη λογική κατασκευή, εν τούτοις αυτός αποδίδεται σέ διαφορετική κατασκευή. Άς κατατάξουμε σέ είδη τις πιό ενδιαφέρουσες, αυτές μέ τίς πυκνότερες αναφορές:

-στοχασμοί φιλοσόφων, ιδία πλατωνικών καί νεοπλατωνικών, μέ εσώτερο σκληρό πυρήνα τά αρχέτυπα,

-στοχασμοί θρησκευτικοί πασών τών εποχών,

-στοχασμοί ετεροδόξων, δυτικής, ιδία φραγκικής προέλευσης,

-στοχασμοί αιρετικών ονομαστών, παλαιών τε καί νέων,

-στοχασμοί καθηγητών θεολογίας σέ δυτικά Πανεπιστήμια,

-στοχασμοί καθηγητών ορθόδοξης θεολογίας πού επηρεάζονται από τήν δυτική θεολογική έρευνα,

-στοχασμοί διανοητών παντός τόπου καί χρόνου.

Κρίνοντας από τήν συχνότητα τών σχετικών αναφορών, συμπεραίνει κανείς ότι τόσον ο πρεσβύτερος Ρωμανίδης όσον καί ο Επίσκοπος Ιερόθεος ταξιθετούν, στήν θέση «δύο» (μετά τόν εξαποδώ) αυτόν τόν κίνδυνο ή εχθρό γιά τήν εμπειρική-εκκλησιαστική θεολογία (τό υπαινιχθήκαμε ήδη ενωρίτερα μέ τις ανεμόσκαλες Πέτρου τού Δαμασκηνού).

Εις αυτήν, λοιπόν, τήν καίρια θεολογική-θεραπευτική διάγνωση μαζί καί βάση τού έργου, άς μού επιτραπεί νά συνεισφέρω ένα παλαιό οβολό. Τόν έλαβα από τήν διαμάχη τού κακοδόξου Βαρλαάμ πρός τόν άγιο καί Επίσκοπο Γρηγόριον τόν Παλαμά. Κατά τίς ανταλλαγές, λοιπόν, γραπτών ο Βαρλαάμ οδηγήθηκε νά υποστηρίξει ότι καί οι έξω σοφοί (κάποιοι ονομαστοί αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι) \"είναι φωτισμένοι παρά Θεού\". Αυτή η άποψη τού Βαρλαάμ εξόργισε απαθώς τόν άγιον Επίσκοπο. Ο οποίος εν τή διακρίσει μαζί καί εν τή μακρά παιδεύσει του εννόησε καί εμέτρησε τόν κίνδυνον. Καί σπεύδει νά καταθέσει μία από τίς μνημειωδέστερες κριτικές αναγνώσεις τής έξω σοφίας.

Εξ αυτής ενδιαφέρει τό θέμα μας η ακόλουθη διάγνωση Γρηγορίου τού Παλαμά: οι έξω σοφοί, όταν ομιλούν περί Θεού, λαμβάνουν ενίοτε υπό τού διαβόλου καί εμπειρική έμπνευση-φώτιση. Δίκην μάλιστα δείγματος ή δήγματος αναφέρεται από τόν Παλαμά ο όφις-δράκων τού Πλωτίνου καί συγκεκριμένες ψευδο-φωτοφάνειες Πλωτίνου καί Πρόκλου.

Τό γεγονός είναι γνωστό βεβαίως στον πολυίστορα Ρωμανίδη -κρίνοντας από κάποιους απόηχους πού υπάρχουν σέ δύο προφορικά fragmenta καί περιλαμβάνονται στό βιβλίο. Εκ τής παλαμικής λοιπόν διαγνώσεως ορμώμενοι, προσφέρουμε τόν συμβολικό μας οβολό στό προκείμενο έργο: Δηλαδή, ενώ στίς πλείονες τών περιπτώσεων η διαστολή καλώς ορίζεται μεταξύ εμπειρικής παρά Θεού καί στοχαστικής παρά ανθρώπων θεολογίας, σέ κάποιες ειδικές περιπτώσεις η διαστολή πρέπει νά ζωγραφείται βιαιότερη: η από θεού φωταυγής εμπειρική θεολογία εξ ενός, παλαίει καί νικά τήν εξίσου εμπειρική πλήν δαιμονική σκοτόμαινα εξ ετέρου.

Υπογραμμίσαμε εμφαντικότερα αυτό τό σημείο, διότι καί εμείς οι δάσκαλοι (όπως καί οι Επίσκοποι) πονάμε γιά πράγματα πού αιμάσσουν τό εκκλησιαστικό σώμα. Καί αρχίζει νά μάς πιάνει ιδρώτας κρυός, όταν σέ βίβλους περιοδικές τής \"επίσημης Εκκλησίας\" δημοσιεύονται άρθρα από επιστήμονες θεολόγους, πού προτρέπουν χωρίς αιδώ ότι οι σωστοί δογματολόγοι οφείλουν παρεκτός τών αγίων Πατέρων νά μελετούν ισοτίμως πρός αυτούς όπως δή, καί νά χρησιμοποιούν τά έργα τών κακοδόξων καί αιρετικών.

Επιτρέψατέ μας τήν διάγνωση: αυτό πού ακούσατε έχει πρό πολλού μετακομίσει από τόν ανθρώπινο ή επιστημονικό στοχασμό. Αυτό οδεύει μεσίστιον, ίσως καί πορεύεται πλησίστιον πρός τήν δαιμονική παρενόχληση.

Ερώτημα πρό τής αποφωνήσεως: «θά επιτύχει τόν στόχον της η «Εμπειρική Δογματική»;

Απάντηση: ένας Θεός τό ξέρει! Εξ επόψεως κυκλοφορίας είναι περισσότερον από βέβαιον.

Όμως η «Εμπειρική Δογματική» δεν εξαντλείται στόν πεζό στόχο τής κοσμικής αγοράς. Η επιτυχία της κρίνεται ουχί εκ τής κυκλο-φορίας αλλά κρίνεται εκ τής άνω-φορίας. Η «Εμπειρική Δογματική» τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κυρίου Ιεροθέου

- Θά επιτυγχάνει, κάθε φορά πού κάποιο πλάσμα τού Θεού θά βαπτίζεται ητοιμασμένον, έχοντας ασκηθεί καί καθαρθεί, οδεύοντας πρός τόν άνωθεν φωτισμό!

- Θά επιτυγχάνει, κάθε φορά πού ένας απλός ιερουργός θά θεραπεύει καί θά φωτίζει μέ τό άλλο φώς!

- Θά επιτυγχάνει, κάθε φορά πού θά πέφτει ο κλήρος καί έτσι θά εκλέγεται επίσκοπος ουχί από λίστα ΑΝΑΜΟΝΗΣ αλλά από σπήλαια, από τίς οπές τής ΓΗΣ!

Αντί επιλόγου, δύο ευχές καί μία άσκηση.

Όσοι πιστοί, συνεχίζετε νά διαβάζετε εν αφελότητι καρδίας τίς ιεροπρεπείς καταθέσεις καί τούς άθλους τών παλαιών μας καί νέων παλαιστών.

Όσοι δύσπιστοι, όσοι διερευνητικοί, όσοι διυλιστικοί τού κώνωπος ωσάν τόν ομιλούντα, λάβετε γιά τό κελλίον σας άσκηση, μικράν, εσπερινή! Αναγνώσατε τόν βίον Οσίου Μαξίμου τού Καυσοκαλύβη.

Εν ώ βίω περί αρπαγής νοός καί πάλιν συλλογής τού νού καί ευκολοκατανύξεως τά κάλλιστα μεταξύ δύο Οσίων διαμείβονται (Συναξάριον Μηνός Ιανουαρίου εις τάς 13).[/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Garamond][font size=4]
Εναρκτήρια Προσφώνηση

Γερόντισσας Σιλουανής Μοναχής


 

 

Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Αθηνών κ' πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμε,

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Θηβών κ' Λεβαδείας κ. Γεώργιε,

Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,

Σεβαστοί Πατέρες καί αγαπητές αδελφές

Ελλογιμώτατοι κύριοι Καθηγητές

Κυρίες καί Κύριοι

Ευλογείτε

Μέ τήν Χάρη τού αγίου Τριαδικού Θεού καί τήν ευλογία τού πρώην Μητροπολίτου Θηβών καί Λεβαδείας καί νύν Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών καί πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου καί τού καθ' όλα αξίου διαδόχου του καί Ποιμενάρχου μας κ. Γεωργίου η ιερά Μονή μας Γενεθλίου τής Θεοτόκου, η επιλεγομένη Μονή Πελαγίας, παράλληλα μέ τά λοιπά μοναχικά καθήκοντα καί διακονήματα τών μοναχών, ασχολείται μέ τήν επιμέλεια, τήν έκδοση, τήν μετάφραση καί τήν διακίνηση τών συγγραφικών έργων τού Πνευματικού μας Πατέρα, Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ' Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου. Είναι διακόνημα πού προέκυψε από τήν πολυετή ποιμαντική διακονία του, τήν ενασχόλησή του μέ τά κείμενα τών Πατέρων τής Εκκλησίας καί συμβάλλει στούς ιεραποστολικούς σκοπούς καί στήν συντήρηση τής Μονής μας.

Μέχρι τώρα δέν έχει γίνει στήν Ελλάδα παρουσίαση κανενός βιβλίου του, όμως, θεωρήθηκε αναγκαία αυτή η παρουσίαση τού δίτομου έργου του ''Εμπειρική Δογματική κατά τίς προφορικές παραδόσεις τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη'', γιά νά προβληθή καί νά τιμηθή η προσωπικότητα τού αειμνήστου πρωτοπρεσβυτέρου καί πανεπιστημιακού καθηγητού, πατρός Ιωάννου, μέ τήν ευκαιρία μάλιστα τής δεκαετίας από τήν κοίμησή του.

Έγκριτοι συνάδελφοί του καί ο συγγραφέας θά εξάρουν τήν προσφορά του στόν ησυχασμό καί τήν εμπειρική δογματική τής ορθοδόξου θεολογίας.

Ευχαριστίες αναπέμπουμε στήν Κυρία Δέσποινα Θεοτόκο, τήν έφορο τής Μονής μας, πού μάς αξίωσε νά εκδώσουμε τό έργο αυτό• στόν Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο γιά τήν αγάπη μέ τήν οποία μάς περιέβαλε από τήν αρχή τής εγκαταβίωσής μας στήν Ιερά Μονή όπως καί στόν νύν Ποιμενάρχη μας κ. Γεώργιο γιά τήν καλωσύνη καί τήν στοργή πού μάς δείχνει.

Ευχαριστούμε όλους εσάς καί σάς παρακαλούμε νά εύχεσθε νά αποκτήσουμε προσωπική βίωση τών δογμάτων τής Εκκλησίας μας καί νά επιτύχουμε τήν σωτηρία μας διά τής καθάρσεως τής καρδίας, τού φωτισμού τού νού καί τής θεώσεως, όπως η ορθόδοξη πατερική παράδοση διαφυλάσσει.

Εύχεσθε.–

[/fonts][/fontf]

Ἰωάννης

[font face=Times New Romanl][font size=4]Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης καί η «Εμπειρική Δογματική»

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

 

Θά ήθελα νά ευχαριστήσω εκ καρδίας τούς τρείς διακεκριμένους εισηγητάς τής σημερινής παρουσιάσεως τών δύο τόμων τής «Εμπειρικής Δογματικής, κατά τίς προφορικές παραδόσεις τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη», πού μέ τόν λόγο τους έκαναν ένα μνημόσυνο στόν μεγάλο αυτόν διδάσκαλο τής Ρωμηοσύνης καί τής θεολογίας τών Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων.

Νά μνημονεύσω τόν αγαπητό Πρωτοπρεσβύτερο καί Καθηγητή π. Γεώργιο Μεταλληνό, πού συντόνισε τήν σημερινή συνάντηση καί ομίλησε γιά τόν πεφιλημένο διδάσκαλο μέ καρδιακά αισθήματα, όπως καί τό κάνει επανειλημμένως. Ο ίδιος θεωρεί τιμή πού τόν αποκαλούν μαθητή τού π. Ιωάννου, άν καί δέν διετέλεσε ποτέ φοιτητής του. Νά ευχαριστήσω τόν Πρωτοπρεσβύτερο π. Στέφανο Αβραμίδη, μαθητή τού π. Ιωάννου στήν Θεολογική Σχολή Τιμίου Σταυρού Βοστώνης, ο οποίος πολλάκις τόν ανέπαυσε καί τόν βοήθησε ποικιλοτρόπως καί στό γραφείο τού οποίου κατέφευγε πολλές φορές ο αείμνηστος π. Ιωάννης. Επίσης, νά ευχαριστήσω τόν καθηγητή κ. Λάμπρο Σιάσο, ο οποίος ήταν μαθητής του στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης καί επηρεάσθηκε από αυτόν.

Ευχαριστώ καί τούς τρείς, γιατί δέχθηκαν νά παρουσιάσουν τό δίτομο αυτό έργο, νά ομιλήσουν γιά τόν μακαριστό διδάσκαλο τής Ρωμηοσύνης καί τής ορθοδόξου θεολογίας καί νά πούν λόγο καρδιακό καί γιά τήν ελαχιστότητά μου. Εξομολογούμενος θά ήθελα νά πώ ότι, παρά τό ότι εξέδωσα πολλά βιβλία στήν ελληνική γλώσσα, εν τούτοις αρνήθηκα προτάσεις γιά δημόσια παρουσίαση γιά κάποιο από αυτά. Εξαίρεση γίνεται γιά τό δίτομο αυτό έργο τής «Εμπειρικής Δογματικής», γιατί θέλω νά προβληθή τό πρόσωπο τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη, ιδίως εφέτος πού συμπληρώνεται δεκαετία από τήν κοίμησή του.

Θά ήθελα κλείνοντας τήν σημερινή εκδήλωση νά τονίσω τέσσερα «πώς», δηλαδή τέσσερα σημεία πού συνδέονται μέ τό πρόσωπο καί τό έργο τού μακαριστού Διδασκάλου τής ορθοδόξου Πνευματικότητας.

1. Πώς ανακάλυψα τόν π.Ιωάννη Ρωμανίδη

Η ανακάλυψη εκ μέρους μου τού π. Ιωάννου έγινε προοδευτικά. Τόν γνώρισα, όπως περίπου γνωρίζει κανείς κάποιον καλλιτέχνη, αφού πρώτα ακούει γι' αυτόν, έπειτα θαυμάζει τά έργα του καί στήν συνέχεια συναντά καί τόν ίδιο προσωπικά.

Στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, όπου σπούδαζα (1964-1968) καί στά επιλεγόμενα μαθήματα άκουσα γι' αυτόν, γιά πρώτη φορά, πρίν έλθη στήν Ελλάδα. Στό επιλεγόμενο μάθημα τής Πατρολογίας, μέ τόν καθηγητή Παναγιώτη Χρήστου, έγινε κάποτε τό 1967 συζήτηση γιά ένα θεολογικό ζήτημα. Μερικοί μεταπτυχιακοί από τήν Θεολογική Σχολή Τιμίου Σταυρού Βοστώνης Αμερικής αναφέρθησαν διεξοδικώς στόν άγιο Ιγνάτιο τόν Θεοφόρο καί μετά σέ άλλους Αποστολικούς Πατέρας τής Εκκλησίας. Τότε ο καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου είπε: «γνήσιοι μαθητές τού Ρωμανίδη». Τήν εποχή εκείνη ο π. Ιωάννης δίδασκε στήν Θεολογική Σχολή Βοστώνης καί βέβαια ησχολείτο ιδιαιτέρως μέ τούς αγαπητούς του Αποστολικούς Πατέρας.

Στό τέλος τού τετάρτου έτους τών σπουδών μου ο καθηγητής Ιωάννης Καλογήρου, πού μάς δίδασκε κατά ανάθεση τό μάθημα τής Δογματικής, αφού η έδρα ήταν κενή, μάς ανήγγειλε, μέ μεγάλη χαρά ότι εξελέγη νέος Καθηγητής γιά τήν Δογματική, ένας μεγάλος θεολόγος από τήν Αμερική καί θά άρχιζε τά μαθήματα τήν επομένη χρονιά. Βέβαια, ακούγαμε γι' αυτόν, γιά τήν συζήτηση πού προκάλεσε, πρίν λίγα χρόνια στήν Θεολογική Σχολή Αθηνών, η διδακτορική του διατριβή πού είχε υποβληθή. Όμως, έλαβα τό πτυχίο τής Θεολογικής Σχολής, χωρίς νά έχη αρχίσει τήν παράδοση τών μαθημάτων του καί έτσι δέν τόν γνώρισα τότε προσωπικά. Άκουγα γι' αυτόν από τά πνευματικά μου παιδιά πού σπούδαζαν στό Πανεπιστήμιο τής Θεσσαλονίκης καί ομιλούσαν μέ ενθουσιασμό γι' αυτόν. Μού έφερναν νά ακούσω διάφορες μαγνητοφωνημένες κασέτες καί τά πρώτα κείμενά του. Αγόρασα τό βιβλίο τής «Δογματικής» του καί άρχιζα νά τήν διαβάζω μέ ικανοποίηση καί ενθουσιασμό.

Αργότερα τόν γνώρισα προσωπικά στήν Αθήνα, μετά τήν αναγκαστική, πλήν όμως μέσα στό σχέδιο τού Θεού, μετακίνησή μου εκεί από τήν Εδεσσα, στό Γραφείο τού δικηγόρου κ. Αθανασίου Σακαρέλλου, τόν οποίον αγαπούσε πολύ, όπου παρέδιδε μαθήματα σέ έναν κύκλο είκοσι μέ τριάντα μαθητών, καί ήμουν ακροατής διαφόρων παραδόσεών του στόν Ιερό Ναό τής Αγίας Μαρίνης Ιλισίων. Θυμάμαι μιλούσε μέ σταθερό καί αυθεντικό τρόπο, χωρίς νά έχη μπροστά του σημειώσεις καί συνέδεε στενά τήν θεολογία μέ τήν ιστορία. Στήν παράδοσή του είχε στόχο. Μέ τόν καιρό γνωρισθήκαμε καλύτερα, τόν επισκεπτόμουν στό σπίτι του, συμφάγαμε σέ διάφορα φιλικά σπίτια, πήγαμε μαζί στό Βανκούβερ τού Καναδά γιά νά παραδώσουμε μαθήματα γιά τρείς ημέρες σέ ειδικό σεμινάριο πού διοργάνωσε η Orthodox Church of America (OCA) καί είχαμε καθημερινή σχεδόν τηλεφωνική επικοινωνία. Τελικά, μού ζήτησε νά τόν προσλάβω στήν Ιερά Μητρόπολή μου ως Ιερέα, πράγμα πού έγινε μετά από απολυτήριο πού εξεδόθη από τήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής, χωρίς βεβαίως νά εγγραφή στούς μισθολογικούς κατάλόγους. Τόν εκτιμούσα, τόν αγαπούσα καί τόν σεβόμουν γιά τήν θεολογία πού δίδασκε, αλλά κυρίως γιά τό ταπεινό καί ευγενικό του ύφος. Δικά μου πνευματικά παιδιά τόν βοηθούσαν σέ διάφορες εργασίες του, αφιερώνοντας πολύ χρόνο μαζί του, ακόμη καί τίς νυκτερινές ώρες.

2. Πώς εξετίμησα τά κείμενά του

Είχα τήν εξαιρετική ευλογία από τόν Θεό νά είμαι φοιτητής στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, μέσα στό κέντρο τής μελέτης τών έργων τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά. Έτσι, διάβαζα γιά τήν θεολογία τού μεγάλου αυτού αγιορείτου καί θεόπτου Πατρός, όπως επίσης διάβαζα καί τά έργα τών μεγάλων Πατέρων τής Εκκλησίας, επισκεπτόμουν τό Άγιον Όρος καί είχα επικοινωνία μέ τούς ερημίτας πατέρας, τούς οποίους ρωτούσα γιά τήν ευχή καί γενικά γιά τήν πνευματική ζωή. Στήν Έδεσσα, ο αείμνηστος γέροντάς μου Μητροπολίτης Καλλίνικος μέ προέτρεψε νά μελετώ τά έργα τού αγίου Νικοδήμου τού αγιορείτου, ιδίως τό Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον καί τό Εορτοδρόμιον, καί τών άλλων φιλοκαλικών Πατέρων. Έπειτα, γνώρισα τόν γέροντα Σωφρόνιο από τόν οποίο ωφελήθηκα πολύ. Αργότερα διάβασα όλα τά εκδοθέντα κείμενα τού αγίου Συμεών τού Νέου Θεολόγου.

Ευρισκόμενος μέσα σέ αυτήν τήν ατμόσφαιρα γνώρισα τά κείμενα τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη καί τά εκτίμησα δεόντως. Κατάλαβα τήν πνευματική τους συγγένεια μέ τά έργα τών Πατέρων τής Εκκλησίας. Στήν πραγματικότητα ο π. Ιωάννης συνδύαζε άριστα τήν ησυχία μέ τήν θεολογία, τήν άσκηση μέ τήν καθηγητική έδρα, τήν προσευχή μέ τήν θεολογική έκφραση.

Έτσι, μπορώ νά πώ ότι δέν διάβασα πρώτα τά κείμενα τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη καί στήν συνέχεια ανέτρεξα στά έργα τών αγίων Πατέρων, αλλά πρώτα είχα μελετήσει τά έργα όλων τών γνωστών καί μεγάλων ησυχαστών Πατέρων καί στήν συνέχεια γνώρισα τά έργα τού μακαριστού καθηγητού. Ένοιωσα ότι είχε καταλάβει τό πνεύμα τών Πατέρων καί είχε συλλάβει τήν πεμπτουσία τής διδασκαλίας τους. Καταλάβαινα ότι εξέφραζε τήν διδασκαλία τών αγίων Πατέρων μέ έναν σύγχρονο τρόπο, χωρίς όμως νά τά αλλοιώνη, χωρίς νά είναι νεοπατερικός ή μεταπατερικός θεολόγος. Ο προφορικός λόγος του ήταν μιά ζωντανή αφομοιωμένη τροφή. Ο ίδιος είχε γνωρίσει τόν σχολαστικισμό καί τόν ηθικισμό τών δυτικών Χριστιανών στήν Αμερική, γνώρισε δέ καί τόν ησυχασμό σέ διαφόρους αγιορείτες καί ασκητές καί γι\' αυτό ο λόγος του ήταν αυθεντικός, ορθόδοξος. Είναι χαρακτηριστικά τά όσα είπε σέ μιά ομιλία του:

«Εγώ, επειδή πέρασα τά στάδια τής σχολαστικής θεολογίας στήν δική μου ζωή, όταν ήλθα στήν Ελλάδα μού έκανε μεγάλη εντύπωση όταν έβλεπα τούς σημερινούς ορθοδόξους θεολόγους στό Πανεπιστήμιο τών Αθηνών νά ζητούν συγγνώμη από όλο τόν κόσμο, γιατί καί εμείς δέν είχαμε σχολαστική θεολογία, όπως έχουν οι δυτικοί καί σταματήσαμε στούς Πατέρες τής Εκκλησίας μέχρι τόν Δαμασκηνό καί τόν Ισίδωρο Σεβίλλης ή τόν Μέγα Φώτιο».

Έτσι, μελετώντας τά κείμενα τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη διέκρινα τόν καθαρό, ορθόδοξο, πατερικό λόγο, ο οποίος στήν πραγματικότητα απαντούσε σέ όλες τίς προκλήσεις τής δυτικής θεολογίας, αλλά καί τής δικής μας θεολογίας πού είχε επηρεασθή από τήν σχολαστική θεολογία, δηλαδή τόν σχολαστικισμό καί ηθικισμό. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, μέ τόν λόγο του καί τά γραπτά του, είχε έναν σημαντικό στόχο, παρουσίαζε τήν καθαρή διδασκαλία τών Πατέρων τής Εκκλησίας, πού ήταν ησυχαστική καί θεωτική.

3. Πώς εργάσθηκα γιά νά ολοκληρώσω τό δίτομο έργο τής «εμπειρικής δογματικής»

Όσοι ασχολούνται μέ τό γράψιμο, πού καί αυτό είναι ένα χάρισμα τού Θεού καί μιά τέχνη, γνωρίζουν ότι δέν είναι εύκολο έργο. Τό έργο αυτό είναι στήν πραγματικότητα καλλιτεχνικό, όπως η ζωγραφική καί άλλες τέχνες, πού πολλές φορές κανείς δυσκολεύεται γιά νά συντονίση τήν σκέψη καί τόν σκοπό μέ τόν διατυπωμένο λόγο. Πολύ περισσότερο τό επιστημονικό έργο είναι δυσχερές, γιατί πρέπει κανείς νά συγκεντρώση πολύ υλικό καί θά πρέπει νά τό τιθασεύση καί στήν συνέχεια νά τό συρράψη μέ έναν βασικό σκοπό.

Αυτήν τήν δυσκολία τήν αισθάνθηκα κυρίως στήν συγγραφή αυτού τού έργου. Μέ κούρασε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο στήν σύνθεση καί τήν ολοκλήρωση. Βέβαια, μέ βοήθησαν πολλά πνευματικά μου παιδιά σέ διάφορες φάσεις τού έργου, τούς οποίους ευχαρίστησα στόν πρόλογο τού Α' Τόμου, δηλαδή μέ βοήθησαν στήν συλλογή κασετών, στήν απομαγνητοφώνησή τους, στό πέρασμα τών απομαγνητοφωνήσεων στόν υπολογιστή, στήν ευρετηρίαση τών κειμένων. Στήν συνέχεια εγώ έπρεπε νά επιλέξω τά θεολογικά χωρία καί νά τά ξεχωρίσω μέσα από πληθώρα άλλων αναφορών. Καί κατ' αυτόν τόν τρόπο συγκέντρωσα πάνω από δυό χιλιάδες μεγάλα ή μικρά χωρία από τίς απομαγνητοφωνημένες ομιλίες ή παραδόσεις του.

Γιά ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, σχεδόν έναν χρόνο, μελετούσα γιά τό ποιά μορφή θά πάρη η επεξεργασία τού θέματος καί πώς θά παρουσιασθή η «εμπειρική δογματική». Όταν κατέληξα στό σχήμα πού έπρεπε νά λάβη, άρχισε η δυσχέρεια τού χωρισμού τού υλικού κατά μεγάλες ενότητες, κεφάλαια, υποκεφάλαια, υποδιαιρέσεις. Καί στήν συνέχεια ακολούθησε τό εξαιρετικά δύσκολο έργο νά συνδέσω καί νά συρράψω τά χωρία, καθώς επίσης νά γεμίσω τυχόν κενά μέσα από τήν σκέψη τού π. Ιωάννου, γιά νά μή αλλοιωθή ο λόγος του. Γιά τόν λόγο αυτόν ανέτρεξα καί διάβασα όλα τά γνωστά καί άγνωστα κείμενά του, γραμμένα κυρίως στήν αγγλική γλώσσα καί τά οποία δέν έχουν δημοσιευθή μεταφρασμένα στά ελληνικά. Είναι γνωστόν ότι ο π. Ιωάννης πέρασε τόν περισσότερο χρόνο τής ζωής του στήν έρευνα, παρά στό γράψιμο, αλλά καί τό μεγαλύτερο τμήμα τών επιστημονικών του ερευνών είναι γραμμένο στήν αγγλική γλώσσα καί είναι ακόμη αμετάφραστο.

Γιά τήν συγγραφή διαφόρων κειμένων μου, χρησιμοποιώ τρείς τρόπους, ήτοι τόν υπολογιστή, τήν υπαγόρευση καί τήν ιδιόχειρη γραφή. Τό έργο αυτό «Εμπειρική Δογματική», πού τελικά ολοκληρώθηκε σέ 850 περίπου σελίδες, γράφηκε ολόκληρο ιδιοχείρως, μέ μολύβι, γιατί μέ διευκόλυνε στήν σύνθεση τών δεκάδων καί εκατοντάδων αποσπασμάτων τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη πού είχα υπ\' όψιν μου.

Πάντως, δέν γνωρίζω άν πέτυχα απόλυτα αυτήν τήν σύνδεση, πράγμα πού θά τό πούν οι αναγνώστες. Τό γεγονός είναι ότι επειδή ο π. Ιωάννης ομιλούσε μέ πυκνό λόγο καί τρόπο καί επανελάμβανε τίς ίδιες απόψεις, αφού συνήθως δέν είχε κατά τήν ομιλία του ένα σχεδιάγραμμα, καί οι ομιλίες πού είχα υπ' όψη μου ήταν από διαφορετικούς χρόνους καί από διαφορετικά ακροατήρια, γι' αυτό ήταν επόμενο νά δυσκολευθώ στήν οργάνωση καί τόν διαχωρισμό, κατά ενότητες, τού υλικού πού συγκέντρωσα. Επίσης, πρέπει νά υπογραμμίσω ότι κάθε τόμο τόν δούλευσα μέ διαφορετικό τρόπο, πού δέν είναι κατάλληλη η ώρα νά αναλύσω.

Αυτή ήταν η πρώτη καταγραφή. Στήν συνέχεια έπρεπε νά ξεκαθαρισθούν τά κεφάλαια ακόμη περισσότερο, νά ευρεθούν τά επαναλαμβανόμενα χωρία καί νά αποφασισθή ποιό θά παραμείνη καί ποιό θά απομακρυνθή. Διάβασα κάθε τόμο προσεκτικά οκτώ μέ δέκα φορές καί κάθε φορά έκανα τίς αναγκαίες διορθώσεις. Ακόμη καί τώρα πού τό διαβάζω δέν τό χορταίνω, αλλά καί βρήκα μερικά ορθογραφικά καί φραστικά λάθη, τά οποία θά διορθωθούν στήν δεύτερη έκδοση.

Επί πλέον, έδωσα αυτά τά κείμενα καί σέ διάφορα πνευματικά μου παιδιά, καθηγητές Πανεπιστημίων, Θεολόγους, Κληρικούς, μοναχούς, γιά νά διατυπώσουν τίς κρίσεις τους. Σέ πολλά σημεία οι παρατηρήσεις τους μέ βοήθησαν νά βελτιώσω τό κείμενο καί έτσι έλαβαν οι δύο Τόμοι τήν τελική τους μορφή. Επίσης καί κυριολεκτικά τήν τελευταία στιγμή, πρίν νά αρχίση η εκτύπωση, έκανα διορθώσεις. Τήν μεγαλύτερη βοήθεια μού προσέφερε ο Αρχιμ. Καλλίνικος Γεωργάτος, σέ όλες τίς φάσεις τής συγγραφής καί τής επεξεργασίας τού έργου.

Πάντως, παρά τό ότι τό έργο ήταν δυσχερές καί παρά τό ότι δέν υπήρχε κάποια παρόμοια δογματική γιά νά τήν έχω ως πρότυπο, οπότε τό έργο είναι κατ\' εξοχήν πρωτότυπο, εν τούτοις τό έκανα μέ μεγάλη χαρά καί μπορώ νά προσθέσω μέ μεγάλη έμπνευση, αλλά καί προσευχή. Δέν αισθανόμουν καθόλου κόπωση καίτοι έγραφα ιδιοχείρως τίς νυκτερινές καί πρωϊνές ώρες. Ζούσα περίπου όπως ο καλλιτέχνης ο οποίος καί όταν βρίσκεται μέσα σέ πολυκοσμία δουλεύει εσωτερικά τό θέμα του καί βιάζεται νά επιστρέψη στό σπίτι του γιά νά συνεχίση τό έργο του καί νά αποτυπώση τήν έμπνευσή του. Καί μάλιστα πολλές φορές όταν εργάζεται πολλές ώρες απορροφάται τελείως από τό αντικείμενο πού συνθέτει ή επεργάζεται. Ένα από τά σημαντικότερα κείμενα τού Β' τόμου, τό περί σταδίων τής πνευματικής τελειώσεως (κάθαρση, φωτισμός, θέωση) τό έγραψα κατά τήν διάρκεια τών Συνεδριάσεων τής Ιεραρχίας τού Οκτωβρίου 2009, γιά πολλές ημέρες καί όμως μέ είχε απορροφήσει τελείως τό θέμα τού βιβλίου, χωρίς νά παύσω νά συμμετέχω ενεργώς στίς Συνεδριάσεις της καί νά ενημερώνω τούς δημοσιογράφους ως εκπρόσωπος Τύπου τής Ιεράς Συνόδου.

Δοξάζω τόν Θεό γι' αυτήν τήν δωρεά καί τήν έμπνευση πού μού έδωσε. Κάποιος μού είπε ότι, διαβάζοντας τό βιβλίο, αισθάνθηκε μιά αύρα προσευχής. Αυτό αισθανόμουν καί εγώ συνθέτοντας καί ενοποιώντας τόν ζωντανό προφορικό λόγο τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη.

4. Πώς αισθάνθηκα τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη, κυρίως όσο δούλευα μέ τά κείμενά του

Στούς προλόγους, τίς εισαγωγές καί τούς επιλόγους καί τών δύο τόμων έχω γράψει μερικά γιά τό θέμα αυτό καί ο αναγνώστης μπορεί νά ανατρέξη σέ αυτά. Εδώ κυρίως θά ήθελα νά τονίσω ότι αισθανόμουν ότι ο π. Ιωάννης είχε ένα είδος κατά Χριστόν σαλότητος. Συμπεριφερόταν, μιλούσε, επικοινωνούσε θεολογικά μέ τούς ανθρώπους, συμμετείχε στά Συνέδρια καί τούς διαλόγους ως ένας κατά Χριστόν σαλός. Είχε καταλήξει στήν αυθεντική θεολογία τών Προφητών, τών Αποστόλων, τών Πατέρων, κατάλαβε τί αλλοιώσεις επέφερε η σχολαστική θεολογία καί η Φραγκολατινική παράδοση, καί ήταν απόλυτος στόν λόγο του καί στίς φράσεις του, σχεδόν «τσεκουράτος».

Μεγάλωσε στό Μανχάταν τής Νέας Υόρκης, σέ ένα όμως καππαδοκικό περιβάλλον, μέ προσευχή καί νηστεία. Τίς γυμνασιακές του σπουδές τίς έκανε σέ παπικό Γυμνάσιο φοίτησε στήν Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή τού Τιμίου Σταυρού Βοστώνης έκανε ευρύτερες σπουδές στήν προτεσταντική Σχολή τού Γέιλ κατά καιρούς σπούδασε στό Πανεπιστήμιο Κολούμπια τής Νέας Υόρκης, στήν Ρωσική Θεολογική Σχολή τού αγίου Βλαδιμήρου Νέας Υόρκης, στήν Ρωσική Θεολογική Σχολή τού αγίου Σεργίου στό Παρίσι, στήν προτεσταντική Σχολή τού Μονάχου Γερμανίας καί μετά ήλθε στήν Αθήνα γιά τήν εκπόνηση τής διδακτορικής του διατριβής. Έπειτα, έκανε διδακτορικό στήν Σχολή Ιστορίας καί Φιλοσοφίας τής Θρησκείας τού Χάρβαρντ, δίδαξε στήν Θεολογική Σχολή Τιμίου Σταυρού Βοστώνης, στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης καί στήν Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή τού Λιβάνου.

Τό σημαντικό είναι ότι μετά από τέτοιες σπουδές τά εγκατέλειψε όλα, όσα είχε μάθει, κυριολεκτικά τά απαρνήθηκε, «τά έφτυσε», κατά τό κοινώς λεγόμενο, καί μιλούσε συνέχεια γιά τήν κάθαρση τής καρδιάς, τόν φωτισμό τού νού, τήν προσευχή, τήν θεωρία τού Θεού, δηλαδή μιλούσε γιά τήν εμπειρία καί τήν θεολογία τών ησυχαστών μοναχών καί τών Πατέρων, πού τήν θεωρούσε ως τήν βάση τής ορθοδόξου θεολογίας.

Αυτόν τόν θεολογικό λόγο, μαζί μέ τίς παρατηρήσεις του γιά τήν Ρωμηοσύνη καί τήν Φραγκοσύνη, τόν περνούσε σέ Συνέδρια, σέ διαλόγους, σέ μεγάλα ακροατήρια, χωρίς νά υπολογίζη τίς αντιδράσεις τών ακροατών του. Ένας αγιορείτης Ηγούμενος πού τόν είχε ακούσει νά ομιλή καί νά εισηγήται ένα θέμα σέ συνάντηση Θεολογικών Σχολών μού είπε ότι τόν αισθάνθηκε «ως ταύρον εν υαλοπωλείω». Αυτήν τήν νοοτροπία του καί τήν ισχυρά παρρησία του τήν χαρακτηρίζω ως ένα είδος κατά Χριστόν σαλότητος. Μιλούσε στόν 20ο αιώνα μέ τήν νοοτροπία τού 4ου αιώνος, μιλούσε ως ένας ερημίτης καί Πατέρας τών πρώτων αιώνων τής Εκκλησίας, χωρίς νά υπολογίζη τίς αντιδράσεις τών ανθρώπων.

Στήν περίπτωσή του ισχύει αναλογικά ο λόγος τού αγίου Συμεών τού κατά Χριστόν σαλού, όταν πήρε απόφαση νά κατέβη στήν πόλη καί νά κτυπήση τήν υποκρισία καί τόν φαρισαϊσμό τών ανθρώπων. Τότε είπε στόν συνασκητή του: «Πίστευσον εγώ ου μένω, αλλ\' εν τή δυνάμει τού Χριστού υπάγω εμπαίζων τώ κόσμω». Καί ο π. Ιωάννης ήταν ένας τέτοιος κατά Χριστόν σαλός πού ενέπαιζε τήν υποκρισία, τόν σχολαστικισμό καί τόν ευσεβισμό τών ανθρώπων τής Εκκλησίας, κυρίως τόν δυτικό χριστιανισμό πού ζούσαν στήν πράξη.

Θεωρώ σημαντική τήν σύμπτωση πού γίνεται η σημερινή παρουσίαση, ημέρα κατά τήν οποία εορτάζουν ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, ένας ησυχαστής Πατέρας πού μιλούσε γιά τήν επάνοδο τού νού στήν καρδιά, καί ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο ατρόμητος αυτός ομολογητής τής πίστεως, στήν Σύνοδο τής Φερράρας-Φλωρεντίας. Καί ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης είχε στοιχεία καί από τούς δύο αυτούς αγίους, γι\' αυτό ήταν διδάσκαλος τού ησυχασμού καί ομολογητής τής ορθοδόξου πίστεως, τόσο στήν Ελλάδα, όσο καί ακτός αυτής στήν Δύση καί τήν Ανατολή.

Τό θέμα είναι πώς έφθασε στό σημείο αυτό ο π. Ιωάννης. Στήν Αμερική κατάλαβε καλά ότι οι Ορθόδοξοι βρίσκονταν σέ μιά σύγχυση, πράγμα τό οποίο παρατηρεί κανείς καί σέ άλλους χώρους. Δηλαδή, όταν ήθελαν νά αντιμετωπίσουν τούς προτεστάντες χρησιμοποιούσαν επιχειρήματα παπικά, καί όταν ήθελαν νά αντιμετωπίσουν τούς παπικούς χρησιμοποιούσαν επιχειρήματα προτεσταντικά. Αυτό σημαίνει ότι δέν είχαν δικό τους ορθόδοξο λόγο. Αυτό παρατηρούσε κανείς παλαιότερα, ίσως καί τώρα, καί σέ μερικούς δικούς μας θεολογικούς κύκλους.

Έχοντας αυτό υπ' όψη του ο π. Ιωάννης προσπάθησε νά βρή τόν αυθεντικό ορθόδοξο λόγο. Γι' αυτό στράφηκε στό ευχολόγιο τής Εκκλησίας, τίς προσευχές, τίς ευχές καί τόν τρόπο τών Μυστηρίων, δηλαδή τό lex orandi τής Εκκλησίας, καθώς επίσης επιδόθηκε στήν ανάγνωση τών έργων τών Πατέρων τής Εκκλησίας, ήτοι τών Αποστολικών Πατέρων, τών μεγάλων Πατέρων τών Οικουμενικών Συνόδων καί τών λεγομένων Φιλοκαλικών, δηλαδή τό lex credendi τής Εκκλησίας, όπως λέγει καί ο Andrew Sopko στό εξαιρετικό βιβλίο του Ο προφήτης τής Ρωμαϊκής Ορθοδοξίας, η θεολογία τού Ιωάννου Ρωμανίδη. Γι' αυτό ο λόγος του είναι ατόφια ορθόδοξος. Καί επειδή ο ίδιος ήταν ευφυής καί είχε έκτακτα διανοητικά χαρίσματα, τά διετύπωνε μέ πολύ ωραίο τρόπο. Η δέ έντονη καί βαθειά φωνή του, καθώς επίσης, η ηρεμία τού λόγου του, αλλά ενίοτε καί ο παλμός του, όταν καυτηρίαζε αιρετικές αποκλίσεις μερικών ορθοδόξων θεολόγων, ενθουσίαζε τούς ακροατές του καί μετέδιδε προσωπικά βιώματα καί έδινε έμπνευση.

Σέ μερικούς έχει σχηματισθή η εντύπωση ότι ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήταν μονομανής καί επιθετικός εναντίον τών Φραγκολατίνων καί τού Αυγουστίνου, τόν οποίον εκείνοι εχρησιμοποίησαν γιά νά στηρίξουν τίς απόψεις τους. Πράγματι, αυτό φαίνεται από μιά πρόχειρη καί επιφανειακή ανάγνωση τών κειμένων τού π. Ιωάννη. Όμως, άν μελετήση κανείς στό βάθος τήν θεολογική του σκέψη, όπως καταγράφεται κυρίως στούς δύο τόμους τής «Εμπειρικής Δογματικής» καί σέ άλλα κείμενά του, θά διαπιστώση ότι τό όλο θεολογικό του έργο ήταν έργο ενότητας καί οδηγούσε πρός τήν ενότητα.

Ήδη έχω αρχίσει νά μελετώ αυτήν τήν πλευρά τού π. Ιωάννη καί επεξεργάζομαι τό θέμα τής ενότητας στό θεολογικό του έργο σέ τέσσερα κυρίως σημεία, ήτοι ενότητα μεταξύ Παλαιάς καί Καινής Διαθήκης, στήν ενότητα μεταξύ εβραϊκής σκέψης καί ελληνικής νοοτροπίας, στήν ενότητα μεταξύ ελληνοφώνων καί λατινοφώνων Ρωμαίων Πατέρων τών πρώτων αιώνων τής Εκκλησίας καί στήν ενότητα μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας καί άλλων Χριστιανών. Μέσα από αυτήν τήν νοοτροπία έβλεπε τό διασπαστικό έργο τών αιρετικών καί τών Φράγκων, γι\' αυτό καί καταφερόταν εναντίον τους. Στήν πραγματικότητα μέσα από αυτές τίς τέσσερεις πλευρές έβλεπε τήν επιστροφή τών Χριστιανών στήν ενότητα τής πίστεως καί τήν κοινωνία τού Αγίου Πνεύματος. Αυτό όμως είναι ένα θέμα τό οποίο δέν είναι τής παρούσης ώρας.

Πρίν περατώσω τόν λόγο, θά ήθελα νά ευχαριστήσω τήν Ιερά Μονή Γενεθλίου τής Θεοτόκου - Πελαγίας, τήν Γερόντισσα Σιλουανή καί τίς μοναχές πού εξέδωσαν καί τούς δύο αυτούς τόμους, μέ πολύ μεγάλο ζήλο, αλλά νά ευχαριστήσω καί τόν Σεβ. Μητροπολίτη Θηβών καί Λεβαδείας κ. Γεώργιον, αγαπητό εν Χριστώ αδελφό, πού ευλογεί αυτήν τήν προσπάθεια, η οποία αποτελεί καί τό ιεραποστολικό έργο τής Ιεράς Μονής καί τό εργόχειρο τών μοναζουσών της. Επίσης, νά ευχαριστήσω θερμότατα τόν Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών καί Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, ο οποίος ως Μητροπολίτης Θηβών καί Λεβαδείας προστάτευσε εμένα καί τό Μοναστήρι καί υπήρξε ο κύριος αίτιος όλου αυτού τού έργου, ακόμη καί τού εκδοτικού.

Οπωσδήποτε, θά ήθελα νά ευχαριστήσω καί όλους εσάς πού ήλθατε σήμερα στήν παρουσίαση αυτή, ιδιαιτέρως τούς τρείς εισηγητές, αλλά καί τόν κ. Αθανάσιο Σακαρέλλο, πού μού έδωσε τό περισσότερο υλικό (κασέτες), μέ τήν προτροπή νά αξιοποιήσω τήν διδασκαλία τού μεγάλου διδασκάλου τής Ορθοδόξου Παραδόσεως. Καί εύχομαι ο Θεός νά αναπαύση τήν ψυχή τού μακαριστού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, τού Θεολόγου καί «Προφήτου τής Ρωμηοσύνης» γιά τούς κόπους πού κατέβαλε γιά νά διδάξη τήν «εμπειρική δογματική» καί, φυσικά, μέ τήν υπόμνηση ότι έχουμε καθήκον νά φροντίζουμε γιά τό πώς τό δόγμα θά γίνη τροφή καί ζωή.

Θά τελειώσω μέ έναν λόγο τού Ρώσου θεολόγου Αλέξη Χομιακώφ (1804-1860), συγχρόνου τού μεγάλου Ρώσου λογοτέχνη Φ. Ντοστογιέφσκι, ο οποίος έγραψε σέ μιά επιστολή του: «Υπάρχει ένας νόμος, τόν οποίον δέν θά βρήτε σέ ιστορικά συγγράμματα, αλλά ασφαλώς ισχύει στήν πραγματική ιστορία: ηγετικοί άνδρες δέν μπορούν νά γίνουν ηγήτορες τής δικής τους εποχής αυτοί ηγούνται μόνον εκείνων πού τούς ακολουθούν, διότι οι σύγχρονοί τους δέν είναι ακόμη έτοιμοι». Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήταν ένας θεολόγος ηγέτης, πού άνοιξε δρόμους καί προοπτικές, επηρέασε οπωσδήποτε πολλούς θεολόγους τής εποχής του, άν καί η πλειονότητα δέν ήταν ακόμη έτοιμη νά τόν δεχθή, αλλά κυρίως θά επηρεάση τίς επόμενες γενιές καί θά δημιουργήση μιά άλλη αίσθηση τών θεολογικών καί εκκλησιαστικών πραγμάτων.–
[/fonts][/fontf]